FreeCinema

Follow us

ON TV NO ONE CAN HEAR YOU SCREAM.


Το φαινόμενο «The Walking Dead» (με τη μερική συνδρομή των «True Blood» και «American Horror Story») έδειξε το δρόμο: (και) ο τρόμος μπορεί να γεννηθεί και να θεριέψει καθηλωτικά στην (τεραστίων διαστάσεων, πλέον) μικρή οθόνη. Η Ιωάννα Παπαγεωργίου (με την καταλυτική, εκ του… Σέιλεμ, συνδρομή της Σοφίας Σταυριανίδου) ιχνηλατεί τα άραχνα σκοτάδια 4 +1 ιστοριών τηλεοπτικού τρόμου, που αξίζουν τα… ουρλιαχτά σου.

helix1

«Helix». What the fuck is going on?

Η ζωή σε άσπρο και μαύρο. Το άσπρο του πανταχού παρόντος χιονιού της Αρκτικής, των αποστειρωμένων ιατρικών στολών και εξοπλισμού, του ψυχρού φωτισμού της ιδιωτικής, ερευνητικής βάσης, των επίπεδων, ιριδιζόντων ματιών των Άλλων – παιδιών της Ilaria, του άσπρου φόντου του ημερολογίου και των τίτλων της αρχής. Και το μαύρο της εξάμηνης νύχτας, των πανταχού παρόντων (σαν αδηφάγες ρίζες) στα σώματα των μολυσμένων, μεταλλαγμένων, φλεβών, του πηχτού σαν πετρέλαιο, ιογενούς αίματος και σάλιου τους, των άφωτων, κρυφών υπογείων, των βαθιών, καστανών ή πράσινων ματιών των υγιών επιστημόνων, των γραμμάτων του ημερολογίου (από τα «2 days later» και «day 1» της αρχής, μέχρι τα «day 235» και «day 13» του φινάλε) και του «Helix» που στάζει των τίτλων της αρχής. Το παλλόμενο, πηχτό, ζωοφόρο κόκκινο του αίματος, που σηματοδοτεί τη γέννηση και την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής δεν κυλά σε αυτή την ιστορία. Που εξελίσσεται άνευ μουσικής επένδυσης, πλην λιγοστών, χαζοχαρούμενων, εκτός τόπου και χρόνου τραγουδιών (genius η ομάδα που έχει αναλάβει τις τραγουδιστικές… «επεμβάσεις»). Σαν αυτά που συνήθως ακούς στο ασανσέρ, καθώς ανεβαίνεις ή κατεβαίνεις. Προς την αλαζονεία της αποθέωσης ή την κατάρα της κόλασης;

Υβρίδιο τρόμου και επιστημονικής φαντασίας, δια χειρός – νεόκοπου τρομερού παιδιού – Κάμερον Πόρτσαντεϊ, Ρόναλντ Ντι Μουρ («Batllestar Galactica»), Στίβεν Μαέντα («Lost») και Λίντα Ομπστ («Contact»), υπό τη στέγη του – nerd παραδείσου τού φανταστικού – SyFy, το «Helix» είναι απέριττα, παραλίγο αριστουργηματικά, υποβλητικά αλλόκοτο. «Μιγάς» απόγονος του κινηματογραφικού «The Thing» και του τηλεοπτικού «X-Files», με μια ιδέα από τα λογοτεχνικά «Βουνά της Τρέλας» του Λάβκραφτ, εξελίσσεται σαν αδίστακτη σπαζοκεφαλιά που σε παγώνει ως το μεδούλι, ενώ ταυτόχρονα, παραδόξως βασανιστικά, πατάει γκάζι στην αδρεναλίνη σου. Αντιμέτωπος και εσύ, μαζί με ομάδα γιατρών του Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων, άνευ εξόδου κινδύνου, με απάνθρωπο, εξολοθρευτή ιό, απάνθρωπη, πανίσχυρη μυστική οργάνωση (Ilaria) και τον ανατριχιαστικά αμφίσημο Δρ. Χιρόσι Χατάκε. Στο ρόλο του τελευταίου, ο Χιρογιούκι Σανάντα κεντάει και σε δένει κόμπο. Και αν προτιμούσες (όπως εμείς) το φινάλε του 1ου κύκλου (με τον 2ο επισήμως στα σκαριά) να βάλει τελεία στην έκρηξη στη βάση, κράτα ως παρηγοριά το ανθολογικό, πιο παράξενο και από παράξενο, πιστολίδι στο παγωμένο, πάλλευκο καταφύγιο υπό… χριστουγεννιάτικου φωτισμού και μουσικής!

