ΠΕΝΤΕ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ ΣΤΟ ΚΕΝΟ (2014)
(A LONG WAY DOWN)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πασκάλ Σομέιγ
- ΚΑΣΤ: Πιρς Μπρόσναν, Τόνι Κολέτ, Ίμοτζεν Πουτς, Άαρον Πολ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Τέσσερις υποψήφιοι αυτόχειρες γνωρίζονται απρογραμμάτιστα σε ταράτσα ουρανοξύστη παραμονή Πρωτοχρονιάς στο Λονδίνο. Δε θα το κάνουν, συμφωνούν να ζήσουν υπό καθεστώς αλληλοεπιτήρησης μέχρι του Αγίου Βαλεντίνου, γίνονται πρώτο θέμα στα ΜΜΕ, πάνε διακοπές Τενερίφη, γυρίζουν στις ζωές τους. Αν σφαχτούν, αφού ο ένας για τον άλλον ενδιαφερθούν, οι πληγές τους μπορούν να ιαθούν ή solo (αν όχι πρώτα μεταξύ τους) την κόβεις, τελικά, να σκοτωθούν;
Αργήσαμε αλλά καταλάβαμε με ποιο κριτήριο επιλέγει ταινίες ο προτελευταίος 007: να έχουν γυρίσματα σε θέρετρα αναψυχής. Άπονη ζωή! Γι’ αυτόν και τους συμπρωταγωνιστές του Κανάρια και «Πέντε Δευτερόλεπτα στο Κενό», για μας σκοτεινή αίθουσα και μιάμιση ώρα επικίνδυνα κοντά στο τελευταίο καθώς, στην πρώτη αγγλόφωνη απόπειρα τού Γάλλου Πασκάλ Σομέιγ (των, επίσης λιγότερο ή περισσότερο προβληματικών κράσεων και προσωπικοτήτων, «Γάμος σε Δόσεις» και «Καρδιοκατακτητής»), ένα ήδη κυκλοθυμικά αδύναμο μυθιστόρημα του Νικ Χόρνμπι σχεδόν φουρκίζεται στο πανί.
Case proved: Πώς να διασκεδάσουν τη θλίψη σου οι έξω καρδιά τουριστικές γραφικότητες (αστειάκια με το σερβιτόρο, βουτίτσες με τα ρούχα στη θάλασσα, καβγάδες στο πρωινό, ποτάκι στο μπαράκι, ρομαντζάκι με μουλωχτή δημοσιογράφο – Κάπρα, σε παίρνουν στο λαιμό τους…), ενώ σε ρίχνει ψυχολογικά και δε σε ρίχνει ως… κοινό η, με crowd-pleaser αίτια, αυτοκτονία της όποιας πειθούς. Καταρχήν στο ψαχνό τής «μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε» υπόθεσης (το ζόρι τής επούλωσης και τα ερείσματα του παρακάτω για: έναν τηλεπαρουσιαστή οικογενειακά κι επαγγελματικά κατεστραμμένο επειδή κουτούπωσε ανήλικη, μία φτυσμένη από γκόμενο και με εξαφανισμένη αδελφή ασταθή κόρη μη στοργικού πολιτικού, έναν καρκινοπαθή Αμερικάνο ροκά ξεπεσμένο ως πιτσοντελιβερά και μία ανύπαντρη μάνα – κουράγιο σπαστικού παλικαριού).
Και επίσης στα τιναγμένα στον… αέρα μυαλά ενός κρούσματος σάτιρας (ένα «κίτρινο» πρωινάδικο που κάνει μάγκα τον άτυχο Αντώνη Παρασκευά), στο αφημένο γραπτό σημείωμα εξυπνάδων (ο βουλευτής daddy που αυτοσαρκάζεται για την ιδιότητά του άκαιρα), στο φαρμάκωμα ιντρίγκων (πρώτο-πρώτο, με το καλημέρα, το και καλά κάρφωμα του επί 4 απονενοημένου διαβήματος στον Τύπο από ένα ex boyfriend, ρητά επεξηγημένo απ’ τους ήρωες για τη διανοητική ανακούφιση και του πλέον χάσκοντα θεατή) και στις υποπλοκές με τύπους – μάρτυρες (ένας πολύφερνος γιατρός για τη μαμά φύλακα άγγελο), ενώ το υπερδιακριτικό soundtrack του Μαριανέλι και – τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά – πονετικά μοδάτα tracks απ’ τους Irrepressibles ως τους Daughter βλέπουν, επίσης, χώρια τα ραδίκια ανάποδα, κάνοντας μπαμ ως συναισθηματικοί negotiators «στιγμών» στο post.
Θέλεις να… αφήσεις αυτόν τον κόσμο; Μην το κάνεις – αψήφιστα, τουλάχιστον. Άπαξ και δείξεις θάρρος, το τελευταίο ημίωρο του βίου τού φιλμ υποφέρεται πιο άνετα, ενώ η ευφράδεια κι οι λίγο γέλιο – λίγο δάκρυ ψυχισμοί τού brit πνεύματος των «High Fidelity» και «Για Ένα Αγόρι» δίνουν, καθόσο αδύναμα, σημεία ζωής (αδύνατο να μη σκάσει, έστω, χειλάκι στο γκαγκ τού εξ ουρανού Ματ Ντέιμον). Απ’ το μουράτο The Suicide Club κουαρτέτο αγκαλιάζονται η άνεση του υποψήφιου it girl Πουτς μα στις γκριμάτσες μα στο κλάμα, άσε ότι βγάζει μια κάποια συγκινησούλα όψιμα το σεκλέτι που επωμίζεται η Κολέτ στο σκετσάκι κηδεμονίας αναπηρίας. Αλλά πολύ παραπάνω από «Πέντε Δευτερόλεπτα στο Κενό» θα νιώσεις χαμένα εδώ, ενώ χάσκεις συχνά μετέωρος. Να μην πέσεις μαζί τους…