FreeCinema

Follow us

ΟΔΗΓΟΣ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ (2012)

(SILVER LININGS PLAYBOOK)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντέιβιντ Ο. Ράσελ
  • ΚΑΣΤ: Μπράντλεϊ Κούπερ, Τζένιφερ Λόρενς, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Τζάκι Γουίβερ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 122'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Ο Πατ Τζούνιορ πλάκωσε στο ξύλο τον εραστή της γυναίκας του. Το δικαστήριο τον παρέπεμψε σε ψυχίατρο. Του έγινε διάγνωση διπολικής διαταραχής προσωπικότητας και μπήκε σε ινστιτούτο ψυχικής υγείας. Οκτώ μήνες μετά, κόντρα στις επιταγές των γιατρών του, η μαμά Ντολόρες τον παίρνει υπό την προστασία της, πίσω στο πατρικό του σπίτι…

Ο Ντέιβιντ Ο. Ράσελ είναι ιδιαίτερη περίπτωση δημιουργού. Σαν τον Ανγκ Λι, πρόκειται για σκηνοθέτη χαμαιλέοντα, που κινείται με χαρακτηριστική άνεση ανάμεσα σε διαφορετικά είδη μυθοπλασίας: τη δραματική κομεντί που δε διστάζει να ψηλαφίσει το αιχμηρό θέμα της αιμομιξίας (στο «Spanking the Monkey»), την κωμωδία ξεκαρδιστικά εξωφρενικών και όμως γνώριμων (οικογενειακών) καταστάσεων (στο «Φλερτάροντας τις Συμφορές»), το αθυρόστομο πολεμικό και πολιτικό δράμα με αιχμηρές σατιρικές σφήνες (στο «Οι Τρεις Ήρωες») και το βασισμένο σε κωμικοτραγική, αληθινή ιστορία, κοινωνικό δράμα (στο «The Fighter»).

Πάντα πειραματιζόμενος ατρόμητα και προσαρμόζοντας ανάλογα, ταιριαστά, την αναπάντεχη, ποτέ… μαρτυριάρα (και δη, προφανώς δική του) κινηματογραφική (υπο)γραφή του. Αντίθετα με τον Λι, δεν έχει (ακόμα) τολμήσει το εικονοκλαστικό, και όμως συναρπαστικά υποβλητικό υπερθέαμα («Τίγρη και Δράκος», «Η Ζωή του Πι»). Όπως ακριβώς ο Λι, όμως, ο Ο. Ράσελ μετράει μόλις μια, ευγενή αποτυχία, στη φιλμογραφία του (το… εσωστρεφές, υπέρ-ηρωικό δράμα «Hulk» ο μεν, τη σουρεάλ… υπαρξιακή κωμωδία «Το Νόημα της Ζωής και Πώς Να το Χάσετε» ο δε), συνθέτοντας ένα σινεμά πεισματικά ανθρωποκεντρικό, όπου το βλέμμα λειτουργεί σα φάρος για την καρδιά και η λογική αναπνέει σε άρρηκτη συνέργεια / συμβίωση με το συναίσθημα.

Αυτήν τη φορά, με πηγή έμπνευσης το ομότιτλο βιβλίο του Μάθιου Κουίκ, ο Νεοϋορκέζος κινηματογραφιστής επιστρέφει στη δημιουργική του αφετηρία: τη δραματική κωμωδία που καταπιάνεται άφοβα με σοβαρά θέματα. Για να φτιάξει μια ταινία για το γιο του, που, όπως και ο Πατ, πάσχει από διπολική διαταραχή προσωπικότητας. Ώστε, όπως εύστοχα του είπε και η πρωταγωνίστριά του, Λόρενς, παραλαμβάνοντας το βραβείο πρώτου ρόλου στα SAG, να «τον βοηθήσεις να καταλάβει πως δεν είναι μόνος». Πως, με άλλα λόγια, όλοι μας λίγο ή πολύ κουβαλάμε μια τρέλα. Όλοι είμαστε εκκεντρικοί με τον τρόπο μας. Και όλοι, λιγότερο ή περισσότερο, παλεύουμε με την απόγνωση της μοναξιάς, καθώς αναμετριόμαστε με τα ασφυκτικά καλούπια του «φυσιολογικού», για να βρούμε τη θέση μας, το σπίτι μας, σε αυτόν τον κόσμο, χωρίς να προδώσουμε την αλήθεια του εαυτού μας.

Αρχικά, και για τα πρώτα 30 πάνω – κάτω λεπτά του φιλμ του, ο Ο. Ράσελ δεν τα καταφέρνει. Η εμμονή του Πατ (Κούπερ) με την παλιά ζωή, την πρώην γυναίκα του (που έχει εκδώσει περιοριστική εντολή εναντίον του) και την αυτοσχέδια θεραπεία του, το παλαβό σχέδιο του μπαμπά (Ντε Νίρο) με την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (!) να στοιχηματίζει σε αγώνες football για να μαζέψει λεφτά να ανοίξει εστιατόριο, η ακάματα στωική μαμά (Γουίβερ) με τα αδιανόητα αστείρευτα αποθέματα υπομονής, και η σεξομανής, νεαρή χήρα Τίφανι (Λόρενς), που μέσω – καταναγκαστικά… ευτυχισμένου παντρεμένου – κοινού γνωστού τους γνωρίζει τον Πατ και τον πείθει να συμμετάσχει στη δικής της αυτοσχέδια θεραπεία (τη συμμετοχή σε διαγωνισμό χορού, που απαιτεί εντατικές προπονήσεις), είναι όλα τόσο ακραία ασυνήθιστα, που ξενίζουν.

