FreeCinema

Follow us

«FORTITUDE»: FROZEN MURDER IN THE ARCTIC CIRCLE.


Από τις 29 Ιανουαρίου για την βρετανική τηλεόραση και εδώ και μία εβδομάδα από τον ΟΤΕ TV, το «Fortitude» προβάλλεται πολυδιαφημισμένο και συνεπικουρούμενο από αρκετό publicity για το καταπληκτικό καστ του, τα υποβλητικά αρκτικά locations, αλλά και το ελκυστικό του στόρι, με πιθανό πατρόν (μεταξύ άλλων) το δανέζικο «The Killing».

Περίεργη και πολυεθνική σύνθεση των συντελεστών του: παραγωγή του αμερικανικού Pivot TV και του βρετανικού Sky Atlantic (αλλά και με ισλανδο-νορβηγικά credits), με τον Στάνλεϊ Τούτσι, τη Δανή Σοφί Γκρόμπελ, τον Μάικλ Γκαμπόν, τον Κρίστοφερ Έκλστον και τον Ρίτσαρντ Ντόρμερ. Για το Pivot TV αποτελεί βάπτισμα πυρός φιλοδοξότατο, επειδή είναι η πρώτη original σειρά του και πρόκειται για προϊόν πανάκριβο, οπωσδήποτε καταβολών κινηματογραφικών και αναμφίβολα υψηλών προδιαγραφών.

Fortitude 7

Ένας πρώτος χαρακτήρας σε τούτο το πράγμα είναι το τοπίο: η ιστορία διαδραματίζεται σε ένα νησί στη Νορβηγία, στον αρκτικό κύκλο για την ακρίβεια, αλλά τα γυρίσματα έγιναν κάπου στην ανατολική Ισλανδία, άλλο ένα απόκοσμο μέρος ημιχαραυγής τον μισό χρόνο του έτους και ημίφωτος τον υπόλοιπο μισό. Τον χώρο αυτόν εκμεταλλεύεται άριστα η κάμερα – μιλάμε για έναν εκπληκτικό τόπο – και ο δημιουργός Σάιμον Ντόναλντ (του «Low, Winter Sun» του AMC) σε γραπώνει με το καλημέρα, συστήνοντας τον Χένρι Τάισον, συγγραφέα και φωτογράφο να στοχεύει μια πολική αρκούδα που κατατρώει έναν άνθρωπο στο κατάλευκο τοπίο. Το μέρος αυτό, στην άκρη του κόσμου, έχει λιγότερους κατοίκους από ό,τι πολικές αρκούδες, οι οποίες επιτίθενται εν ημερησία διατάξει, και οι άνθρωποι υποχρεούνται εκ του νόμου να οπλοφορούν. Όλοι εργάζονται σε συγκεκριμένες θέσεις και βγάζουν χρήματα, ενώ αποπέμπονται από την κοινωνία αυτή και την πόλη, αν δεν το πράττουν. Η κυβερνήτης της πόλης είναι η Σοφί Γκρόμπελ και εδώ, εν αντιθέσει με το «The Killing», είναι με τη μεριά των ισχυρών: επιθυμία της είναι να χτίσει την πρώτη αρκτική ξενοδοχειακή μονάδα στους πάγους, οπότε τη βολεύει τρελά όταν ο απεσταλμένος επιστημονικός συνεργάτης – καθηγητής Στόνταρτ, που διαφαίνεται ότι θα είχε αντιρρήσεις για χτισίματα και σκαψίματα στο πόρισμά του λόγω παλαιογραφικών ευρημάτων, βρίσκεται άγρια δολοφονημένος.

Fortitude 2

Το άλλο παράδοξο χαρακτηριστικό εδώ είναι ότι η πόλη θεωρούνταν το πιο ασφαλές μέρος στον κόσμο, χωρίς καμιά καταγεγραμμένη εγκληματική ενέργεια σε πρακτικά. Μέχρι, φυσικά, τούδε, οπότε έρχεται ο Στάνλεϊ Τούτσι από τη βρετανική αστυνομία (αλλά είναι Αμερικανός, μην τρελαίνεστε) – που στο κομμάτι αυτό ημιδιοικεί τη σχεδόν αυτόνομη πόλη – για να συνδράμει την έρευνα του σερίφη, ο οποίος, φυσικά, δε θέλει να τον βλέπει μπροστά του.

