«MasterChef #5»: Κάτι… δεν τρώγεται!
Ποιοι αποφάσισαν να… καταστρέψουν αυτό το δημοφιλές τηλεπαιχνίδι μαγειρικής φέτος; Και για ποιους είναι τόσο άδικο αυτό; Ακολουθούν μερικές σκληρές παρατηρήσεις. Σαφώς είναι αργά για να διορθωθεί το παραμικρό, όμως αυτές μπορούν ν’ αναγνωστούν συμβουλευτικά για το μέλλον. Επειδή το «MasterChef» είναι μία εκπομπή που (θα) έχει μέλλον στην Ελλάδα. Ναι;
Σπάνια ασχολούμαι με τέτοιου τύπου τηλεοπτικά προγράμματα. Κάνω μία εξαίρεση για την πέμπτη season του «MasterChef» επειδή αυτό που συμβαίνει εφέτος είναι εντελώς απαξιωτικό για όσους δουλεύουν για να βγαίνει μία (κατά γενική ομολογία) τόσο προσεγμένη εκπομπή, η οποία πατάει πάνω σε κάτι που επιτρέπει την ταύτιση με κάθε είδος κοινού: το φαγητό.
Θεωρώ ότι αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει από την πρώτη σεζόν του ελληνικού «MasterChef» στο MEGA. Θυμάμαι πως τότε ακούγαμε, βλέπαμε και μαθαίναμε πράγματα γύρω από τη μαγειρική, ακολουθώντας την πορεία των νεαρών διαγωνιζόμενων στο παιχνίδι. Και έχω την εντύπωση πως οι παίκτες ήταν ελαφρώς πιο άπειροι από αυτούς που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια στο STAR. Το οποίο πιστεύω πως πρέπει να είναι ο στόχος της εκπομπής. Δηλαδή, ν’ αναδειχθεί ένας νέος chef που αγαπά την τέχνη της μαγειρικής, που θα παίρνει τα μαθήματά του από τους μέντορες / παρουσιαστές, που θα εξελίσσεται, και στο τέλος θα κερδίζει τον τίτλο ώστε να δοκιμαστεί επαγγελματικά στην αγορά του χώρου. Με άλλα λόγια, προτιμώ ν’ ακολουθώ τη διαδρομή της «κομμώτριας» Κατερίνας (για παράδειγμα), από το να εισπράττω την ξιπασιά ενός (τριγύρω στα) thirtysomething… στερεότυπου που έχει περάσει από κουζίνες για καμία δεκαετία (plus) και μου πλασάρεται στο γυαλί ως ο μεγάλος «δικαιούχος» του τίτλου, ενίοτε προκαλώντας εξωφρενικό ανταγωνισμό και «κόντρες» ανωτερότητας απέναντι στους συμπαίκτες του.
Επίσης, εσχάτως, παρατηρείται μία έφεση στις «ξένες λέξεις», μέσω «ελιτίστικης» επιλογής και χρήσης υλικών, που κάνουν τον τηλεθεατή να δυσκολεύεται να παρακολουθήσει μια συνταγή, καθώς ουδείς φροντίζει να παίξει το ρόλο του «manual» από τηλεοράσεως. Τι είναι όλα αυτά που ακούμε; Τι γεύση έχουν (πάνω-κάτω); Γιατί να μην μάθουμε κι εμείς να τα χρησιμοποιούμε καταλλήλως (αν όχι και… από πού στο διάβολο τα προμηθευόμαστε!); Έχει, τελικά, περισσότερο νόημα η «τρασαδούρα» του reality από τη μάθηση του τηλεοπτικού κοινού σε πράγματα που όχι μόνο θα του χρειαστούν για να βελτιώσει τις μαγειρικές του ικανότητες στο σπίτι, αλλά και για ν’ αντιλαμβάνεται και να κρίνει καλύτερα τι ακριβώς τρώει εκεί έξω (όταν συμβεί ξανά με το καλό, αυτό το τελευταίο…); Βλακείες, ξε-βλακείες, αυτές είναι οι πλέον τίμιες παρατηρήσεις ενός / του όποιου απλού τηλεθεατή που ενδιαφέρεται για μια τέτοια εκπομπή.
