FreeCinema

Follow us

INTERSTELLAR (2014)

  • ΕΙΔΟΣ: Επιστημονικής Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κρίστοφερ Νόλαν
  • ΚΑΣΤ: Μάθιου ΜακΚόναχεϊ, Ανν Χάθαγουεϊ, Τζέσικα Τσάστεϊν, Μακένζι Φόι, Μάικλ Κέιν, Γουές Μπέντλεϊ, Ντέιβιντ Γκιάσι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 169'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: VILLAGE FILMS

Μοναδικό γεωφυσικό φαινόμενο απειλεί να εξαφανίσει την ανθρωπότητα από τη Γη, καθώς καταστρέφει κάθε είδους καλλιέργειες. Πιθανή ελπίδα, μια ομάδα της NASA που θα ταξιδέψει εκτός γαλαξία, για να διαπιστώσει τι απέγιναν οι προηγούμενες εξερευνητικές αποστολές εύρεσης ενός άλλου κατοικήσιμου από το είδος μας πλανήτη.

Νομίζουμε πως φοβόμαστε το θάνατο. Ο γερασμένος ήρωας του φυσικού επιστήμονα που υποδύεται στο «Interstellar» ο Μάικλ Κέιν, όμως, το λέει με μεγαλύτερη ακρίβεια και, ουσιαστικά, διορθώνει το ανθρώπινο είδος: «Φοβάμαι το χρόνο». Πόσο τίμια και αληθής δήλωση! Εάν ο Κρίστοφερ Νόλαν έκανε focus πάνω στο θέμα του χρόνου, μπορεί αυτή η ταινία να ήταν ένα αριστούργημα. Το πρόβλημα είναι πως τούτο το φιλμ δεν αρκείται σε ένα θέμα. Δεν μπορεί να είναι απλά μια ακόμη ταινία. Γιατί είναι μια ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν…

Ξέρουμε πως ο Νόλαν είναι ένας τελειομανής. Και ξέρουμε πως μερικές φορές αυτό συνοδεύεται από ένα είδος υπεροψίας εξ ανωτερότητας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της γνώσης ότι είσαι ένας… μάγος της εικόνας, που εξέλιξε το μύθο του δημιουργού και έχει εκτοξευτεί πέρα από τον απλό τίτλο τού σκηνοθέτη.

Ο Κρίστοφερ, μαζί με τον αδελφό του, το σεναριογράφο Τζόναθαν Νόλαν, προφανέστατα νίβουν τας χείρας τους στα κινηματογραφικά projects που ο πρώτος έρχεται να υλοποιήσει «στο πανί», αφήνοντας στον δεύτερο τη βεβαιότητα πως ακόμη κι όταν κάτι δε θα… στέκει στο σενάριο, ο άλλος αδελφός θα καλύψει τα «σπασμένα» με τα δικά του τρικ. Πολλοί είναι εκείνοι που ξεγελιούνται με τα τρικ στο σινεμά (βλέπε «Inception»). Προσωπικά, προτιμώ εκείνα που πατάνε και πάνω σε ένα πιο στέρεο «έδαφος», σεναριακό πρωτίστως (βλέπε «The Prestige»). Ο σκηνοθέτης Νόλαν, όταν δε γυρίζει… τριλογίες ηρώων από comics (εκεί όπου τα πάντα επιτρέπονται, δηλαδή), τείνει να αδιαφορεί για τις προτεραιότητες ή τη σημασία του σεναρίου, διότι έχει προαγάγει εαυτόν σε ένα είδος Θεού ή… Μωυσή, ο οποίος ποτέ δε θ’ αφήσει ένα έργο του να καταποντιστεί, επιστρατεύοντας οποιαδήποτε ευρηματική εξυπνάδα, «άλλοθι» του φανταστικού, εξωφρενικά budgets και την τεχνολογία, έτσι ώστε να… διασχίσει την Ερυθρά Θάλασσα σώος και αβλαβής, ακολουθούμενος από τα εκατομμύρια των πιστών του.