Αργά, αλλά σταθερά, όμως, καθώς η αφήγηση – απρόβλεπτη και γεμάτη εκπλήξεις – προχωρά, και ο Ο. Ράσελ πιάνει λιμάνι στα πρόσωπα των ηθοποιών του, οι ήρωές του αποκτούν αδιαμφισβήτητη, βαθιά και ακαταμάχητη ανθρωπιά. Και η ταινία του, παραδόξως ικανή (τελικά) για ειλικρινή και δραστική, συμπόνια, χώνεται αβίαστα στο πετσί σου, για να μαλακώσει και τα δικά σου τραύματα, να ησυχάσει και τον δικό σου πόνο. Γιατί, πρωτόγνωρα αποκαλυπτικός, ο Κούπερ ενσαρκώνει τον Πατ Τζούνιορ ως παράξενο στην όψη – ενοχλητικά, στη διαπασών, υπερκινητικό και φωνακλά. Ταυτόχρονα, ωστόσο, τον γειώνει, ως οικείο στην καρδιά, με ένα σε διαρκή διέγερση, υγρό, επίμονο βλέμμα, που εκπορευόμενο από τα πάντα ορθάνοιχτα, άνευ βλεφαρισμών μάτια του (για να μη χάσουν το παραμικρό από όσα συμβαίνουν γύρω τους, θαρρείς), σε καρφώνει και σε διαπερνά, επικοινωνώντας όλη την απόγνωση και όλη την ανάγκη του για κατανόηση, επαφή και αγάπη.

Απέναντί του αφενός η Λόρενς, έχοντας ήδη αποδείξει την αξία της πλάθοντας ηρωίδες υπόκωφης, ήρεμης δύναμης (τόσο με την υποψήφια για Όσκαρ ερμηνεία της στο «Στην Καρδιά του Χειμώνα», όσο και με την ανάδειξή της σε blockbuster αστέρι στα «X-Men: Η Πρώτη Γενιά» και «Αγώνες Πείνας»), σκαρφίζεται εδώ, για πρώτη φορά, έναν απροσπέραστα εξωστρεφή, θορυβωδώς εύστροφο και ορμητικά, καταλυτικά δοτικό, αν και «σπασμένο» χαρακτήρα – ανοιχτό βιβλίο. Και αφετέρου, ο Ντε Νίρο, αφυπνισμένος μετά από μια (τουλάχιστον) δεκαετία μετριότητας και βαρεμάρας, καταθέτει μια από τις πιο τρυφερές, ενδιαφέρουσες και ιδανικότερες ερμηνείες της ζωής του, εξισορροπώντας τη μανιώδη συμπεριφορά του μπαμπά Πατ του Πρεσβύτερου, με το σιωπηλό, μαλακό, αλλά ακλόνητο σθένος ανοχής και συγχώρεσης της δια… ψυχής Γουίβερ, μαμάς Ντολόρες.

Όλοι τους, δίκαια υποψήφιοι για Όσκαρ, στοιχειοθετούν ένα πρωταγωνιστικό κουαρτέτο που καθηλώνει, ιδιαίτερα κατά τη σκηνή αντιμαχίας / διαγωνισμού γνώσεων μεταξύ Τίφανι και Πατ του Πρεσβύτερου, όπου ο Ο. Ράσελ πετυχαίνει ψηλές, απολαυστικά συγχρονισμένες νότες κωμικοτραγικής έντασης, πριν απογειώσει το φιλμ στο συναισθηματικό του κρεσέντο. Στο διαγωνισμό χορού. Εκεί, που όταν οι κριτές ανακοινώσουν τη μετριότατη βαθμολογία τους στον Πατ Τζούνιορ και στην Τίφανι, όλη η παρέα / οικογένεια θα ξεσπάσει σε έξαλλους πανηγυρισμούς – παράλογους στα μάτια των παρευρισκομένων. Όχι, όμως, και στα δικά σου, καθώς όχι πια μόνος/η, θα ξεσπάς σε έναν κερδισμένο, λυτρωτικό κλαυσίγελο – πυξίδα αισιοδοξίας.

Τι κρίμα, λοιπόν, που (αντίθετα με τα συγγενικά του, ακατέργαστα φιλμικά διαμάντια «Πλαγίως», «Little Miss Sunshine» και «Juno») αυτός ο «Οδηγός» δεν ξέρει πού και πώς ακριβώς να βάλει τελεία, επιφυλάσσοντας στους ασυνήθιστους, ανορθόδοξους και άτακτους ήρωες του ένα επιπλέον συνηθισμένο, πολιτικά ορθό και τακτικό φινάλε…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αν δεν τα πας καθόλου καλά με το ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά, ή την κωμωδία ως ιχνηλάτη των πιο σκληρών πτυχών της ζωής, κράτα τις αποστάσεις σου. Αν, όμως, αγαπάς την τέχνη της ποίησης ήθους, μη χάσεις την ευκαιρία να βιώσεις ένα έξοχο φετινό δείγμα τεσσάρων από τους πιο ταλαντούχους θεράποντές της.


MORE REVIEWS

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.