FreeCinema

Follow us

Ο ΦΑΡΟΣ (2019)

(THE LIGHTHOUSE)

  • ΕΙΔΟΣ: (Φεύγα) Art-House Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρόμπερτ Έγκερς
  • ΚΑΣΤ: Ρόμπερτ Πάτινσον, Γουίλεμ Νταφόου
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 109'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: TULIP

Στα 1890, σε μυστηριώδες και εντελώς αποκομμένο από τον πολιτισμό ξερονήσι έξω από τη Νέα Αγγλία, δύο άνδρες έρχονται αντιμέτωποι με τη λογική και τη σημασία της ύπαρξής τους, έχοντας ως μοναδική φροντίδα την αδιάκοπη και σωστή λειτουργία ενός φάρου.

Το «διαβασμένος» δεν σημαίνει απαραίτητα και δημιουργικός. Ο 36χρονος Ρόμπερτ Έγκερς εμφανίστηκε στη σκηνοθεσία με το «The VVitch: A New-England Folktale» (2015), ένα ντεμπούτο το οποίο παρουσιάστηκε σαν η «νέα» ματιά στο σινεμά τρόμου και, προσωπικά, μόνο σε κατάσταση γέλωτα θυμάμαι να με είχε φέρει. Ο Έγκερς έχει εμφανείς αρτίστικες αισθητικές καταβολές και οι πρώτες του δουλειές στον κινηματογράφο είχαν να κάνουν με το production design και τα κοστούμια. Με άλλα λόγια, αυτά έχει μελετήσει, έχει αναζητήσει το υλικό της στιλιστικής του βάσης και (μάλλον) το λιγότερο που τον αφορά κατόπιν είναι… η ιστορία. Όσοι έχουν δει εκείνο το φιλμ, καταλαβαίνουν πολύ καλά τι εννοώ.

Η κριτική τον υποδέχτηκε θερμά τότε, αλλά με το που έστειλε τον «Φάρο» στις περσινές Κάννες, το hype έφτασε στον Θεό! Δυστυχώς, με απλά λόγια, το έργο αποτελεί έναν «εκτροχιασμό» της όποιας hipster-ικής αντίληψης του τι εστί 7η Τέχνη, είναι ικανό να προκαλέσει τον έντονο εκνευρισμό ή (αδιέξοδες) συζητήσεις (ενδεχομένως και ωρών) για το «τι ήθελε να πει ο ποιητής» και, παρά την (κυριολεκτικά ανεξήγητη και αδικαιολόγητη) ώθηση / φημολογία ότι μπορεί να φτάσει και μέχρι στις φετινές υποψηφιότητες των Όσκαρ, δικαίωσε μονάχα το πιο καλοδουλεμένο καλλιτεχνικά κομμάτι του, μπαίνοντας στην πεντάδα της καλύτερης διεύθυνσης φωτογραφίας (με ένα απόλυτα δηθενάδικο 1.19:1 aspect ratio, σε μαυρόασπρο φιλμ, εννοείται…).

Ο «Φάρος» μάς τοποθετεί στα 1890 (παρατηρείται, δηλαδή, ένας εθισμός στο κλίμα περιόδου, μετά τα 1630 της πρώτης του ταινίας), σε ένα ξερονήσι που διαθέτει έναν φάρο, με δύο άνδρες να φροντίζουν για τη σωστή λειτουργία του. Ο ένας είναι βετεράνος ναυτικός που λες κι έχει ριζώσει εκεί, ο άλλος ένας «ψαρωμένος» νεαρός που σταδιακά αρχίζει να έχει αμφιβολίες για το τι είναι πραγματικό ή μη στο νησί. Τις ίδιες ανησυχίες μπορεί να έχει σταδιακά και ο θεατής, ο οποίος παρακολουθεί τους Ρόμπερτ Πάτινσον και Γουίλεμ Νταφόου να παίζουν στα σύνορα της θεατρικής μανιέρας, λες και το έργο βασίζεται σε σαιξπηρικό λόγο και δραματουργία αρχαιοελληνικής τραγωδίας (για να μην πω ότι παραλίγο να αναζητήσω την προέλευση ποιητικών τσιτάτων στο Google…). Όταν ο πρώτος σκοτώσει έναν γλάρο που τον παρενοχλούσε νύχτα-μέρα, ο δεύτερος θα θεωρήσει ότι το πτηνό τούς έχει καταραστεί, διότι ως προληπτικός πιστεύει σε έναν θρύλο που λέει ότι τα συγκεκριμένα πουλιά κουβαλάνε μέσα τους τις ψυχές ναυτικών που χάθηκαν στις θάλασσες.

