FreeCinema

Follow us

BABYTEETH (2020)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σάνον Μέρφι
  • ΚΑΣΤ: Ελάιζα Σκάνλεν, Μπεν Μέντελσον, Έσι Ντέιβις, Τόμπι Γουάλας
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO

Η έφηβη Μίλα πάσχει από καρκίνο κι ερωτεύεται κεραυνοβόλα τον νεαρό Μόουζες, ένα βαποράκι ναρκωτικών. Οι δυο τους αναπτύσσουν μια παράξενη σχέση και η συναισθηματική εξάρτηση της Μίλα επάνω του, θα κάνει τους γονείς της ν’ αναθεωρήσουν τις προτεραιότητές τους.

Η Σάνον Μέρφι, τηλεοπτική σκηνοθέτις και μικρομηκάς, κάνει το κινηματογραφικό της ντεμπούτο με αυτή την ελαφρώς εκκεντρική αυστραλιανή παραγωγή. Από την «Ιστορία Αγάπης» μέχρι το «Λάθος Αστέρι», το σινεμά ανέκαθεν γοητευόταν από ρομαντικές αγάπης με αναπόφευκτα σύντομη ημερομηνία λήξης, και το «Babyteeth» δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς αποτελεί αγαπημένη συμμετοχή σε κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο την τελευταία χρονιά. Το αν η φεστιβαλική της επιτυχία θα συνεχιστεί και στην ευρύτερη κινηματογραφική διανομή, είναι αβέβαιο.

Το σενάριο της πρωτοεμφανιζόμενης Ρίτα Καλνεζέ ακολουθεί την κλασική πεπατημένη του «ευκατάστατη κοπέλα ερωτεύεται περιθωριακό νεαρό και παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των γονιών της, ο έρωτάς τους θεριεύει, μόνο που εκείνη είναι σχεδόν ετοιμοθάνατη». Ωστόσο, σε συνεργασία με την Μέρφι, τούτη η ιστορία αποκλίνει (τουλάχιστον σε αφηγηματικούς τόνους και ύφος) από τις πρότερες του υπο-είδους της, χωρίς (δυστυχώς) να επιτυγχάνει ολοκληρωτικά. Οι χαρακτήρες είναι ενδιαφέροντες, ιδίως οι βασικοί τέσσερις: της Μίλα, του Μόουζες, του πατέρα Χένρι και της μητέρας Άννα. Προσομοιάζοντας αρκετά κινηματογραφική μεταφορά θεατρικού έργου, αυτό το κουαρτέτο καταλαμβάνει αποκλειστικά τη συντριπτική πλειοψηφία του κινηματογραφικού χρόνου της ταινίας, με συνεχόμενες και συχνά αιφνίδιες μεταπτώσεις, από χιουμοριστικές σε δραματικές και σε «υπαρξιακές» στιγμές. Η Μίλα βρίσκει τον πρώτο (και τελευταίο;) της έρωτα στο πρόσωπο ενός νεαρού με τα δικά του προσωπικά προβλήματα, τον φέρνει και τον παρουσιάζει αμέσως σπίτι και ουσιαστικά τον «επιβάλλει» στους γονείς της, οι οποίοι έχουν με τη σειρά τους τα δικά τους θέματα επικοινωνίας, σχέσης και, ασφαλώς, το κυριότερο που τους ενώνει, το φόβο της απώλειας της πολυαγαπημένης τους κόρης. Οι διάλογοι και τα γεγονότα μεταλλάσσονται ραγδαία, από τρυφερότητα σε σκληρότητα, από λόγια αγάπης σε λόγια που πληγώνουν, από αδιαφορία σε πάθος. Το αντιφατικό του αφηγηματικού συνόλου με τις πολλαπλές ψυχολογικές μεταπτώσεις των πρωταγωνιστών ενδεχομένως να ξενίσει το παγκόσμιο κοινό, εν μέρει γιατί το χιούμορ είναι αρκετά «αυστραλιανό», όμως αντικατοπτρίζει αρκετά επιτυχημένα τις μεταπτώσεις της νεαρής Μίλα, από την ευφορία του πρώτου έρωτα στην ανησυχία για το μέλλον, στην αδιαφορία, στον θυμό απέναντι σε όλους και σε όλα, στην ευτυχία του να μαθαίνεις να ζεις τη ζωή όπως έρχεται, ιδιαίτερα εάν γνωρίζεις πως δεν πρόκειται να διαρκέσει για πολύ ακόμα. Παρ’ όλα αυτά, η απειρία από πλευράς σεναρίου όσο και σκηνοθεσίας βγαίνει συχνά στην επιφάνεια.

