FreeCinema

Follow us

ΥΠΟΣΧΟΜΕΝΗ ΝΕΑ ΓΥΝΑΙΚΑ (2020)

(PROMISING YOUNG WOMAN)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έμεραλντ Φένελ
  • ΚΑΣΤ: Κάρεϊ Μάλιγκαν, Μπο Μπέρνχαμ, Άλισον Μπρι, Κλάνσι Μπράουν, Τζένιφερ Κούλιτζ, Λαβέρν Κοξ, Κρις Λόουελ, Μόλι Σάνον, Κόνι Μπρίτον, Κρίστοφερ Μιντζ-Πλας, Άλφρεντ Μολίνα
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Τραυματισμένη από ένα τραγικό συμβάν του παρελθόντος, η Κασάντρα «μεταμφιέζεται» σε αντροπαγίδα και βγαίνει στους δρόμους με μοναδικό σκοπό της… να τιμωρήσει.

Ναι, το ξέρουμε πως οι (περισσότεροι) άνδρες είναι μαλάκες. Έπρεπε, λοιπόν, να βγει και μια ταινία με ηρωίδα μια μαλακισμένη γυναίκα για να μας το αποδείξει αυτό; Ειλικρινά, από όλα τα φιλμ της φετινής κινηματογραφικής σεζόν που έχω παρακολουθήσει, τούτο εδώ με έκανε να αισθανθώ τη μεγαλύτερη δυσφορία και απέχθεια! Και είναι το Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου για το 2021! Αυτός ο εμετός «ντουντούκας» και δηθενάδικης «πολιτικής ορθότητας»!

Η ταινία ξεκινά με slow-mo πλάνα γραβατωμένων ανδρών που χορεύουν μεταξύ τους, κάνοντας άσεμνες χειρονομίες, μιμούμενοι κινήσεις που φέρνουν στο νου την ερωτική πράξη, με «μπυροκοιλιές» να ξεπετάγονται αντιαισθητικά έξω από τα πουκάμισά τους. Στο background, το bar είναι γεμάτο από αρσενικά «λαγωνικά» που φαντασιώνουν ένα εύκολο one night stand. Η Κασάντρα κάθεται μόνη, απλωμένη σ’ έναν καναπέ, με μια mini φούστα και τα πόδια της έτοιμα ν’ ανοίξουν διάπλατα. Δείχνει να είναι «λιώμα». Ένας καλοθελητής «γαμπρός» θα δεχθεί την πρόκληση των φίλων του και θα πάει να της μιλήσει, να της την «πέσει». Θα προσφερθεί να τη συνοδεύσει με ένα TAXI μέχρι το σπίτι της, αν και το διαμέρισμά του είναι… λίγα στενά πιο κάτω. Ένα «ποτάκι» ακόμη, πόσο μπορεί να την βλάψει; Η συνέχεια είναι τόσο προβλέψιμη, όσο σχηματικά ήταν και τα προαναφερθέντα. Καθώς ο τυπάς θα βγάζει το κιλοτάκι της σχεδόν «αναίσθητης» Κασάντρα, εκείνη θα «αναστηθεί» στα ξαφνικά και θα τον ρωτήσει τι κάνει, ρίχνοντας ένα ύπουλο βλέμμα προς την κάμερα.

Δεν μαθαίνουμε ποια είναι η «τιμωρία» του πρώτου (φιλμικού) θύματός της, αλλά στη συνέχεια θα την παρατηρήσουμε ν’ ανοίγει ένα μικρό σημειωματάριο και να «μαρκάρει» ένα επιπλέον νούμερο σε μια μακρά λίστα από σελίδες, στις οποίες οι συμβολικές γραμμούλες που χαράζει στο χαρτί διαχωρίζονται (;) χρωματικά μέσω της χρήσης σκούρων ή κόκκινων μαρκαδόρων (επίσης δεν θα μάθουμε ποτέ αν αυτή η διάκριση έχει κάποια ουσιαστική σημασία σε σχέση με το τι το ξεχωριστό μπορεί να έκανε σ’ αυτούς τους άνδρες).

Η Κασάντρα είναι μία τριαντάρα που ζει ακόμη με τους γονείς της σ’ ένα… σχηματικής διακόσμησης μεσοαστικό, «λαϊκό» αμερικανικό σπίτι, πριν από χρόνια είχε παρατήσει τις σπουδές της στην ιατρική και, πλέον, εργάζεται για το χαρτζιλίκι της σε μια καφετέρια. Ο «ξεπεσμός» της είναι συνειδητός, καθώς τα ψυχικά της τραύματα από ένα τραγικό συμβάν του πρόσφατου παρελθόντος ανέτρεψαν απόλυτα την πορεία της ζωής της. Έκτοτε, το να βγαίνει έξω (κυρίως τις νύχτες) και να γίνεται ο εφιάλτης κάθε αρσενικού που θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί γυναίκα σεξουαλικά, είναι η «σταυροφορία» της, ο λόγος που υπάρχει σε τούτο τον κόσμο.

