ΟΙ ΕΡΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΑΡΚΤΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ (1998)
(LOS AMANTES DEL CÍRCULO POLAR)
- ΕΙΔΟΣ: Αισθηματικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Χούλιο Μέντεμ
- ΚΑΣΤ: Νάγια Νίμρι, Φέλε Μαρτίνεθ, Νάντσο Νόβο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE
Ο Όττο γνωρίζει την Άνα. Είναι παιδιά. Είναι μοιραίο. Τα ονόματά τους είναι καρκινικά, οι ζωές τους κάνουν κύκλους γύρω από μια αγάπη που ξεκίνησε σαν από… τηλεπάθεια, για να ολοκληρωθεί όπως προστάζει το πεπρωμένο και όχι εκείνοι.
Η μεγαλύτερη τραγωδία στη ζωή είναι το timing. Η αδυναμία του να συντονίσουμε τα «θέλω» μας με το όποιο χρονικό πλαίσιο, που περνάει και πολλές φορές δεν μας «ακουμπά» καν. Απλά, περνάει. Και χάνεται.
Ένας νεαρός άνδρας κρέμεται μ’ ένα αλεξίπτωτο από ένα δέντρο. Έχει διασωθεί από την πτώση του αεροπλάνου του. Θα μας αφηγηθεί την ιστορία του. Και το πώς γνώρισε τον έρωτα της ζωής του. Δεκαεπτά χρόνια πριν, ο Όττο και η Άνα ήταν οκτώ ετών. Ο (διαζευγμένος) πατέρας του και η (χήρα) μητέρα της (μοιραία) θα έρθουν κοντά εξαιτίας ενός παιχνιδιού του αγοριού. Θ’ αγαπηθούν, θα παντρευτούν και ο Όττο θα γίνει ακόμη πιο ευτυχισμένος, καθώς θα είναι διαρκώς δίπλα στην Άνα. Ο έρωτάς του γι’ αυτήν ήταν κεραυνοβόλος. Και ελπίζει τα αισθήματα να είναι αμοιβαία.
Η συνέχεια του φιλμ του Χούλιο Μέντεμ κινείται γύρω από την αύρα ενός καρμικού στοιχείου που δένει ή χωρίζει τους δύο ήρωες, μα δεν αφήνει τις καρδιές και τις ψυχές τους ν’ αναπαυθούν ποτέ. Είναι και θα είναι παντοτινά εκείνα τα δύο παιδιά που ερωτεύτηκαν από μικρά, σχεδόν «απαγορευμένα», κι η αγάπη τους θα κρέμεται πάνω από τις ζωές τους σαν ένα πένθος θανατικού. Από έρωτα. Τα χρόνια που θα περάσουν, μαζί ή χώρια, θα είναι κι από ένας μικρός «θάνατος», που θα επαναλαμβάνεται διαρκώς, σαν «πρόβα», για κάτι κακό που τους περιμένει (ίσως).
Αν και δεν απέκτησαν την ουσιαστική φήμη που θα τους άξιζε, οι «Εραστές του Αρκτικού Κύκλου» εμπεριέχουν κινηματογραφικές συλλήψεις και ευρήματα που κοπιαρίστηκαν πολλάκις (και παγκόσμια, ακόμη) στις επόμενες δεκαετίες, αφηγηματικά «tricks» που δυναμιτίζουν κυριολεκτικά το συναίσθημα και εξακολουθούν να… σε παίρνουν και να σε σηκώνουν με μια μαγική ευκολία, στην οποία συντελεί με εξαιρετικό τρόπο και η πρωτότυπη μουσική του Αλμπέρτο Ιγκλέσιας.
Το φιλμ άργησε να έρθει στους ελληνικούς κινηματογράφους στην εποχή του. Προβλήθηκε για πρώτη φορά στις Νύχτες Πρεμιέρας του 2000, όπου ξάφνιασε και ταρακούνησε τόσο τους θεατές ώστε να κερδίσει το βραβείο κοινού. Στην εμπορική του διανομή ατύχησε… παταγωδώς! Μέχρι σήμερα, παραμένει ένα μικρό «μυστικό» που μοιράζονται φανατικοί κινηματογραφόφιλοι (με ένα «κλείσιμο ματιού» θα τοποθετούσα και τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη σε αυτούς…) και φίλοι του ισπανικού σινεμά. Για μένα, ήταν το #6 στο top 10 των καλύτερων ταινιών που παρακολουθήσαμε στην κινηματογραφική σεζόν 2000 – 2001. Σήμερα σας δίνεται μία ακόμη ευκαιρία, να δείτε αυτό το πανέμορφο έργο στις διαστάσεις της μεγάλης οθόνης, όπως ακριβώς το αξίζουν οι widescreen εικόνες του. Και η μεγάλη καρδιά του.