FreeCinema

Follow us

Η ΔΑΣΚΑΛΑ ΤΟΥ ΠΙΑΝΟΥ (2001)

(LA PIANISTE)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μίκαελ Χάνεκε
  • ΚΑΣΤ: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Μπενουά Μαζιμέλ, Ανί Ζιραρντό
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 131’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Η Έρικα έχει μεγάλο ταλέντο, ιδιαίτερα όταν παίζει Σούμπερτ και Σούμαν. Ωστόσο, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει τίποτα περισσότερο από μια εξαιρετική δασκάλα του πιάνου. Όπως δεν κατάφερε να κόψει το λώρο από την παθητικά επιθετική μάνα της, να αντιληφθεί / αποδεχθεί τη σεξουαλικότητά της ως οτιδήποτε άλλο πέρα από μια ενοχική, μαζοχιστική εμμονή, να αγαπήσει και να αγαπηθεί, να μοιραστεί…

Ο Χάνεκε ούτε κακός σκηνοθέτης είναι, ούτε κακές ταινίες φτιάχνει. Κάθε άλλο. Τις περισσότερες φορές, όμως, ο τρόπος που προσεγγίζει τους ήρωες και τα θέματά του με βρίσκει ιδεολογικά αντίθετη. Κάθετα. Κυρίως γιατί μου δίνει την εντύπωση πως τους κοιτά αφ’ υψηλού, χωρίς να τους λογοκρίνει, αλλά και χωρίς να τους κατανοεί, συχνά ως ένας απρόσιτος, είρων και άτεγκτος τιμωρός. Άποψη, θα μου πεις, για μια ολόκληρη φιλμογραφία, που σηκώνει πολλή κουβέντα και άρα απαιτεί πολύ περισσότερο χώρο και χρόνο ανάπτυξης από όσους αναλογούν στην έκφραση γνώμης για μια και μόνο ταινία. Άποψη, ωστόσο, που αξίζει να κατατεθεί έστω και έτσι, επιγραμματικά. Γιατί μπορεί να ισχύει (εύστοχα) για το – ανατομία τού παράλογου της βίας που μας ξεπερνά, αν και είναι γραμμένη στο DNA μας – ένα, («Παράξενα Παιχνίδια»), αλλά όχι και για το άλλο από τα μόλις δύο πονήματα του Χάνεκε που με σημάδεψαν ανεξίτηλα: αυτήν την αναπάντεχα, συνταρακτικά συγκινητική, «Δασκάλα του Πιάνου», που προβάλλεται σε επανέκδοση, με νέες κόπιες (κατ’ ισχυρισμόν της εταιρείας διανομής, δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή), έτσι και αλλιώς διαχρονική.

Για πρώτη φορά αισθάνθηκα τον Αυστριακό σκηνοθέτη εκεί, μόλις λίγο έξω από το πλάνο, να μοιράζεται τις ανάσες της Έρικα, και απέναντί της, εκείνες του θεατή. Πάντα δίπλα. Συμπαραστάτης και συνοδοιπόρος. Να απογυμνώνει, να αποκαλύπτει και να κοινωνεί έναν άνθρωπο πολιορκημένο, όχι από μια αδικαιολόγητη, εξωφρενική άσκηση βίας (όπως η σε διακοπές οικογένεια στα «Παράξενα Παιχνίδια») ή το μοιραίο των γηρατειών και της αρρώστιας ( σαν το ηλικιωμένο ζευγάρι του «Αγάπη»), αλλά από τον ίδιο του τον – συναισθηματικά ακρωτηριασμένο – εαυτό. Τη δική του ελεύθερη βούληση. Που υποτίθεται πως είναι υπό τον απόλυτο έλεγχό του…