Ειλικρινά, τίποτε το original δεν υπάρχει στο (ειρωνικά οσκαρικό, τελικά…) σενάριο της Έμεραλντ Φένελ, η οποία σκηνοθετεί ένα πραγματικά κακό φιλμ φεμινιστικής agenda, με μια «ροζουλί» αισθητική… Σούπερ Κατερίνας, καθώς πραγματεύεται (ή επαναλαμβάνει) το κορεσμένο μοτίβο της εκδίκησης / αυτοδικίας, σαν μια κακή φάρσα του «Εκτελεστή της Νύχτας» (1974). Όχι ότι η Φένελ είναι χαζή. Το ακριβώς αντίθετο! Γνωρίζει πως το κοινό της είναι χαζό. Γνωρίζει πως ενεργοποιούνται και λειτουργούν οι κώδικες του σημερινού «controversial» στην pop κουλτούρα (ένα ηχηρό #duh γελοιότητας συνόδευσε τη χρήση άσματος της Πάρις Χίλτον!), γνωρίζει την όλη… μόδα του #MeToo, έχει πλήρη συναίσθηση του target group στο οποίο στοχεύει και… τσιτώνει τις εντάσεις της πλοκής της ή τραβάει στα άκρα την έκφραση θυμού της γυναίκας του σήμερα, που «τα χρωστάει» (με την κακή έννοια) στο ανδρικό φύλο, από το μεγαλύτερο ξεφτιλίκι έως και τη σωματική επίθεση σε κατάσταση άμυνας. Γιατί… female empowerment, ρε μαλάκες! Τρέμε, Τσαρλς Μπρόνσον!

Μακάρι μέσα σε όλα αυτά να υπήρχε μία ισχυρή δόση χιούμορ, μία έξυπνη απενοχοποίηση του «καταγγελτικού» σινεμά με «μήνυμα», το οποίο έχει σκαρφιστεί να μας πουλήσει η Φένελ. Αυτή, όμως, εξαντλείται στο casting του… ΜακΛάβιν από το «Superbad» (2007), μια κακομοιριασμένη και ενήλικη «εκδοχή» του οποίου πέφτει στα χέρια της Κασάντρα, έτσι ώστε να «τιμωρηθεί» κι εκείνη η φαντασίωση του αγοριού που ξεπαρθενεύει. Σε όλο το υπόλοιπο έργο συναντάμε κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις «έμπνευσης» και μεγάλου θράσους (όπως στην εντελώς αναίτια σκηνή με το σιδερολοστό, η οποία «ντύνεται» ηχητικά με το «Liebestod» του Βάγκνερ!), για να καταλήξουμε σε ένα παροξυσμικά αλλοπρόσαλλο final act, το οποίο λίγο έλειψε να με αναγκάσει να σταματήσω την παρακολούθηση του φιλμ! Όλη η αγωνία της Φένελ ν’ αποδείξει πόσο «μαγκάκι» και «είρων» είναι δημιουργικά, εδώ μετατρέπεται σε βίαια και αλλεπάλληλα (τυφλά, φυσικά) χτυπήματα μιας… piñata που περιέχει όλα τα κραυγαλέα κλισέ της πιο άγριας φεμινίλας. Η Φένελ δίνει τα ρέστα της στην πρόκληση και η ρηχή κοινωνία της… εξαναγκασμένα παγκοσμιοποιημένης «ορθότητας» χειροκροτά επειδή μια γυναίκα έγραψε και σκηνοθέτησε ένα τέτοιο έργο. Φαίνεται πως η ύπαρξη του «Heathers» (1989) ή αγνοείται τη σήμερον ημέρα ή το «ατυχές» του timing με την πραγματικότητα δεν του επέτρεψε να δρέψει ανάλογες δάφνες, τόσο από την κριτική όσο και από όλα τα βραβεία του πλανήτη σινεμά. Εκείνο, άλλωστε, δεν έφερε μονάχα την επίκαιρα «αγωνιστική» ταμπελίτσα του φεμινιστικού έργου. Ήταν καθαρά αναρχικό στις προτάσεις του, προσβλητικό και επιθετικό προς κάθε κατεύθυνση. Άρα, πιο επικίνδυνο! Άσε που ανήκε και στο «ρυπαρό» είδος των νεανικών ταινιών!

Τι να πει η Κοραλί Φαρζά για το υπέροχο και in your face βίαια αιματηρό «Revenge» (2018); Τι να πει ο Τσαν-Γουκ Παρκ για την βαρύτατα ελεγειακή «Εκδίκηση μιας Κυρίας» (2005); Τι να πει ο Ρίτσαρντ Μπρουκς για το κυνικό χτύπημα στη γυναικεία ελευθεριότητα του «Αναζητώντας τον μίστερ Γκούντμπαρ» (1977); Τι σκατά συνέβη στα κεφάλια όσων άρχισαν να προσκυνάνε το «Υποσχόμενη Νέα Γυναίκα» από πέρσι, ώστε να καταλήξει να προτείνεται μέχρι και για Όσκαρ καλύτερης ταινίας (στην πιο ντροπιαστική χρονιά του θεσμού ever!); Ειλικρινά, τι προτείνει αυτό το τερατούργημα αφέλειας και σεναριακών τρυπών, που «ψαρεύει» το κοινό του ακριβώς με τον τρόπο που η Κασάντρα προσελκύει τα θύματά της (οποία ειρωνεία!);

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εάν αυτό είναι το υπόδειγμα της φεμινιστικής ταινίας για τη σημερινή εποχή, κάτι έχουμε κάνει εντελώς λάθος! Λυπάμαι τον χαρακτήρα των ανθρώπων που θα βρουν κάτι καλό σε αυτό το έργο. Υποτίθεται ότι φτιάχτηκε για να προκαλέσει συζητήσεις. Ναι, αυτό το πετυχαίνει. Αλλά στο τέλος θα βρίζετε. Ειλικρινά.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.

ΧΩΡΙΣ ΟΞΥΓΟΝΟ

Στο Μπρούκλιν του 2039, με τη ζωή να έχει σχεδόν εξαφανιστεί εξαιτίας της απώλειας οξυγόνου, μια οικογένεια επιστημόνων έχει βρει τη βιώσιμη λύση να αναπνέει… εντός της οικίας της, για να γίνει στόχος απρόσκλητων επισκεπτών που ή ζητούν τη βοήθειά της για ν’ αναπαράγουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό της ή επιδιώκουν να πάρουν τη θέση της.