FreeCinema

Follow us

PETERLOO (2018)

  • ΕΙΔΟΣ: Ιστορικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάικ Λι
  • ΚΑΣΤ: Ρόρι Κινίαρ, Φίλιπ Τζάκσον, Τομ Γκιλ, Μαξίν Πικ, Νιλ Μπελ, Καρλ Τζόνσον, Τζον-Πολ Χέρλι, Ντέιβιντ Μουρστ, Τιμ ΜακΊνερνι, Ντόροθι Ντάφι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 154'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Τα γεγονότα που οδήγησαν στη σφαγή του 1819 στο Σεντ Πίτερς Φιλντς του Μάντσεστερ, όταν η μεγάλη ειρηνική συγκέντρωση των κατοίκων της περιοχής που ζητούσαν συνταγματική μεταρρύθμιση και δικαίωμα ψήφου, πνίγηκε στο αίμα κατόπιν κυβερνητικών εντολών.

Στις 16 Αυγούστου του 1819, ένα πλήθος περί τους εξήντα χιλιάδες ανθρώπους αποτελούμενο από μέλη της εργατικής τάξης όλων των περιοχών του Λάνκασιρ συγκεντρώθηκε στην πόλη του Μάντσεστερ με σκοπό να κλιμακώσει τις ενέργειές του, που είχαν σαν βασικό στόχο τη χορήγηση δικαιώματος ψήφου στους πάντες. Η διαδήλωση ήταν απολύτως ειρηνικών προθέσεων, η προσπάθεια όμως των αρχών της πόλης να συλλάβουν τον βασικό ομιλητή της, Χένρι Χαντ, στέλνοντας επιτόπου ένοπλες έφιππες δυνάμεις, οδήγησε σε πανικό που είχε σαν αποτέλεσμα τη βίαιη καταστολή της συγκέντρωσης και τον θάνατο τουλάχιστον δεκαπέντε εκ των συγκεντρωμένων, καθώς και τον τραυματισμό εκατοντάδων.

Η πείνα και η ανεργία που χτύπησαν την Αγγλία μετά τη νίκη του Δούκα του Ουέλινγκτον στη μάχη του Βατερλό επιδεινώθηκαν τόσο από την ύφεση στην οποία βυθίστηκε ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, όσο και από τον Νόμο του 1815 για το καλαμπόκι ο οποίος επέβαλε υψηλούς δασμούς στους εισαγόμενους σπόρους σε μια προσπάθεια να προστατευτεί η ντόπια παραγωγή. Αυτό, όμως, είχε ως αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση του κόστους των τροφίμων, που σε συνδυασμό με τη μείωση του ημερομισθίου ένεκα της κρίσης (πόσο γνώριμα ακούγονται όλα αυτά, διακόσια χρόνια μετά…) έκαναν όλη τη χώρα (γενικά) και την περιοχή του Λάνκασιρ (ειδικά) να μοιάζει με καζάνι που βράζει. Η συνταγματική και πολιτική μεταρρύθμιση άρχισε να γίνεται μόνιμη επωδός στα χείλη του λαού που υπέφερε, πόσω μάλλον όταν η πόλη του Μάντσεστερ δεν δικαιούτο εκπροσώπησης στο Κοινοβούλιο, σε μια χώρα όπου μόλις το 2% των πολιτών είχε δικαίωμα ψήφου.

Σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο θέτει την ταινία από την αρχή της κιόλας ο Μάικ Λι, ο οποίος επιδεικνύει εδώ ένα πέραν πάσης αμφιβολίας στοργικό πάθος για τη δεινή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει τόσο ο Άγγλος εργαζόμενος όσο και η Αγγλίδα γυναίκα της εποχής εκείνης. Παρουσιάζει τα γεγονότα που οδήγησαν στην αποφράδα Δευτέρα της 16ης Αυγούστου, εστιάζοντας μέσω ενός πολυπληθούς κατά τις συνήθειές του καστ, στις δύο «αντιμαχόμενες» και εκ διαμέτρου αντίθετες πλευρές. Από τη μία η εργατική τάξη του Μάντσεστερ που βλέπει όχι μόνο το βιωτικό της επίπεδο να πλήττεται καθημερινά, αλλά να μην υπάρχει και κανένα φως στον ορίζοντα, κι από την άλλη η πολιτική elite του Γουέστμινστερ και των δικαστικών αρχών, με τους πρώτους να τυγχάνουν μόνο της απόλυτης περιφρόνησης των δεύτερων. Ήταν τέτοια η δύναμη της άρχουσας τάξης, που μπορούσε με χαρακτηριστική ευκολία να απελάσει στην Αυστραλία ή να στείλει στην κρεμάλα τον οποιονδήποτε (σε μια α λα Γιάννης Αγιάννης σεκάνς απονομής δικαιοσύνης λίγο μετά το ξεκίνημα, η οποία δίνει τον τόνο των όσων θα ακολουθήσουν).

