FreeCinema

Follow us

BULLET TRAIN (2022)

  • ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Δράσης
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντέιβιντ Λιτς
  • ΚΑΣΤ: Μπραντ Πιτ, Τζόι Κινγκ, Άαρον Τέιλορ-Τζόνσον, Μπράιαν Ταϊρί Χένρι, Άντριου Κότζι, Χιρογιούκι Σανάντα, Μάικλ Σάνον, Μπενίτο Αντόνιο Μαρτίνες Οκάσιο, Ζάζι Μπιτς, Λόγκαν Λέρμαν, Μάσι Όκα, Κάρεν Φουκουχάρα, Τσάνινγκ Τέιτουμ, Σάντρα Μπούλοκ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 126'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ιαπωνία, σήμερα. Πληρωμένος hitman μπαίνει σε υπερταχεία με σκοπό ν’ αποσπάσει χαρτοφύλακα με αδιευκρίνιστο περιεχόμενο. Ακριβώς τον ίδιο χαρτοφύλακα πρέπει να παραδώσουν μαζί με τον υιό Ρώσου ultimate κακοποιού οι δύο συνοδοί του και πληρωμένοι εκτελεστές με κάκιστη φήμη… από σφαγές! Πόσοι από τους επιβάτες του τρένου θα ζουν μέχρι να φτάσουν στον τερματικό σταθμό;

Πολλές φορές, όταν μιλάμε για ταινίες του συγκεκριμένου genre, αναγκαζόμαστε να βγάζουμε το «ταραντινόμετρο» ή το «γκαϊριτσόμετρο» και… να τις μετράμε! Μοιραία, το «Pulp Fiction» (1994) του Κουέντιν Ταραντίνο και οι «Δύο Καπνισμένες Κάννες» (1998) του Γκάι Ρίτσι έθεσαν νέους όρους στους κώδικες αφήγησης του είδους κι έκτοτε αυτοί κοπιαρίστηκαν πολλάκις, δίχως να μπορέσει κανείς να τους ανανεώσει (πόσω μάλλον να τους υπερβεί…) δημιουργικά. Αυτό είναι ένα από τα δύο βασικά προβλήματα του «Bullet Train»: δεν υπάρχει τίποτα εδώ που να μην το έχουμε ξαναδεί! Το δεύτερο πρόβλημα, όμως, είναι το πιο… οδυνηρό: το σενάριο ενός φιλμ οφείλει να πατά επάνω σε μία ιστορία και ουχί σε μία συρραφή από «υποπλοκές» που αγκομαχάνε να σου πουλήσουν μούρη σαν κάτι το στέρεα δομημένο και λειτουργικό ως storyline.

Με χώρο δράσης ένα ταχύτατο τρένο που διασχίζει την Ιαπωνία μέσα σε μια νύχτα, ο Ντέιβιντ Λιτς (uncredited συν-σκηνοθέτης του πρώτου «John Wick», ο οποίος συνέχισε την καριέρα του πίσω από τις κάμερες με τα «Atomic Blonde», «Deadpool 2» και «Fast & Furious: Hobbs & Shaw») στήνει ένα προφανές σκηνικό ξεκαθαρίσματος λογαριασμών ανάμεσα σε… αμέτρητους «παίκτες» του οργανωμένου εγκλήματος που θα συνταξιδέψουν σ’ αυτό ή θα επιχειρήσουν να εισέλθουν σε επερχόμενους σταθμούς, προσθέτοντας επιπλέον δόσεις… μπάχαλου, με μοναδικό σκοπό να δημιουργηθεί ένα κομφούζιο «πλοκής» η οποία, ατυχώς, δεν υποστηρίζει… καμία ουσιαστική και βασική ιστορία! Απλά, η ταινία «τσουλάει» (μαζί με το τρένο) προς ένα φινάλε / τερματικό σταθμό που ουδέποτε (ή έστω σταδιακά) αισθάνεσαι ότι πρόκειται να σου δώσει ένα καταληκτικό συμπέρασμα ή λόγους ύπαρξης. Όπως σε μία διαδρομή αμαξοστοιχίας, η θέα μπορεί να είναι όμορφη και το ταξίδι να μην είναι δυσάρεστο, όμως, το (σενάριο του) «Bullet Train» ξεχνά την έννοια του προορισμού και την ανακούφιση της άφιξης. Εάν, δε, αυτό το «ταξίδι» το έχεις επαναλάβει ουκ ολίγες φορές, κάποτε το βαριέσαι κιόλας…