Fortitude 1

Αν πιστεύει κανείς ότι τα παραπάνω είναι spoilers, απατάται. Η παραπάνω περιγραφή αποτελεί μόνο basics μέσα σε έναν απίστευτα πολύπλοκο και πολυεπίπεδο κυκεώνα σχέσεων, μικροπεριστατικών και υποπλοκών. Αλλά και ο κάθε χαρακτήρας έχει τις δικές του ιστορίες και αμαρτίες, πράγμα που συνάγουμε από αυτά που λένε και κάνουν. Το θέμα είναι ότι ακόμη και μέχρι το πέμπτο επεισόδιο (που έχουμε παρακολουθήσει), η έρευνα κούτσα-κούτσα έχει ξεκινήσει για να βρούμε τον φονιά του φουκαρά του δόκτορος και ν’ αρχίσουμε να μπαίνουμε πια στην υπόθεση. Δίχως να σημαίνει ότι δεν έχει τη γοητεία του όλο αυτό. Γιατί το παρακολουθείς με προσήλωση έτσι ή αλλιώς, έχεις την αίσθηση ότι ο δημιουργός αφήνει στην μπάντα τους χαρακτήρες και παρασύρεται από τα μυριάδες subplots, που είναι χαλαρά μεταξύ τους δεμένα, και συνεπώς σε κάθε πλάνο αμφισβητείς την πιθανότητα να έχει αυτό που βλέπεις αληθινή σύνδεση με τον βασικό φόνο (που υποθέτουμε ότι αποτελεί και το κύριο θέμα – ή μήπως όχι;). Αυτή η αποσπασματικότητα δημιουργεί μια κόπωση στον θεατή και οι ίδιοι οι ήρωες τείνουν να μην είναι χαρακτήρες ακριβώς (γιατί δεν μπορείς να ταυτιστείς), αλλά πιόνια ενός ευρέος puzzle που ούτε φαντάζεσαι πόσο μεγάλο μπορεί να γίνει.

Fortitude 10

Ο Στάνλεϊ Τούτσι, πολύ ωραίος πάντα, έχει αυτή την αμερικάνικη ελαφράδα, που τη φέρει σε κάθε πλάνο, και από τη στιγμή που μπαίνει (στο κλείσιμο του δίωρου πιλότου) το όλο πράγμα γίνεται πιο ενδιαφέρον, μόνο που οι γραφιάδες δεν του δίνουν τον χώρο τον οποίο χρειάζεται και μας εμποδίζουν να συνδεθούμε μαζί του. Ο σερίφης φαίνεται να έχει τη δική του agenda τραβώντας τα δικά του ζόρια – υπάρχουν μερικές σκηνές στις οποίες εμμονικά βρίσκεται έξω από την πόρτα της γκαρσόνας Ελένα, αλλά δεν τολμά να χτυπήσει, και γενικά λειτουργεί σα θεριό, αλλά μετά από τόσα επεισόδια μας αποκρύπτεται αυτή η πληροφορία. Αυτή η εσκεμμένα συνεχής απόκρυψη της πληροφορίας γίνεται σαφής στη συνέχεια και με το πρωθύστερο σχήμα της εναρκτήριας σεκάνς του φόνου της αρκούδας, η οποία φονεύει έναν άνθρωπο (ποιον ακριβώς δεν ξέρουμε) και που, καταληκτικά, είναι σεκάνς εντυπωσιασμού, επειδή ο φόνος αυτός δεν έχει καμιά σημασία (τουλάχιστο μέχρι τώρα). Το εύρημα ενός δοντιού μαμούθ (που μας πηγαίνει προς «The Thing» μεριά, ίσως), που πιθανότατα αποτελεί και το εμπόδιο μιας θετικής εκτίμησης του νεκρού δόκτορος, έχει εμφανιστεί τρεις φορές σε πέντε επεισόδια, αλλά, χωρίς να ξέρουμε γιατί, ο τοπικός σερίφης δεν ασχολείται, παρά μόνο ο Στάνλεϊ Τούτσι, που οι χρονικές στιγμές τις οποίες επιλέγει να ανακρίνει και να συναντηθεί με τους ανθρώπους είναι συγκεκριμένες προφανώς, αλλά ο θεατής πάντα εικάζει.

Fortitude 8

Δεν φτάνει ένα παγωμένο τοπίο, μια Σοφί Γκρόμπελ και ένας φόνος για να γίνει ένα νέο «The Killing», από πλευράς επιπέδου. Ούτε τα παγωμένα τοπία και η ελαφρώς κωμική στόφα του Τούτσι το κάνουν «Fargo» και, φυσικά, δεν είναι «Broadchurch», αλλά δε θα έπρεπε να θέλει να είναι και τίποτε από όλα αυτά, πέραν του… εαυτού του. Και ενώ οι απαιτητικοί του είδους θα εντοπίσουν τα προβλήματά του, το «Fortitude» δεν γίνεται να τύχει καθολικής απόρριψης. Θέλεις να πας παρακάτω, να δεις την εξέλιξή του, κάτι που θα ισχύσει για όλους όσοι κάνουν κέφι το αστυνομικό θρίλερ και κυρίως αυτούς που τρέφονται με γρίφους, ανεξαρτήτως κινήτρου.