Από το «Μυστικά και Ψέματα» (1996) μέχρι «Το Μυστικό της Βέρα Ντρέικ» (2004), αλλά και σε όλες σχεδόν τις υπόλοιπες ταινίες του, ο Μάικ Λι πάντα ενδιαφερόταν για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο μέσος Άγγλος πολίτης σε διάφορες χρονικές περιόδους της ιστορίας της χώρας. Η σχετική διαφορά που υπάρχει σε τούτη είναι η έντονη πολιτική ματιά που περιέχει, η οποία κάνει το φιλμ να θυμίζει το σινεμά του συμπατριώτη του σκηνοθέτη Κεν Λόουτς, χωρίς όμως κι αυτός (όπως και ο Λόουτς στο τελευταίο του έργο) να αποφεύγει τις παγίδες του διδακτισμού. Οι άνθρωποι της εργατικής τάξης παρουσιάζονται στο σύνολό τους ως αγνοί βιοπαλαιστές με χρυσή καρδιά, οι δε έχοντες και κατέχοντες ως η ενσάρκωση του απολύτως άσπλαχνου κακού (με τον Αντιβασιλέα Γεώργιο να σπάει ρεκόρ καρικατουρίστικου χαρακτήρα), οι οποίοι σε ένα καθημερινό πλαίσιο το μόνο που κάνουν είναι να τρώνε, να πίνουν και να απεργάζονται τρόπους χειραγώγησης της μάζας. Οι ατελείωτοι ρητορικοί λόγοι, που έχουν σαν σκοπό να υπογραμμίσουν τους σκοπούς των κινητοποιήσεων, εκτός από επαναλαμβανόμενοι μοιάζουν συχνά με έκθεση ιδεών μαθητών γυμνασίου. Όταν, δε, νωρίς σχετικά στη διάρκεια του φιλμ, μια άστεγη γυναίκα εμφανίζεται στο κάπως άσχετο να διαλαλεί τραγουδιστά τον πόνο όλου του ντουνιά, κάπου τα φίδια αρχίζουν να ζώνουν για τα πολύ χειρότερα…

Αυτά ευτυχώς δεν έρχονται, αφού πέρα από τις κάποιες αστοχίες του σεναρίου (που εν πολλοίς μεγεθύνονται και από τη διάρκεια της ταινίας) ο Λι έχει κάνει μια λεπτομερέστατη εν είδει ντοκιμαντέρ καταγραφή των συνθηκών ζωής της εποχής, περιγράφοντας με ιδιαίτερη τρυφερότητα καθημερινά στιγμιότυπα σε γραφεία εφημερίδων, σε φτωχικά σπίτια και σε βιοτεχνίες του Μάντσεστερ, καταφέρνοντας να αποδώσει με ακρίβεια τον αναβρασμό που υπήρχε στον αέρα και που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην κλιμάκωση του φινάλε, εκεί όπου το φιλμ αποκτά έναν περίπου πολεμικό τόνο. Παίρνει μεγάλη βοήθεια για ακόμη μια φορά από τον μόνιμο συνεργάτη του διευθυντή φωτογραφίας Ντικ Πόουπ, ο οποίος, ειδικά στους υπό το φως των κεριών κλειστούς χώρους, φτιάχνει κάδρα αληθινά έργα τέχνης που μοιάζουν έτοιμα να κρεμαστούν στους τοίχους κάποιου μουσείου.

Η πλέον της μισής ώρας αποτύπωση του μακελειού στον Σεντ Πίτερς Φιλντς, που απλώνεται εύλογα στο τελευταίο μέρος του φιλμ, κρύβει εικόνες βίας οι οποίες ίσως να ξενίσουν τους πιστούς φίλους του Λι, μιας και δεν μας έχει συνηθίσει σε κάτι τέτοιο, εξελίσσεται όμως με έναν απολύτως αληθοφανή τρόπο, πετυχαίνοντας να καταγράψει από τη μία την άγνοια των διαδηλωτών, οι οποίοι βλέποντας την πολιτοφυλακή να καταφθάνει δεν μπορούν καλά-καλά να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει γύρω τους, και από την άλλη την τυφλή καταστολή και επίδειξη δύναμης της εξουσίας. Προς τιμήν του, δε, ο σκηνοθέτης δεν ρίχνει ανούσιες κάρτες προ των end credits για το τι επακολούθησε της σφαγής, θεωρώντας (σωστά) πως η ιστορία του ολοκληρώνεται με τα γεγονότα της 16ης Αυγούστου. Τα όσα (διόλου διαφορετικά όσον αφορά τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις) ακολούθησαν, δεν αποτελούν μέρος της σφαγής του Πίτερλου (λογοπαίγνιο που συνδυάζει το Βατερλό με το Σεντ Πίτερς Φιλντς), χώρια που όπως η Ιστορία διαχρονικά επιβεβαιώνει, δυστυχώς, εκείνες οι διεκδικήσεις των εργατών του Λάνκασιρ δεν φαίνεται να έχουν τίτλους τέλους.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μάθημα αγγλικής ιστορίας και μάλιστα… μακράς διαρκείας, με αυτό το τελευταίο να αποτελεί αρκετά σημαντικό μείον, αφού το ευρισκόμενο συχνά σε τροχιά γύρω από τον εαυτό του σενάριο θα μπορούσε άνετα να δεχθεί την περιποίηση ενός ψαλιδιού. Οι φίλοι του Μάικ Λι, πάντως, δεν έχουν να φοβηθούν κάτι, αν και ο Άγγλος σκηνοθέτης δείχνει κι εδώ πως μετά τον «Κο Τέρνερ» (2014) βρίσκεται πια σε τροχιά πτώσης. Όσοι δεν έχουν υπόψη τους τη φιλμογραφία του σκηνοθέτη, καλό θα είναι να μην ξεκινήσουν από τούτο εδώ.


MORE REVIEWS

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.