BEKAS (2012)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμικό Δράμα Δρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Καρζάν Καντέρ
- ΚΑΣΤ: Ζαμάντ Ταχά, Σαργουάρ Φαζίλ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 97’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΛΚΥΟΝΙΣ ART CINEMA
Στο επί Σαντάμ εμπόλεμο Κουρδιστάν το 1990, με σκοτωμένους γονείς αδελφάκια στο δρόμο πλακώνονται να πάνε στο Αμέρικα και τρώνε πακέτο: ματσάκι, ταινία και ήρωα – φετίχ το «Superman», μπούλη γείτονα, το μετιέ τού λουστράκου, αποχωρισμό από τυφλό «παππού», παραλίγο πνιγμό, ερωτεύσιμη νουνούζα με μενταγιόν πασαπόρτι, γαϊδαράκο, φορτία Coca-Cola, traffickers, φίλο του πατέρα του, χακί μπλόκα και νάρκη. Μαζί μπορούν;
Bekas θα πει «ορφανός». Ευτυχώς, κάλλιο αργά παρά ποτέ βρίσκει σπίτι και στην Ελλάδα το ντεμπούτο του Ιρακινού, σκαστού στα μικράτα του πρόσφυγα και με υπηκοότητα Σουηδού πια, Καρζάν Καντέρ, που δύο χρόνια πριν πρόσθεσε σελίδες στο διαβατήριο του – με αργυρό σπουδαστικό Όσκαρ 2011 – φερώνυμου (και ταυτόσημου σε υφάκι και αρκετές σκηνές) μικρού μήκους του, μεγαλώνοντας (έστω με δυσκολίες) στο πανί μ’ αυτή τη «μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε», χαρμολύπης ντραβάλων σύγχρονη τριτοκοσμική road περιπέτεια, βασισμένη εν μέρει σε βιώματά του.
Τη δικτατορική Αραβική προ-Άνοιξη, την κινδυνώδη αστεγίλα και βιοπάλη τής «παίδες εν καμίνω» κατάστασης, το διακύβευμα και το απάγκιο της we are family ενότητας, το παρθενικό σκίρτημα, την άσβεστη ελπίδα / την πηγαία αποφασιστικότητα / την πλέρια αθωότητα της πρώτης ηλικίας, την… Οδύσσεια Ενός Ξεριζωμένου, τα ‘χεις ματαδεί όλα λάου λάου στοιβαγμένα στο container καλύτερα – γιατί εδώ παραπάνω απ’ τα μισά ευτράπελα ή πονετικά απρόοπτα λαμβάνουν χώρα μέσα σε μια μέρα! Άσε τ’ ότι ο σκηνοθέτης έχει πλαστογραφήσει για τα χαρτιά του σφραγίδες απ’ το «Slumdog Millionaire» και το «Everything Is Illuminated», ενώ το δίδυμο Steadicam και μουσικούλας (που σε άλλες περιπτώσεις, πάντως, κάνουν… μουλάδες με ηλιόλουστη σέπια και χάδια κουιντέτου & programming) πορώνονται ή κλαίγονται α λα Ινιάριτου ενίοτε.
Η Ύπατη Αρμοστεία ευτυχώς σε περνάει απέναντι. Ο φωνακλάς Ζαμάντ Ταχά ξεφτιλίζει Βασιλάκη Καΐλα (κι Αλέκο Τζανετάκο σε 6χρονη εκδοχή στο επανερχόμενο γκαγκ της καρπαζιάς με συνοδευτικό παντοφλιάς), το σασπένς (στον πρώτο στρατιωτικό έλεγχο με τους καθρέφτες κάτω απ’ το σασί, στον δεύτερο με την ξιφολόγχη στο port package και στο με-κάτι-από-«Hurt Locker» solo χουνέρι) σε σακουλιάζει κι εσένα στο κοντραμπάντο των ανθρώπινων ψυχών, και στα ενδιάμεσα δρα η Ύπατη Αρμοστεία: η καρδιά, το ψύχωμα, το χιούμορ.
Σε σκανταλιές όπως το με moonwalk κατούρημα, σε χαριτωμενιές όπως ο βαφτισμένος Μάικλ Τζάκσον όνος, σ’ ευφυολογήματα («Αγράμματε!», φωνάζει ο σπόρος σ’ έναν καθηγητή που του δίνει λειψή αμοιβή αφού του γυάλισε τα παπούτσια), σε νύξεις στη θεοκρατία (το «Βγάλ’ την τσίχλα σου» στο τζαμί και το πέσιμο από μια ταράτσα τού τρομαγμένου απ’ το κάλεσμα του μουεζίνη βενιαμίν). Και σ’ ένα… ψέμα, ότι ο Καλ-Ελ μιλάει όλες τις γλώσσες και μπορεί να φέρει πίσω τον μπαμπά και τη μαμά, που θα δοκιμάσει τον δεσμό αίματος των δύο αγοριών. Θα χαθούν. Θα βρουν ξανά ο ένας τον άλλον και τη land of the free; Και τι ζόρι ακόμα στην πορεία; Ψάξ’ το. Γιατί απαιτούμε πάντα άσυλο για τους αλλοδαπούς ανέστιους κι ιθαγένεια για τα ξενάκια. Υιοθετείς προσώρας αυτά…