from-dusk-til-dawn-SERIES

«From Dusk Till Dawn». You (think you) know what the fuck is going on.

«Αν η ταινία ήταν το διήγημα, τότε αυτή η τηλεοπτική σειρά είναι το μυθιστόρημα». Τάδε έφη Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ για την τηλεοπτική εκδοχή, 10 επεισοδίων, του εν έτει 1996, ομότιτλου, cult… μεταβαμπιρικού, κινηματογραφικού του πλάσματος. Ιδανικός, πρωτότυπος κράχτης για το νεοσύστατο κανάλι, El Rey (που κατά τα άλλα παίζει επαναλήψεις ποικιλοτρόπως κλασικών και cult ταινιών και σειρών), η σειρά «From Dusk Till Dawn» (μοιάζει να) αφηγείται την ίδια ιστορία με την ταινία, με πολύ περισσότερη προϊστορία και ζουμί για καθέναν από τους κεντρικούς χαρακτήρες όμως: οι περιβόητοι κακοποιοί αδερφοί Γκέκο – ο ψύχραιμος και λογικός Σεθ και ο ψυχοπαθής Ρίτσι – κυνηγημένοι από το νόμο μετά από αιματηρή ληστεία, πιάνουν ομήρους έναν απογοητευμένο, χήρο πάστορα, την κόρη και τον Κινέζο, υιοθετημένο γιό του και διαφεύγουν στο Μεξικό. Εκεί αναζητούν καταφύγιο στο μεταμεσονύχτιο bar στη μέση του πουθενά, Titty Twister («βυζοανεμοστρόβιλος», σε ελεύθερη μετάφραση), μέχρι που συνειδητοποιούν πως ιδιοκτήτες, χορεύτριες και barmen είναι αιμοδιψείς βρικόλακες και… γίνεται το έλα να δεις!

Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι το εξωφρενικά, οργασμικά, απερίγραπτα splatter 7ο επεισόδιο, «Pendemonium». Από εκεί και πέρα η σειρά βουτά σε άγνωστα, απύθμενα νερά, οπότε… δαγκώνεται και ρουφιέται με λαχτάρα, χωρίς επιφυλάξεις. Το θέμα είναι τι γίνεται μέχρι το 7ο επεισόδιο, ιδιαίτερα αν θυμάσαι καλά και αγαπάς την ταινία. Ευτυχώς, αν και λείπουν οι εκεί ταραντινικοί, αφοπλιστικά εύστροφοι διάλογοι / μεθυστικές λογοδιάρροιες, η σειρά προσφέρει ουκ ολίγα φρέσκα, πρωτοφανή καλούδια για να σε αποπλανήσει: από τα ιδιότροπα πηγαινέλα στο χρόνο, που χτίζουν σασπένς, τα κορεσμένα χρώματα, που μοιάζουν να έχουν πάρει φωτιά και να σπαράζουν παίρνοντας τις τελευταίες τους ανάσες, και τον Ροντρίγκεζ στην καρέκλα τού δημιουργού και σκηνοθέτη (στα μισά επεισόδια) να το καταδιασκεδάζει, προφανώς και μεταδοτικά, μέχρι το ύπουλο, αυθάδες και διαβρωτικό χιούμορ, το μεταφυσικό πεπρωμένο κάποιων ηρώων, το αμαρτωλό παρελθόν κάποιων άλλων και την ιθαγενώς αμερικάνικη, «φιδίσια» καταγωγή των βαμπίρ, που τους κάνουν όλους συμπαθείς και αντιπαθείς ταυτόχρονα, τους Ζέιν Χολτς (Ρίτσι) και Ρόμπερτ Πάτρικ (πάστορα) να δίνουν ρέστα, και τον Ντον Τζόνσον σε συσκευασία guest δώρου. Ωστόσο, μια υπομονή τη χρειάζεσαι μέχρι το κυρίως πιάτο τού αιματοκυλίσματος…