Ουσιαστικά, όμως, ο Κρίστοφερ Νόλαν δεν είναι μεγαλύτερος από κανένα σενάριο. Δυστυχώς, ο ίδιος πιστεύει το αντίθετο. Και εκεί είναι που το «Interstellar» φανερώνει τις αδυναμίες του, μπλέκοντας την ιστορία του σε ένα λαβυρινθώδες σύμπαν ιδεών, που ξεκινά από το χρόνο (ειρωνικά, κάτι που και ο ίδιος σπάνια είχε την ικανότητα να τιθασεύσει, αφήνοντας και αυτή του την ταινία να πλησιάζει το τρίωρο!), περνά από πολιτικές νύξεις ενός μέλλοντος κοινωνικού φιλελευθερισμού (οι οποίες συγκρούονται με τον εαυτό τους ως ιδανικά) που θέλουν και να σατιρίσουν την ψυχροπολεμική προπαγάνδα στην οποία βασίστηκαν οι πρώτες αποστολές στο διάστημα, μιλά για οικογένεια και πατρίδες που ποτέ δεν (πρέπει να) αφήνεις πίσω σου, κρίνει τη σημασία της θνησιμότητας του ανθρώπου, μελετά τις πιθανότητες που κρύβονται εκεί ψηλά, πέρα από το άγνωστο, αψηφά την όποια μαύρη τρύπα καθώς επιχειρεί την κορύφωση και, όταν βρίσκει τα δύσκολα, σου τη γυρίζει τύπου… «Inception»! Για μένα, είναι μια ήττα αυτή του η επιλογή. Το «ακαταλαβίστικο» του κιουμπρικού «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος» το σεβόμαστε διότι υπήρξε συνεπές πάνω σε μια γενικότερη ασέβεια απέναντι στο άγνωστο, σε συνάρτηση με τη θρησκευτική Πίστη. Απέναντι στους φόβους μας και προς τα δύο. Οι επιλογές του Νόλαν (ή των αδελφών Νόλαν, αν συνυπολογίσουμε και το σενάριο) δεν μπορούν να είναι σεβαστές, όχι μόνο επειδή μέσω αυτών βιώνουμε ένα είδος φιλμο-γραφικού déjà vu, αλλά γιατί επιχειρούν να αποπλανήσουν τη φαντασία με ασυνάρτητες ιδέες, τις οποίες ακυρώνουν όταν επιχειρούν να υπερασπιστούν επεξηγηματικά (το φινάλε μπορεί να προκαλέσει μέχρι και γέλια σε μερίδα θεατών!).

Θα ήταν σωστό να χωρίσουμε το «Interstellar» σε τρία μέρη. Το πρώτο είναι η Γη, το κοντινό μέλλον ενός πλανήτη… δίχως μέλλον, με αυτή τη μυστηριώδη σκόνη να σκεπάζει τα πάντα στο πέρασμά της και να αφαιρεί μέχρι και το οξυγόνο από τις ζωές των ανθρώπων. Είναι το πιο λιτό μέρος του φιλμ, μια εισαγωγή στις τόσο πολλές ιδέες τού σεναρίου, με όμορφες ατάκες και μια μεγαλόσχημη, ποιητική διάσταση η οποία οδηγεί… επιτηδευμένα στους στίχους από το «Αβρός μην πας στη νύχτα την καλή» του Ντίλαν Τόμας που απαγγέλλει ο χαρακτήρας τού Μάικλ Κέιν. Τα παιδιά τού Κούπερ (Μάθιου ΜακΚόναχεϊ) είναι ανήλικα, μεγαλώνουν χωρίς μάνα και το φευγιό εκείνου για το διάστημα φορτώνει με συναίσθημα το κομμάτι αυτό, αν και ο Νόλαν ουδέποτε μπόρεσε να κουμαντάρει το δράμα ουσιαστικά. Άρα, εμμένει σε στερεότυπα συγκίνησης, βοηθούμενος από τις συμφωνικές συνθέσεις του Χανς Τσίμερ (ο οποίος κατακλέβει δίχως έλεος το ύφος δουλειών του Φίλιπ Γκλας από την περίοδο του «Koyaanisqatsi»), που απογειώνουν τον αποχαιρετισμό και την απομάκρυνση του αγροτικού αμαξιού του πατέρα λες και εκτοξεύεται διαστημόπλοιο.

