RBG: ΜΙΑ ΖΩΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ (2018)
(RBG)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζούλι Κοέν, Μπέτσι Γουέστ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: NEO FILMS
Η ζωή της φιλελεύθερης δικαστού και μέλους του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, η οποία έμελλε να αλλάξει τον ρου της αμερικανικής ιστορίας, γίνεται ένα απολαυστικό ντοκιμαντέρ που φέτος βρέθηκε στην οσκαρική πεντάδα των υποψηφιοτήτων της κατηγορίας του.
Παραμένοντας ακόμη ακμαία στα 86 της χρόνια, η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ είναι μία γυναίκα που θα μπορούσε εύκολα να καυχηθεί ότι «έστρωσε» τον δρόμο για την αποδοχή της φυλετικής ισότητας και την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αμερική, εντούτοις κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε άμεση αντίθεση με τη νουθεσία της μητέρας της «Να είσαι κυρία!», μια συμβουλή που, όπως φάνηκε, χαρακτήρισε ολόκληρη την επαγγελματική και προσωπική ζωή τής Γκίνσμπεργκ, από τα νεανικά της χρόνια μέχρι και σήμερα.
Πανέξυπνη και εσωστρεφής, η Γκίνσμπεργκ, έχοντας πάντα ως πρότυπο την ακλόνητη, δυναμική παρουσία της μητέρας της, Σίλια, αποτέλεσε μια πολύ ξεχωριστή περίπτωση γυναίκας που είχε ήδη ξεκινήσει να «γράφει» ιστορία πολύ πριν το συνειδητοποιήσει, αρχής γενομένης από τη φοίτησή της στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ το 1956, στην οποία ήταν μία από τις εννέα μόλις γυναίκες, σε μια τάξη με πεντακόσιους (!) άνδρες. Η μεταγραφή της αργότερα στη Νομική Σχολή του Κολούμπια θα την καταστήσει την πρώτη γυναίκα που θα φιλοξενηθεί σε δύο διάσημα περιοδικά νομικού περιεχομένου, με την ίδια να θέτει έτσι τα θεμέλια μιας κληρονομιάς που θα χαρακτηριζόταν από την αδιάκοπη πάλη της κατά των διακρίσεων φύλου, ιδιαίτερα την περίοδο του ’60 και του ’70, όταν το φαινόμενο του γυναικείου σεξισμού ήταν τόσο υπαρκτό και καθημερινό σε βαθμό που η απόλυση μιας γυναίκας επειδή ήταν έγκυος ή το γεγονός πως αμειβόταν λιγότερο από έναν άνδρα συνάδελφο ήταν κάτι απολύτως λογικό, επειδή… εκείνη έφταιγε που είχε γεννηθεί γυναίκα!
Εάν συνεχίζεις να μην έχεις ιδέα για το ποια είναι η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, τότε το ντοκιμαντέρ των Κοέν και Γουέστ θα σου λύσει όλες τις απορίες, ουσιαστικά καταγράφοντας την πορεία τής ιδιαιτέρως δημοφιλούς και αγαπητής δικαστού, από την παιδική της ηλικία μέχρι και σήμερα, σκιαγραφώντας το πορτρέτο μιας γυναίκας ειδώλου που έχει αναχθεί σε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της pop κουλτούρας, με τους θαυμαστές της να της αποδίδουν μάλιστα μέχρι και το ψευδώνυμο «Notorious R.B.G.», κατά το παράδειγμα του περιβόητου Αμερικανού rapper Notorious B.I.G. Γεμάτο από μαρτυρίες φίλων, συνεργατών και οικογενειακών μελών, το «RBG» επιχειρεί να φωτίσει διαφορετικές πτυχές της συναρπαστικής ζωής της Γκίνσπεργκ, ακολουθώντας μία χρονικά «καθαρή» αφηγηματική γραμμή, με ελάχιστα flashback που χρησιμοποιούνται ως τεκμήρια των όσων λέγονται και ακούγονται από τους συνεντευξιαζόμενους αλλά και από την ίδια την Γκίνσμπεργκ. Υπό αυτή την άποψη, το ντοκιμαντέρ δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερη πρωτοτυπία ως προς την αναπαραγωγή των γεγονότων, αλλά αντλεί τη δύναμή του από το γεγονός πως πρόκειται για μια ταινία όπου βλέπεις – κυριολεκτικά – την Ιστορία να γράφεται μπροστά στα μάτια σου.
Αυτό που γίνεται γρήγορα εμφανές είναι πως οι Κοέν και Γουέστ δεν έχουν καμία διάθεση να πλέξουν το εγκώμιο της πρωταγωνίστριάς τους, παρ’ όλα αυτά οι συνθήκες ζωής της Γκίνσμπεργκ είναι αυτές που τελικά λειτουργούν ως μπούσουλας για μια από τις πιο συντηρητικές, αλλά ταυτόχρονα και βαθιά ριζοσπαστικές περσόνες της σύγχρονης Ιστορίας, λες και η ίδια η μοίρα είχε (κατά κάποιον τρόπο) πολύ συγκεκριμένο σχέδιο για εκείνην, και η Γκίνσμπεργκ με τη σειρά της το έφερε εις πέρας άψογα. Φυσικά, από το ντοκιμαντέρ δεν λείπουν και οι αντίπαλες φωνές, προερχόμενες κυρίως από τη συντηρητική πλευρά της πολιτικής ζωής των ΗΠΑ, μολονότι ακόμη και αυτές μοιάζουν να ωχριούν μπροστά στην αυταπόδεικτη δημοφιλία της Αμερικανίδας δικαστού, που μέσα από τη μακροχρόνια δράση της έχει καταφέρει αυτό που λίγοι θα μπορούσαν να φανταστούν: να καταστήσει το ζήτημα της φυλετικής ισότητας σε θέμα ανοιχτό για διεκδίκηση από κάθε άτομο (γυναίκα ή άνδρα), κάτι το οποίο μερικές δεκαετίες πριν θα εξαιρούνταν από το όποιο «παραθυράκι» της νομοθεσίας λόγω φύλου.