Salem series 1

«Salem». Fucking witches and their fucking spells.

To WGN, μέλος της Chicago Tribune, σε τούτη την πρώτη του απόπειρα να εισέλθει στην original μυθοπλασία, πιάνει φλέβα χρυσού, καθώς και οι κριτικές υπήρξαν αρκετά καλές και τα ratings ήταν ανέλπιστα υψηλά. Η Μαίρη και ο Τζον, ένα ερωτευμένο ζευγάρι των δυσοίωνων καιρών του 17ου αιώνα στο Σέιλεμ, χωρίζεται βίαια από το κάλεσμα του πολέμου. Όταν ο Τζον επιστρέφει, βρίσκει την πανέμορφη Μαίρη παντρεμένη με τον προύχοντα της πόλης που έχει μαγέψει (βαζοβγάζει αηδιαστικά στο στομάχι του έναν βάτραχο!), κάνοντάς τον ό,τι θέλει. Η Μαίρη, πληγωμένη και απελπισμένη από την αναχώρηση του Τζον, μυήθηκε στη μαγεία από την Τιτούμπα (Ασλι Ματέκουι, καταπληκτική) με την αποβολή του μωρού της, βαθιά στα τρομακτικά δάση της Μασαχουσέτης. Το παρόν βρίσκει μια μαυροφορεμένη αλαβάστρινη γυναίκα που διαφεντεύει μια πόλη βυθίζοντάς στη βία και την κυριαρχία των δαιμόνων. Ξεκάθαρα γυναικεία υπόθεση.

Το ευχάριστο είναι ότι το δεόντως ενήλικο και bloody «Salem» δεν το παίζει αλληγορία πάνω στον πουριτανισμό, ούτε και γροθιά ενάντια στον ορθολογισμό. Η οπτική του μεταφέρει το παράλογο που βασίλευε τον βαθύ μεσαίωνα και πώς κατέληξε η μικρή πόλη του Σέιλεμ να γραφτεί στην ιστορία με τις περίφημες δίκες των μαγισσών. Μιλάμε ότι θυσιάστηκαν ένα κάρο αθώοι άνθρωποι και ουκ ολίγο αιματάκι χύθηκε στο όνομα του καθαρμού από τους δαίμονες. Η σειρά έχει την απαραίτητη βρωμιά και αηδία της τραχύτητας εκείνων των καιρών, τις μυστικιστικές συγκεντρώσεις στο υποβλητικό δάσος, τα προσωπεία ματωμένων χοίρων που φορούν σάτυροι χορεύοντας το χορό των δαιμόνων και ανατριχιαστικές κούκλες που η επήρεια του κακού τούς δίνει ζωή, σκοτώνοντας επώδυνα και ανεξήγητα με τη λογική αυτούς που μπαίνουν στο δρόμο τους. Στη μέση όλου αυτού βρίσκεται μια ερωτευμένη γυναίκα, η Μαίρη, που ο πόνος του χωρισμού την έκανε να μοιράζει δυστυχία και θάνατο για να ισοσταθμίζει την αγιάτρευτη πληγή της. Καταπληκτική και τρομακτική η Τζάνετ Μοντγκόμερι («Μαύρος Κύκνος») γίνεται αιμοδιψές, ανηλεές τέρας – ιδανικό (και ευτυχές για την ποιότητα της σειράς) αντίβαρο στον Τζον του Σέιν Γουέστ («Nikita») που είναι μετριότερος και πιο flat.