Πάντα εκεί, λοιπόν, πάνω από τα ασπρόμαυρα πλήκτρα, όπου η Έρικα θυσίασε αμετάκλητα τα πάντα, όχι όμως για να εκπληρωθεί με την καριέρα μιας περίφημης πιανίστριας, αλλά για να μείνει με το ανικανοποίητο της παραδοχής: τελικά η τέχνη της έγινε προς το ζην δουλειά και η ίδια από καλλιτέχνιδα, δασκάλα. Εκεί, πάνω στη μπανιέρα, με το ξυραφάκι ψηλά, στο εσωτερικό των ποδιών, για να πονέσει και να θυμηθεί πως είναι ακόμα ζωντανή, αλλά και για να ματώσει αυτοβούλως, στο δικό της χρόνο, με το δικό της, άκαρπο τρόπο, ανταγωνιζόμενη το φυσικό, γόνιμο, αλλά… άσπαρτο κύκλο του σώματός της. Εκεί, ανάμεσα στους αποπνικτικά γνώριμους τοίχους του οικογενειακού σπιτιού, στοιχειωμένου από την ακατανίκητη, δεσποτική, πικρόχολη και εκδικητικά απογοητευμένη, πανταχού παρούσα μάνα και την άγονη στασιμότητα της πατρικής απουσίας, που έχουν πάψει καιρό να τη θρέφουν και πλέον μόνο σκοτώνουν. Εκεί, μέσα στην τσέπη της πιο χαρισματικής μαθήτριας, που η Έρικα γεμίζει με σπασμένο γυαλί, για να της πληγώσει ανεπανόρθωτα το χέρι. Ίσως γιατί ζηλεύει. Ίσως, πάλι, γιατί κάπως, κάπου βαθιά μέσα της νοιάζεται και δε θέλει να δει άλλο ένα – όλο όνειρα και ελπίδες – κορίτσι να αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στο πιάνο μόνο και μόνο για να καταλήξει, στα 40 της, μετανιωμένη, να βουλιάζει στην κινούμενη άμμο προδομένων υποσχέσεων και αδιέξοδων υποκατάστατων. Και εκεί, στα κρύα, σκληρά και αλύγιστα πατώματα, όπου ο νέος και ωραίος μαθητής της «υποκύπτει» τελικά στη μαζοχιστική, ερωτική επιθυμία της. Μόνο που αυτό δεν είναι σεξ, ούτε έρωτας, ούτε σύνδεση, ούτε επικοινωνία…

Η Έρικα συνειδητοποιεί, τελικά, πως η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται ποτέ στη φαντασίωση, πως η ζωή κάνει πάντα σχέδια για εμάς, χωρίς εμάς, και πως το μόνο που είναι υπό τον έλεγχό μας είναι ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίσουμε ό,τι συμβαίνει χωρίς να το έχουμε προβλέψει, επιθυμήσει, ή φανταστεί. Έτσι, η Έρικα αποφασίζει επιτέλους πως αυτός ο εξωγενής και ανεξέλεγκτος πόνος που της «προσφέρει» οργισμένος ο μαθητής / φέρελπις εραστής της, αυτή η έξωθεν, οδυνηρή και βίαιη τιμωρία που της επιφυλάσσει η ζωή (και ως κινηματογραφικός δημιουργός της, ο Χάνεκε), ούτε της ταιριάζει, ούτε τις αξίζει. Και την αποποιείται. Δεν εγκαταλείπει, όμως. Συνεχίζει να υπάρχει. Να ζει. Και να παλεύει, θυμωμένη, με τον ίδιο της τον εαυτό, πονώντας και ματώνοντάς τον όπως και όποτε αυτή θέλει. Και αυτό είναι μια ιδιόρρυθμα, αλλά καθαρόαιμα θαρραλέα άρνηση συμβιβασμού ή υποταγής, και ταυτόχρονα γενναία έκφραση αυτογνωσίας και ελεύθερης βούλησης.

Βραβευμένη με το μεγάλο βραβείο της επιτροπής, γυναικείου και ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ των Καννών, προικισμένη με μια ερμηνεία ζωής από την Ιπέρ και αμετάκλητης ένταξης στο χάρτη του πλανήτη των εικόνων από το Μαζιμέλ, η «Δασκάλα του Πιάνου» δεν είναι το μισογύνικο (όπως είπαν μερικοί) πορτρέτο μιας υστερικής γυναίκας, αλλά η απρόσκοπτη μετάγγιση ενός τσακισμένου, μα ακατάβλητου ανθρώπινου πλάσματος. Που όπως όλοι μας, προφανώς «φυσιολογικοί» και αφανώς «εκκεντρικοί», με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ακροβατεί στη λεπτή, θολή γραμμή που χωρίζει το μεγαλείο από την τρέλα, τον έρωτα από κάθε είδους θάνατο, το θέλω από το μπορώ, το φόβο από την ελπίδα, τη μοίρα από το εγώ, τον πόνο από την ηδονή, την επανάσταση από τη διαστροφή…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αν το στομάχι σου δε σηκώνει το σινεμά του Χάνεκε, ή πιστεύεις σε ένα εύκολα προσδιορισμένο και κοινώς αποδεκτό «φυσιολογικό», ή θεωρείς πως η υστερία είναι αποκλειστικά γυναικείο χαρακτηριστικό, μην περάσεις ούτε απ’ έξω. Αν, όμως, δε φοβάσαι τις επικίνδυνες, εύστοχα κινηματογραφημένες ερωτήσεις για το τι εστί άνθρωπος, μη διστάσεις να βιώσεις την εμπειρία του, όπως της πρέπει, στη μεγάλη οθόνη.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.