PIXELS (2015)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμική Περιπέτεια Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κρις Κολόμπους
- ΚΑΣΤ: Άνταμ Σάντλερ, Μισέλ Μόναγκαν, Κέβιν Τζέιμς, Πίτερ Ντίνκλετζ, Τζος Γκαντ, Ματ Λιντζ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Εξωγήινοι παρεξηγούν τα αποσπάσματα κλασσικών βιντεοπαιχνιδιών των 80’s ως… πολεμική πρόκληση και επιτίθενται στον πλανήτη Γη σήμερα, έχοντας μετατρέψει κάποια από αυτά (σαν τον Pac-Man και τον Donkey Kong) σε Όπλα Μαζικής Καταστροφής! Μοναδική μας ελπίδα αντίστασης, οι nerdy αλλά losers ως ενήλικοι, πια, πρωταθλητές εκείνων των παιχνιδιών…
Αυτά τα παιδιά του Κρις Κολόμπους πρέπει να είναι πολύ ευτυχισμένα, καθώς ο μπαμπάς φαίνεται ανίκανος να φτιάξει μια ταινία με ξεκάθαρα ενήλικο target group, 30 χρόνια τώρα (από τις αρχές των 80’s, οπότε και πρωτοάφησε αξιοσημείωτα ίχνη στον πλανήτη των εικόνων, ως γραφιάς τότε των κλασικών και αγαπημένων «Goonies» και «Gremlins»). Λες και σκαρφίστηκε όλη τη φιλμογραφία του (με τις δύο πρώτες ταινίες του «Χάρι Πότερ», «Η Φιλοσοφική Λίθος» και «Η Κάμαρα με τα Μυστικά», να προβάλλουν ως τα σκηνοθετικά αριστουργήματά του!) για αυτά και τους φίλους τους. Γιατί, μην έχεις καμία αμφιβολία, αυτά τα «Pixels» είναι ουσιαστικά μια παιδική ταινία. Ή, για να είμαι πιο ακριβής, μια προεφηβική ταινία.
Απλά, οι ενίοτε ξεκαρδιστικές και ευφάνταστες, πάντα νοσταλγικές αναφορές τους στη δεκαετία του ‘80 (όπως ο τρόπος που οι εξωγήινοι επικοινωνούν χρησιμοποιώντας αστέρες της pop κουλτούρας εκείνης της εποχής – από τη νεότατη τότε Μαντόνα έως την αναπάντεχη, καίρια guest εμφάνιση του «The world’s first computer-generated TV host» Max Headroom ή το ομοίως εύστοχο πέρασμα του αγαπημένου Νταν «Ghostbusters» Ακρόιντ στο καλωσόρισμα – και φυσικά ο τρόπος που τα πολύχρωμα, γιγάντια pixels των βιντεοπαιχνιδιών με τα οποία μεγαλώσαμε αποδομούν τη σύγχρονη πραγματικότητα) είναι αδύνατον να αφήσουν ασυγκίνητους και τους 40+ ενήλικους που θα συνοδεύουν τα βλαστάρια τους ή… το παιδί μέσα τους. Επιπλέον πόλοι έλξης γι’ αυτούς; Οι όλα τα λεφτά ατρόμητοι και αναίσχυντοι κωμικοί οδοστρωτήρες (αναμενόμενα) Γκαντ και – αναπάντεχα – Ντίνκλετζ (ναι, ο Τίριον του «Game of Thrones»). Οι συνήθως σκληροί κι ασήκωτοι, κακώς τυποποιημένοι ως… κακοί, Μπράιαν Κοξ και Σον Μπιν, ως (αυτο)παρωδικά, σε σωστές, μικρές δόσεις, comic relief – ανεγκέφαλοι επικεφαλής αμερικανικού και βρετανικού στρατού αντίστοιχα (στη σκηνή που ουρλιάζουν αγκαλιασμένοι ειδικά, μπορεί και να πνιγείς από τα γέλια). Οι λιγοστές αλλά εξόχως σουρεάλ εξάρσεις (βλέπε το… κούκου κόλλημα του Έντι / Ντίνκλετζ με τις Σερίνα Γουίλιαμς και Μάρθα Στιούαρτ). Και τα εξαιρετικά, παιχνιδιάρικα οπτικά εφέ, που δεν αφήνουν στιγμή τα μεταλλαγμένα, υπερμεγέθη, εξωγήινα pixels να μοιάζουν φτηνιάρικα ή ψεύτικα.
Όλα τους σωτήρια ατού, που κάνουν κάτι (λίγο) παραπάνω από υποφερτό ένα φιλμ, το οποίο κατά τα άλλα δεν πείθει… ούτε με σφαίρες. Αφενός γιατί οι Σάντλερ και Τζέιμς (ως Πρόεδρος των ΗΠΑ ο τελευταίος!) δεν ερμηνεύουν τους ρόλους τους, απλά υποδύονται τους εαυτούς τους. Επειδή αφετέρου ουδείς από τους χαρακτήρες δεν στέκει, ούτε στο ελάχιστο, ως εν δυνάμει πραγματικός άνθρωπος. Συν του ότι η σκηνοθεσία, όσο καλά τα καταφέρνει με τα «ολοζώντανα» ψηφιακά εφέ, τόσο ανεπαρκής και ανέμπνευστα ξύλινη προκύπτει στην καταγραφή των διαπροσωπικών σχέσεων, με αποτέλεσμα όχι μόνο το ρομάντζο μεταξύ των Σάντλερ και Μόναγκαν, αλλά ούτε καν η κολλητή φιλία μεταξύ των Τζέιμς και Σάντλερ να βγάζει νόημα και να λειτουργεί. Και πώς τέλος πάντων ο ένας μεγάλωσε και έγινε – γκαφατζής έστω – Πρόεδρος της Αμερικής, ενώ ο άλλος περιορίστηκε στην… εγκατάσταση οικιακών συστημάτων ήχου και εικόνας; Και γιατί η σύζυγος του Πρόεδρα, Τζέιν Κρακόβσκι, είναι τόσο ουρανοκατέβατη γλάστρα; Και γιατί… πόσα άλλα ακόμη! Ψυχραιμία, όμως. Μην παραπονιέσαι. Είπαμε, το παιδί δίπλα σου (ή μέσα σου), μια χαρά θα περάσει.