Ας πάμε τώρα στο «MasterChef #5» κι ας ξεκινήσουμε από τα καλά του: Σωτήρης Κοντιζάς, Πάνος Ιωαννίδης και Λεωνίδας Κουτσόπουλος. Οι άνθρωποι έχουν αποκτήσει τέτοια χημεία και διαχειρίζονται με τόση άνεση το φακό (ακόμη και ο καθένας τους ξεχωριστά), που σχεδόν θα εκλιπαρούσα να σκαρφιστεί κανείς ένα σενάριο κωμωδίας με chef και να τους βάλει να πρωταγωνιστήσουν σε κινηματογραφική παραγωγή για τη μεγάλη οθόνη! Να ηγούνται αντίπαλων εστιατορίων στην ίδια γειτονιά και να «δολοπλοκούν» για την κυρίαρχη θέση και τη μεγαλύτερη πελατεία; Να πλακώνονται σε διαγωνισμό γι’ «αστέρια»; Να εκπαιδεύουν «ψάρακλες» μάγειρες σε κουζίνα της συμφοράς; Οτιδήποτε! Κάτι! Οι τύποι είναι έτοιμοι! Φάση star power! Χωρίς αστεία. Και είναι, ίσως, ο πρώτος και βασικός λόγος που αρκετοί θεατές του φετινού «MasterChef» έδωσαν… τόπο στην οργή και υπέστησαν την ταλαιπωρία του να βλέπουν όλη αυτή την παρακμή ανθρώπινου δυναμικού το οποίο συγκεντρώθηκε (άγνωστο γιατί με τη συγκεκριμένη σύνθεση) για να διαγωνιστεί…
Ειλικρινά, δεν ξέρω από πού ν’ αρχίσω! Από τη στιγμή της σύνθεσης της τελικής 24αδας των παικτών, αρκούσαν ένα ή δύο επεισόδια για να καταλάβεις ότι το θέαμα θα ήταν πολύ δυσάρεστο. Τόσο δυσάρεστο, σε βαθμό να μην αντέχεις να παρακολουθήσεις ολόκληρο επεισόδιο ή να μπαίνεις στον πειρασμό να εγκαταλείψεις κάθε προσπάθεια και να ξεχάσεις την ύπαρξη του «MasterChef #5»! Αυτά τα πράγματα αποκλείεται να τα αγνόησε ή να μην τα είδε από την αρχή η παραγωγή. Διαφορετικά, θα έκανε παρατηρήσεις σε πολλούς παίκτες, ν’ αλλάξουν συμπεριφορά και να ρίξει στο τραπέζι κάποιους κανόνες. Στην εξέλιξη της εκπομπής, έγινε απολύτως σαφές ότι δεν υπήρξε κανένας τέτοιος προσανατολισμός. Ως αποτέλεσμα, βιώσαμε βασανιστικά την εμπειρία του να ερχόμαστε αντιμέτωποι (σχεδόν καθημερινά) με απίστευτους κωλοχαρακτήρες, αισχρούς ψεύτες και υπερόπτες, που πολλοί από τους τηλεθεατές ούτε που θα μπορούσαν να φανταστούν ότι είναι ικανοί να εργάζονται σε επαγγελματικές κουζίνες (για το ότι υπάρχουν και ανάμεσά μας, εκεί έξω, δε θέλω να το σκέφτομαι, διαταράσσει την ψυχική μου υγεία…)! Υπήρξαν βραδιές που άνοιγα το online streaming του STAR και άφηνα το «παράθυρο» στο minimize ή κάτω από άλλη δουλειά που έκανα την ίδια στιγμή στον υπολογιστή μου, ακούγοντας μόνο το τι συνέβαινε, χωρίς να επιθυμώ να βλέπω τις φάτσες αυτών των ατόμων, για να μην αρχίσω τα χάπια!
Δε ντρέπονταν να βγαίνουν έτσι on camera αυτά τα άτομα; Δε σκέφτηκαν ποτέ ότι αυτές οι εμφανίσεις θα αμαυρώσουν το βιογραφικό τους, αναζητώντας δουλειές σε κουζίνες στο μέλλον; Ποιος ιδιοκτήτης εστιατορίου που μπορεί να παρακολούθησε τη φετινή σεζόν του «MasterChef», θα είναι διατεθειμένος να βάλει στην ομάδα του μία συμπεριφορική «βόμβα» που θα είναι ικανή από μόνη της να διαλύσει τα νεύρα ολόκληρου του έμψυχου δυναμικού ενός μαγαζιού; Ναι, σίγουρα, ένας ή δύο τέτοιοι χαρακτήρες ανά σεζόν κάνουν ένα κάποιο «spice up» σ’ ένα παιχνίδι διαγωνισμού και το έχουμε δει να συμβαίνει (και να λειτουργεί) πολλάκις. Εδώ, όμως, έτσι ήταν σχεδόν οι μισοί παίκτες του «MasterChef #5»! Είμαι αυστηρός; Κάτι σαν… εννέα (!) από το σύνολο της τελικής 24αδας των παικτών, ακούγεται καλύτερο; Ειλικρινά, όταν ανοίξει και πάλι (επιτέλους!) η εστίαση, σκέφτομαι σοβαρά να πηγαίνω σε εστιατόρια με εκτύπωση εικόνων των συμμετεχόντων του φετινού διαγωνισμού και να ρωτάω εάν κάποιος από αυτούς μπορεί να βρίσκεται μέσα στην κουζίνα, για να ξέρω αν θα μείνω ή θα φύγω!