Η αδυναμία της ιστορίας φανερώνεται πιο έντονα εδώ όταν ο Λιτς καταπλακώνει την αφήγηση με «παρενθέσεις» υποσχόμενα επεξηγηματικών flashback για να τονώσει το οπτικό πεδίο της (μονότονης) διαδρομής με εντυπωσιακά montage μακελειών (η ανάπτυξη του love story του Γουλφ μέχρι τον επεισοδιακό γάμο του, κερδίζει τις εντυπώσεις). Εννοείται πως σαν κατασκευή η ταινία είναι φροντισμένη και το αίμα ρέει άφθονο, σαν το γάργαρο νερό, εξ ου και η ελαφρώς πιο χαριστική βαθμολογία άνωθεν, καθότι γνωστός υποστηρικτής του βίαιου θεάματος το οποίο γράφει… εκεί που όλοι γνωρίζετε τη «λογοκρισία» της καταλληλότητας στο rating. Εάν ο Ταραντίνο, όμως, είχε τα… balls να μας σερβίρει στο πρώτο μέρος του «Kill Bill» (2003) μια πληρέστατη σεκάνς αιματοκυλίσματος που έγραψε Ιστορία στα κινηματογραφικά πράγματα, με «δανεικά» στοιχεία από το ασιατικό σινεμά τα οποία εκτόξευσε σε… άλλη στρατόσφαιρα του all-time classic, ο Λιτς το κάνει σχεδόν σε… ολόκληρο το «Bullet Train» και βγαίνοντας από το σινεμά απορείς με το ότι αδυνατείς να πατήσεις «save» για κάποια σκηνή από το έργο στη μνήμη σου. Απλά, τοποθετείς ορισμένα στιγμιότυπα σε ήδη υπάρχοντα «folders»…

Η εξέλιξη σε… «Τρένο της Μεγάλης Φυγής» καταντά να κουράζει λίγο πριν το φινάλε, η υπερβολή των ψηφιακών εφέ και οι καταστασιακές απιθανότητες έχουν περάσει στο σύμπαν των cartoon και η ταινία του Λιτς εκτροχιάζεται σε μία απόπειρα να πείσει τους θεατές ότι «size matters» (σε διάρκεια και μέγεθος σαματά). Αλλά… δεν. Κρίμα που παράτησε (σεναριακά) κι εκείνο το φιδάκι δίχως climax. Δεν θα είχε δει ποτέ του (ή απαξιώνει) το «Snakes on a Plane» (2006). Ατόπημα, ειδικά όταν κι εσύ επιχειρείς κινηματογραφική καφρίλα.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εάν δεν πηγαίνατε σε… ακατάλληλα έργα στη δεκαετία του ’90 ή τα ονόματα του Κουέντιν Ταραντίνο και του Γκάι Ρίτσι σας είναι παντελώς άγνωστα, θα περάσετε φίνα. Οι υπόλοιποι θα δείτε κάτι fun για να περάσει η ώρα (σε θερινό πιο ευχάριστα, ίσως), αλλά το έχετε ξαναδεί κανονικότατα το έργο (σπαθιά, μαχαίρια, όπλα, εκρηκτικά, you name it). Το κοινό που θα δελεαστεί μονάχα εξαιτίας της παρουσίας του (τι κούκλος που είναι ακόμα, καλέ!) Μπραντ Πιτ και δεν αρέσκεται στη θέα του αίματος, να ξέρει πως πρόκειται να δοκιμαστεί έντονα!


MORE REVIEWS

ΣΤΕΝΕΣ ΕΠΑΦΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ

Στα 1977, ένα βραδινό τηλεοπτικό talk show με θέμα τον εορτασμό του Halloween και καλεσμένους με ειδίκευση στο μεταφυσικό εξελίσσεται με τον εντελώς λάθος και εκτός προγραμματισμού τρόπο σε ζωντανή μετάδοση.

BACK TO BLACK

Η σύντομη πορεία της μουσικής καριέρας της Έιμι Γουάινχαουζ, παράλληλα με προσωπικές στιγμές που την οδήγησαν σε ένα τόσο απότομο και άδοξο τέλος.

GHOSTBUSTERS: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δαιμονική οντότητα που (πίσω στα 1904) προσπάθησε να κατακτήσει τον κόσμο με στρατιά από φαντάσματα, τρεφόμενη με αρνητικά συναισθήματα ώστε να μειώσει τις θερμοκρασίες στο απόλυτο μηδέν, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη του σήμερα για να… το προσπαθήσει ξανά! Who you gonna call?

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΝΕΟΙ

Οι ελπίδες και τα όνειρα μιας χούφτας επίδοξων ηθοποιών του περίφημου Théâtre des Amandiers στο Παρίσι των μέσων της δεκαετίας του ‘80.

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ

Αμερικανική οικογένεια μετακομίζει σε εξοχική αγγλική έπαυλη, δίχως να λογαριάζει τη φήμη πως το νέο τους σπίτι είναι… στοιχειωμένο εδώ και τρεις αιώνες. Και το φάντασμα του Σερ Σάιμον δεν πολυγουστάρει τους απρόσκλητους επισκέπτες!