Το πρόβλημα δεν είναι η εναλλαγή ύφους και συναισθημάτων, ούτε η αναπάντεχη ιστορία αγάπης των δύο νέων. Το βασικό ελάττωμα έγκειται στην κάπως αδέξια ανάπτυξη των κατά τα άλλα με ενδιαφέρον σχεδιασμένων χαρακτήρων, των γονιών της Μίλα. Ο πατέρας, ψυχίατρος με φαινομενική υπομονή και ψυχραιμία αγίου, που «χαπακώνει» την όμορφη αλλά ψυχικά ευαίσθητη σύζυγό του, φοβούμενος μία επικείμενη ολοκληρωτική νευρική της κατάρρευση, την ίδια στιγμή που εκείνος αρνείται / αδυνατεί να ανοιχτεί συναισθηματικά στις δύο λατρεμένες γυναίκες της ζωής του. Η μητέρα, πάλαι ποτέ επιτυχημένη πιανίστα με λατρεία στην κλασική μουσική και σε «αποστολή» να τελειοποιήσει η Μίλα τα μαθήματα βιολιού της, φαινομενικά καταρρέει με την ασθένεια της κόρης της, την βαρεμάρα της προαστιακής οικιακής ζωής και, αργότερα, την εμφάνιση – σίφουνα του Μόουζες στις ζωές τους. Με μια σειρά παράξενων γεγονότων που μοιάζουν σεναριακά βεβιασμένα και μη ρεαλιστικά, καθώς και με την ένταξη ολίγων επιπλέον χαρακτήρων που δεν έχουν ουσιαστικό λόγο ύπαρξης στην ιστορία, καθώς και περιπλέκουν περισσότερο τα πράγματα και δεν αναπτύσσονται κι οι ίδιοι αρκετά ώστε να μας νοιάζουν, οι Μέρφι και Καλνεζέ χάνουν σύντομα την όποια στιβαρότητα και παγιότητα των ηρώων τους, την οποία (ευτυχώς) ξαναβρίσκουν προς στο τελικό ημίωρο, εκεί όπου όποιες σεναριακές αδυναμίες και σκηνοθετικές «δηθενιές» εγκαταλείπονται για χάρη ενός αληθινά συγκινητικού φινάλε.

Το μεγαλύτερο «κομπλιμέντο» που θα μπορούσαμε να δώσουμε στην Μέρφι είναι πως πείθει ως σκηνοθέτις ηθοποιών. Η βασική τετράδα είναι ερμηνευτικά άψογη, από τους «βετεράνους» Μέντελσον και Ντέιβις μέχρι τους νεαρούς Γουάλας και Σκάνλεν (η οποία ανέλαβε «εργολαβία» τους ρόλους άρρωστων κοριτσιών, όπως και στις περσινές «Μικρές Κυρίες», με εξίσου εντυπωσιακά αποτελέσματα υποκριτικής δεινότητας). Με λίγη περισσότερη εμπειρία και μερικούς ακόμη τίτλους στο ενεργητικό τους, τόσο η σεναριογράφος όσο και (κυριότερα) η σκηνοθέτις αυτής της μικρής, παράξενης ταινίας, ίσως και να μπορέσουν να καθιερωθούν στον κινηματογραφικό χώρο μέσα στα επόμενα χρόνια.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Καταδικασμένη ιστορία αγάπης δύο φαινομενικά αταίριαστων νέων, με θετική ενέργεια, περίεργα ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα και κάποιες σκηνοθετικές δηθενιές που ξεκαθαρίζουν σχεδόν άμεσα πως η ταινία απευθύνεται κυρίως στο νεότερο, «ψαγμένο» κοινό. Αν ψάχνετε για χαμηλότονα εκκεντρική κινηματογραφική πρόταση, αν μη τι άλλο οι ερμηνείες και το τίμιο, μινιμαλιστικό φινάλε, θα σας αποζημιώσουν, αφήνοντας κατά μέρος τις όποιες άλλες αδυναμίες.


MORE REVIEWS

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΞΑ

Η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία Lancia θέλει να κερδίσει πάση θυσία το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλι του 1983, όμως, το μοντέλο της 037 υστερεί σημαντικά έναντι της τετρακίνητης γερμανικής τεχνολογίας του Audi Quattro. Ο εκτελεστικός της Διευθυντής, Τσέζαρε Φιόρι, έχει μερικές πονηρές ιδέες οι οποίες ενδεχομένως μπορούν ν’ αλλάξουν τη διαφαινόμενη πορεία των πραγμάτων. Εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα.

MINORE

Μυστηριώδη τέρατα εμφανίζονται σε παραθαλάσσιο location του Σαρωνικού κόλπου με εχθρικές και φονικές διαθέσεις. Θα μπορέσουν να τα αντιμετωπίσουν ένα ναυτάκι, μια σερβιτόρα, μια γιαγιά, ένας μποντιμπιλντεράς κι ένα τσούρμο… μπουζουξήδων;