Δεν ξέρω εάν κάποιοι από αυτούς τους κακούς «παίκτες» (προσοχή στο που μπήκαν τα εισαγωγικά…) είχαν και παρότρυνση να συμπεριφέρονται έτσι από την παραγωγή, έχοντας αποδεχτεί το γεγονός ότι παίζουν ένα συγκεκριμένο «ρόλο» φασαριόζικου αλιτήριου, προς τέρψιν της τηλεθέασης και του τζέρτζελου στα social, ούτε και μ’ ενδιαφέρει εάν το αποτέλεσμα που βλέπουμε στις οθόνες μας ήταν το επιθυμητό. Ξέρω μονάχα ότι με τούτο τον προσανατολισμό ή την ανοχή απέναντι στο καταστασιακό του παιχνιδιού, η εκπομπή πέρασε σε ένα κατώτερο level από αυτό που της αξίζει. Και, όχι, αυτά τα άτομα δεν είχαν «μαγειρική» τοποθέτηση, δεν ήταν καν σε θέση να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το πικρόχολο ψέμα τους (δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα, όταν σύγκρινες τις δηλώσεις τους από τον «αγωνιστικό χώρο» και το «παρασκήνιο» των one on one «εξομολογήσεών» τους στις κάμερες), ούτε και σε έκαναν να νοιάζεσαι για την προσωπικότητά τους (γέλια στο βάθος) όταν άκουγες ότι έχουν σαν όραμα ν’ ανοίξουν ένα εστιατόριο σε μία μη προσβάσιμη από στεριάς ερημική παραλία και να μαγειρεύουν για yachts πλουσίων (όποτε θα εμφανίζονταν αυτά…), όταν απαντούσαν (σε μόνιμη βάση) ότι αυτό «το ξέρουν» και «το έχουν δουλέψει» (ακόμη και στο εξωτερικό, διότι είναι τόσο «large»…) ή όταν εξέφραζαν την πλέον μοχθηρή αντιπαλότητά τους σε ύφος Μάτζικα Ντε Σπελ! Όσο για την ανελέητη χρήση της λέξης «παντελονάτα», ουκ ολίγες φορές ο έμετος ανέβηκε (οριακά) μέχρι τον ουρανίσκο…
Είναι κρίμα να τα γράφω όλα αυτά, όταν την ίδια στιγμή το τρίο των Κοντιζά, Ιωαννίδη και Κουτσόπουλου βρίσκεται σε ένα ψυχαγωγικό φόρτε απόλυτου δεσίματος, με ωραίες ατάκες, ωφέλιμο comic relief και αβίαστη διάθεση για «πειραχτήρι», με τους υπόλοιπους τομείς της παραγωγής να δουλεύουν ρολόι. Ειδική αναφορά αξίζει στην ομάδα του μοντάζ κι εκείνη που ελέγχει το πλήρες υλικό των γυρισμάτων, ώστε να φροντίζει να υπάρχουν άπειρα κλεισίματα του ματιού και τρομερές teasing «υπουλίες» στα breaks με το τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει, προκαλώντας «παρερμηνεύσεις» γεμάτες σασπένς. Έχει φάση να παρακολουθείς το «MasterChef», αλλά φέτος δεν το έκανα με ευχαρίστηση. Οι πλειοψηφία των παικτών (και ουχί τα συκωτάκια πουλιών με χέλι και μαρμελάδα μπέικον or something…) μου «έκατσαν» άσχημα στο στομάχι. Και για παιχνίδι μαγειρικής, αυτό δεν το λες καλό. Θα συνεχίσω μέχρι τέλους (πιστεύω), αλλά αν είναι έτσι και στην προσεχή τηλεοπτική σεζόν, πατάω το OFF ή ζητάω να με εντάξουν στην κατηγορία των βαρέων και ανθυγιεινών. Που θα έπρεπε, έτσι κι αλλιώς. (Για τους κριτικούς μιλάω, ε; Το υπόλοιπο τηλεοπτικό κοινό έχει γαλουχηθεί και μέσω άλλων, χειρότερων reality! Ας μην το φτάσουμε εκεί…)