Η ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ (2015)
(THE HUMBLING)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπάρι Λέβινσον
- ΚΑΣΤ: Αλ Πατσίνο, Γκρέτα Γκέργουιγκ, Νίνα Αριάντα, Κίρα Σέτζγουικ, Νταϊάν Γουίστ, Τσαρλς Γκρόντιν, Ντίλαν Μπέικερ, Νταν Χεντάγια
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ / SEVEN FILMS
Ηθοποιός του θεάτρου που αρχίζει σταδιακά να χάνει τη συνοχή του μυαλού του, επιχειρεί ταυτόχρονα να πραγματοποιήσει τη θεαματική επιστροφή του στο σανίδι αλλά και να βρει την ισορροπία στην ερωτική / φιλική / συμβουλευτική (;) σχέση του με μια νεότερη κοπέλα / ερωμένη / θαυμάστριά (;) του.
Αν νομίζατε ότι, κατά τη διάρκεια της φετινής σεζόν, η ιστορία ενός έκπτωτου ηθοποιού και η προσπάθειά του να βάλει σε τάξη τη ζωή του πριν από την πρεμιέρα της επιστροφής του στο θεατρικό σανίδι ήταν αποκλειστικό προνόμιο του «Birdman», τότε κάνετε μεγάλο λάθος. Η «Ταπείνωση» του Μπάρι Λέβινσον (ναι, βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Φίλιπ Ροθ) έχει ακριβώς τον ίδιο θεματικό άξονα και παρουσιάζει ακόμα και μερικές πανομοιότυπες σκηνές με την ταινία του Ινιάριτου, από την εκκίνηση της εξομολόγησης στον καθρέφτη μέχρι τη σκηνή όπου ο ηθοποιός εγκλωβίζεται έξω από το ίδιο του το θέατρο και ακόμα παραπέρα, έως την τελική πράξη, όπου η πραγματικότητα συναντά τη θεατρική σκηνή για ένα έντονο φινάλε. Το τελικό αποτέλεσμα έχει πλάκα και είναι ανάλαφρο, αν και δεν έχει την πολυπλοκότητα του «Birdman» (ανάλογα με ποια πλευρά τού controversy τάσσεσαι), ούτε την ίδια δύναμη στις κωμικές και τις τραγικές στιγμές του. Έχει, όμως, μία δυνατή ερμηνεία από τον Αλ Πατσίνο, που φαίνεται ικανή να ανασκευάσει τις εντυπώσεις από τις… ατυχείς επιλογές του από την πρόσφατη μνήμη.
Συνεχίζοντας τις ομοιότητες με το «Birdman», η «Ταπείνωση» επιχειρεί να επαναφέρει το prestige του κεντρικού πρωταγωνιστή του στις εποχές κατά τις οποίες (κυρίως) ερμήνευε χωρίς να χρειάζεται να καταφεύγει σε μανιέρες και απλουστευμένες προσεγγίσεις. Κι αν στην περίπτωση του Μάικλ Κίτον ήταν περισσότερο εμφανής μια κάποια εξαφάνιση από τα καλλιτεχνικά δρώμενα, στην περίπτωση του Πατσίνο η κατάσταση ήταν περισσότερο ποιοτική παρά ποσοτική. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι ο ηθοποιός δεν εμφανιζόταν συχνά στην μεγάλη οθόνη, όμως σίγουρα δύσκολα μπορεί να αριθμήσει ακόμα και ολιγάριθμες ερμηνείες του ηθοποιού τα τελευταία χρόνια, που να έχουν ουσιαστικό βάρος. Αυτό δεν αναιρείται πλήρως από την εμφάνιση του ηθοποιού στην ταινία (μερικές «εκρήξεις» ερμηνευτικής φασαρίας και θορύβου είναι αναπόφευκτες), όμως είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση που αποδεικνύει πως η μεγαλύτερη δύναμη του Πατσίνο εμφανίζεται όταν επενδύει στις χαμηλότονες στιγμές.
Αυτό που δίνει τον διαφορετικό τόνο στην αφήγηση είναι η προσθήκη της Γκρέτα Γκέργουιγκ, στον ρόλο της κόρης μιας φίλης (με όλες τις έννοιες) του Σάιμον – Πατσίνο – Άξλερ, η οποία σχηματίζει μαζί του μια περίεργη σχέση που κινείται ανάμεσα στην αμιγώς σεξουαλική και εκείνη μεταξύ ινδάλματος και θαυμαστή, όσο η πρώην ερωμένη της αρχίζει να γίνεται όλο και πιο επιθετική απέναντι σε αυτόν. Ταυτόχρονα, μια άλλη θαυμάστρια του Σάιμον θεωρεί ότι, λόγω πρότερης εξοικείωσης μέσω των ρόλων του, αυτός είναι ο πιο κατάλληλος για να αναλάβει τη δολοφονία του άνδρα της. Και οι δύο υποπλοκές είναι αρκετές για να προσδώσουν ένα κωμικό υπόβαθρο στην υπαρξιακή αναζήτηση του ήρωα, ακόμα και αν πολλές φορές καταφεύγουν περισσότερο στην υστερία και λιγότερο στη γενικότερη σουρεαλιστική αντιμετώπιση των καταστάσεων.
Συγκριτικά με τις πρόσφατες προηγούμενες δουλειές του Λέβινσον («The Bay», «Κοίτα Τι Έγινε», «Man of the Υear»), η «Ταπείνωση» είναι σίγουρα περισσότερο φιλόδοξη και, τελικά, μάλλον η καλύτερη από αυτές, αλλά χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποτελεί μια πραγματικά ολοκληρωμένη ταινία. Οι ιδέες τού βιβλίου του Ροθ μεταφέρονται αυτούσιες στη μεγάλη οθόνη, όμως ο σκηνοθέτης αποτυγχάνει να τις δέσει σε ένα ενιαίο σύνολο, με αποτέλεσμα να φαίνονται ελλιπείς και ασύνδετες μεταξύ τους. Αυτό οδηγεί και σε συχνές αλλαγές του ύφους, οι οποίες μετατρέπουν την ταινία ακαριαία από δράμα σε φαρσοκωμωδία και από υπαρξιακών αναζητήσεων φιλμ σε ελαφριά σάτιρα του κόσμου του θεάματος. Το παράδοξο είναι ότι αυτή η αποτυχία δεν επηρεάζει τον ίδιο τον Πατσίνο, ο οποίος μέχρι το φινάλε συνεχίζει να πρωταγωνιστεί… μόνος του σε ένα σαφώς καλύτερο έργο μιας παράλληλης πραγματικότητας. Ρίξιμο αυλαίας.