Penny Dreadful - Episode 1.01

«Penny Dreadful». Fucking Victorian London, with its fucking gods and monsters.

Μόλις ξεκίνησε στο Showtime, μετρώντας μόλις δύο, από τα συνολικά 8 επεισόδια του, αυτό το φιλόδοξο έπος του τρόμου και του φανταστικού, που φέρει την υπογραφή του δαιμόνιου, τρεις φορές υποψήφιου για Όσκαρ («Μονομάχος», «The Aviator», «Hugo»), σεναριογράφου Τζον Λόγκαν, και μας έχει ήδη στοιχειώσει. Όπως η βροχή και η λάσπη στοίχειωνε σπιθαμή προς σπιθαμή το αβάσταχτα γκρίζο, βαρύ και ασήκωτο Λονδίνο του 19ου αιώνα. Εκεί όπου συναντιούνται, συνεργάζονται ή αντιμάχονται, ευφάνταστα αλλαγμένοι, αλλά και συναρπαστικά γνώριμοι, μερικοί από τους πιο θρυλικούς ήρωες της μυθοπλασίας: ο Δρ. Φράνκενσταϊν, ο Ντόριαν Γκρέι και το Βαμπίρ – ένας όχι απαραίτητα μοναδικός Δράκουλας, διαφορετικός από όλους τους άλλους. Συνειδητά ή μη, προφανώς ή κρυφά, σύμμαχοι ή κυνηγοί αυτών, ο εξερευνητής Σερ Μάλκολμ Μάρεϊ (αριστοκρατικά φλεγματικός ο Τίμοθι Ντάλτον) που αναζητά την απαχθείσα από το Βαμπίρ κόρη του Μίνα, η μυστηριώδης, άγνωστων ακόμα κινήτρων – μάγισσα ή μέντιουμ; – Βανέσα Άιμς (η Έβα Γκριν… γαμάει και δέρνει) και ο απροσδιόριστης ηθικής, Αμερικάνος ηθοποιός και πιστολέρο, Ίθαν Τσάντλερ (ένοχη απόλαυση ο Τζος Χάρτνετ).

Ο τίτλος παραπέμπει σε διάσημο είδος φτηνής, έντυπης μυθοπλασίας της βικτωριανής εποχής, επονομαζόμενης penny dreadful (ή και penny horrible, penny awful, penny number και penny blood), που αφηγούνταν μακάβριες ιστορίες σε πολλά μέρη / τεύχη, καθένα από τα οποία στοίχιζε μια πένα. Αυτή η τηλεοπτική «Penny Dreadful», όμως, δεν είναι (κυριολεκτικά ή μεταφορικά) φτηνή, καθώς υφαίνει στον ιστό τής ιστορίας της νήματα της πραγματικότητας (σαν τον Τζακ τον Αντεροβγάλτη) και της αρχαίας αιγυπτιακής μυθολογίας (τα ιερογλυφικά κάτω από το δέρμα), ενισχύοντάς τον με περισσότερες, ακόμα πιο σαγηνευτικές διαστάσεις. Στο εθιστικό αποτέλεσμα συνεισφέρει καταλυτικά και ο θαυματουργός Καταλανός Χουάν Αντόνιο Μπαγιόνα («Το Ορφανοτροφείο», «The Impossible») που σκηνοθετεί τα δύο πρώτα επεισόδια και δίνει το στίγμα της κάθε άλλο παρά αφελούς, ρομαντικής, νοσταλγικής και αναίμακτης ατμόσφαιρας και όψης τής σειράς. Ετοιμάσου για… ξεσηκωμό στο υπό φωτογραφικό φακό, όρθιο σεξ του Ντόριαν Γκρέι με τη φυματικιά, και για την… τρίχα κάγκελο κατά τη διάρκεια της séance, όπου η Βανέσα δαιμονίζεται.