Αν τα πρώτα επτά λεπτά απόλυτης σιωπής σε έβαλαν σε ανησυχία, αυτό που ακολουθεί είναι ακόμη πιο τρομακτικό. Ο Έγκερς δεν οδηγεί πουθενά την αφήγησή του, απολαμβάνοντας (σαν αυτοϊκανοποιούμενος) το εικαστικό του σύμπαν που αποτελεί μία σκέτη… τρικυμία στο κρανίο! Ο «Φάρος» του αναλώνεται σε όμορφες εικόνες «νεκρής φύσης» και γεωμετρίας που στους εσωτερικούς χώρους θυμίζουν τη «Νύχτα του Κυνηγού» (1955) του Τσαρλς Λότον, τη στιγμή που η διανοητική ισορροπία των δύο ηρώων του τίθεται υπό αμφισβήτηση. Είναι κάποιος από τους δύο τους τρελός; Μήπως τα χάνουν και οι δύο; Υπάρχει περίπτωση ο ένας να αποτελεί… φανταστικό χαρακτήρα; Δίπλα σε αυτά τα ακανθώδη ερωτήματα, ο Έγκερς παρακολουθεί τους δύο άνδρες να… κλάνουν ηχηρά ή να αυνανίζονται καθώς φαντάζονται ονειρεμένες γοργόνες ή ακόμη και κάτι το «απροσδιόριστα» ομο-ερωτικό, το οποίο ενίοτε υποφώσκει αλλά δεν δηλώνεται με πράξεις ή επιδιώξεις.

Το δεύτερο μέρος στέκει ως μία από τις πλέον εξουθενωτικές (η ηχητική μπάντα σε κάνει να θέλεις να κόψεις τα αυτιά σου με τσεκούρι) εμπειρίες που είχα στο σινεμά εδώ και πολλά χρόνια! Πρόκειται για έναν αχταρμά από εμφανώς κλεμμένες «αναφορές» σε ζωγραφικούς πίνακες (από Σάσα Σνάιντερ μέχρι Ζαν Ντελβίλ) και φιλμικά παραδείγματα (από Ζαν Επστάιν μέχρι Καρλ Ντράγερ), οτιδήποτε το avant-garde που μοιάζει να σε καλεί να παίξεις ένα test γνώσεων, οι οποίες αντί για ουσιαστικές μπορεί να βασίζονται σε ένα απλό «ξεφύλλισμα» έργων τέχνης. Η ιστορία δεν βγάζει κανένα νόημα (ούτε σαν «σπαζοκεφαλιά»), οι δύο άνδρες πλακώνονται μεταξύ τους ή καταστρέφουν οτιδήποτε τους επιτρέπει να επιβιώσουν στο ξερονήσι, ενώ οι «παραισθητικές» στιγμές φτάνουν σε σημείο να προκαλούν έως και το γέλιο (ειδικά όταν αρχίζουν να εμφανίζονται… πλοκάμια στην «απαγορευμένη» κορυφή του φάρου ή όταν ο χαρακτήρας του Νταφόου φαίνεται πως έχει μία… σεξουαλικού είδους σχέση με αυτόν και το φως που εκπέμπει!). Τέλος (και εξήγηση) δεν υφίστα(ν)ται (διότι εδώ κάνουμε «τέχνη», όχι μπαναλαρία…), με το επιλογικό κάδρο του «Φάρου», ένα μετωπικό τράκο Λουίς Μπουνιουέλ με Αισχύλο, να προκαλεί πραγματικό θυμό. Εάν επιτρεπόταν η οπλοχρησία, με τέτοιες ταινίες θα είχαμε γενοκτονίες ολόκληρες στα σινεμά!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Όχι.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.