Hannibal s2

Ειδική Μνεία: «Hannibal». Fuck. Fuck. Fuuuuuck.

Αντίθετα με τις 4 προηγούμενες, το «Hannibal» δεν είναι καινούργια σειρά και δεν παίζει σε συνδρομητικό κανάλι (άρα υπόκειται σε πολύ αυστηρή λογοκρισία). Ωστόσο, αυτό το ατρόμητο δράμα του NBC ωρίμασε απότομα και αποστομωτικά στον 2ο κύκλο του (που μόλις άρχισε να παίζεται και στα κανάλια της Nova), αποσπώντας διθυράμβους από μερίδα της κριτικής, και αποκτώντας φανατικούς θεατές / μύστες, για να γίνει απροσπέραστο (και να εξασφαλίσει και 3ο κύκλο). Καθαρόαιμο πλάσμα του τρόμου, με αιματοβαμμένο ρεαλισμό που κόβει σαν νυστέρι, ανταγωνίζεται στα ίσα τη «Σιωπή των Αμνών» του Τζόναθαν Ντέμι και τον «Ανθρωποκυνηγό» του Μάικλ Μαν, ενώ αφήνει τα «Hannibal» του Ρίντλεϊ Σκοτ και «Κόκκινος Δράκος» του Μπρετ Ράτνερ να φάνε τη σκόνη του. Prequel όλων αυτών, βασισμένο μόνο σε χαρακτήρες των βιβλίων του Τόμας Χάρις, γεννημένο εξαρχής από το μυαλό τού Μπράιν Φούλερ («Star Trek: Voyager»), οπλίζει πλέον το εικαστικό του μεγαλείο με προσεχτική, τελετουργική ανατομία της ψυχοσύνθεσης καθενός από τους ήρωές του.

Θολώνει έτσι περισσότερο από ποτέ τα σύνορα ανάμεσα στο καλό και στο κακό, την ιδιοφυία και την παράνοια, την τέχνη και τη διαστροφή, το θύτη και το θύμα, ενώ γίνεται ιδανικός ορισμός τού φιλοσοφικού, νιτσεϊκού αποφθέγματος «if you look long into an abyss, the abyss looks back into you». Ειδικά τα 7 πρώτα επεισόδια, πριν από τις οδυνηρές ανατροπές, τις πλάνες συμμαχίες και τις ψεύτικες ομολογίες, είναι πραγματικά αριστουργήματα. Όταν ο ειδικός σύμβουλος της αστυνομίας, Γουίλ Γκρέιαμ (διαπεραστικά, σπαρακτικά, ταιριαστά passive-aggressive ο Χιού Ντάνσι), αθώος αλλά πίσω από της φυλακής τα σίδερα, αντεπιτίθεται, επιθυμώντας εκδίκηση, στον δαιμόνιο ψυχολόγο του Δρ. Χάνιμπαλ Λέκτερ (ασύλληπτος, ακαταμάχητα γοητευτικός και ταυτόχρονα μισητά απεχθής ο Μαντς Μίκελσεν) που τον πρόδωσε και τον παγίδευσε. Όταν τα πτώματα των θυμάτων στήνονται έτσι ώστε να φέρνουν στο μυαλό το κατά τον (ζωγράφο) Ιερώνυμο Μπος καθαρτήριο και τα περιβόητα γλυπτά του Ντέιμιεν Χερστ. Όταν ένα κομμένο αυτί αφουγκράζεται το «Μπλε Βελούδο». Όταν η απόκοσμη, ακατάπαυστη, μουσική τού soundtrack σου γρατζουνάει τη συνείδηση και σε υποχρεώνει όχι μόνο να δεις μέσα από τα μάτια, αλλά και να ακούσεις μέσα από τα αυτιά μιας εγκληματικής μεγαλοφυΐας. Κόμπος το στομάχι. Ανοιχτό το στόμα. Ορθάνοιχτα, πανικόβλητα τα μάτια.