Το δεύτερο μέρος, η αποστολή σε τρεις «άγνωστους» πλανήτες, τους οποίους μελετούσαν εκεί από χρόνια τρεις θαρραλέοι επιστήμονες της NASA, ώστε να μεταφέρουν στη Γη το μήνυμα ελπίδας για τη δυνατότητα δημιουργίας (ή μη) ενός καταφυγίου για την ανθρωπότητα, είναι αυτό που επιζητά περισσότερο ο θεατής. Εδώ ο Νόλαν θυμάται το σασπένς, το θέαμα, τα μεγάλα ατού του είδους της επιστημονικής φαντασίας, αλλά και… την αρχή ενός χάους αφηγηματικού, ίσως γιατί, ξαφνικά, επιλέγει να μας συστήσει το Κακό. Κάτι που απείχε μέχρι τώρα από το φιλμ, αλλά δραματουργικά είναι απαραίτητο για να ενισχυθεί η πλοκή. Γιατί ακόμη και το «2001» είχε έναν HAL 9000 (όχι, μην υποψιαστείς τα robots εδώ…)! Από πλευράς ψυχολογικής εμβάθυνσης, τα πράγματα δηλώνονται ελαφρώς… απότομα – και δίχως την ισχυρή παρουσία του ΜακΚόναχεϊ, η «εξίσωση» δε θα έπειθε τόσο ρεαλιστικά. Έχεις, δε, τη διαρκή εντύπωση ότι αυτά που παρακολουθείς είναι επιστημονικά έγκυρα, ζεις το μεγαλείο αυτού που πρέπει να είναι το σινεμά, όμως, για παράδειγμα, εκείνο το κυρτό κύμα που υψώνεται στον ορίζοντα το έχεις ξαναδεί, με άλλη μορφή, σε ταινία του Νόλαν… Και, εδώ που τα λέμε, αν κάποιος πρέπει να γελάσει τελευταίος αφού παρακολουθήσει το «Interstellar», αυτός είναι μονάχα ο Αλφόνσο Κουαρόν. Δίκαια και υπέρ του!

Το τρίτο μέρος είναι… ο μπελάς. Το «τι κάνουμε τώρα που φτάσαμε ως εδώ», το οποίο συχνά πληγώνει το σινεμά του Νόλαν. Εδώ συγκρούονται όλες οι θεωρίες, οι ιδέες και οι ασάφειες του σεναρίου. Ενώ όλο το υπόλοιπο φιλμ σε έχει πείσει ακόμη και για την επιστημοσύνη του (!), στο τελευταίο μέρος γίνεται του «Inception». Σοβαρά! Μέχρι και το τρικ τού παράλληλου μοντάζ από εκεί επιστρατεύει ο Νόλαν για να κορυφώσει την ένταση, λίγο πριν βρεθεί μπροστά στο σκοτάδι μιας μαύρης τρύπας τού διαστήματος, στην οποία, ευτυχώς, δεν τολμά να συγκριθεί ως μέγεθος με το κιουμπρικό μυστήριο εκείνης της «Οδύσσειας» (μόλις φευγαλέα έκανα μια συνειρμική σκέψη περί των δισκετών μνήμης τού HAL και της οπτικοποίησης των εδώ «ινών βαρύτητας»). Αστοχεί μέχρι τέλους, με… κάμποσα φινάλε, είναι αλήθεια, ζητώντας, όμως, κατανόηση και… ανθρώπινη αγάπη. Γιατί το τελικό, μέγα «άλλοθι» του «Interstellar» είναι η αγάπη. Αυτό που μας κάνει ανθρώπους, αλλά και μας καταστρέφει ταυτόχρονα. Αυτό που γεννά την αφοσίωση και την εμπιστοσύνη για το είδος μας, κι αυτό που διαιωνίζουμε σαν κατάρα για τους δικούς μας, την οικογένειά μας, τους συντρόφους μας, όλη την ανθρωπότητα. Η αγάπη νικά τα πάντα, μας το ‘χουν πει κι άλλοι. Και, ειλικρινά, δεν περίμενα να το «ακούσω» και απ’ το Νόλαν! Ίσως γιατί δε με έχει συνηθίσει σε αυτό. Ή δε με έχει μάθει να αγαπώ με τέτοια ματιά τις ταινίες του.

Κάπου εδώ να ξεκαθαρίσω και να απαντήσω σε ένα πιθανό σου ερώτημα: νομίζεις πως τούτη η κριτική παραήταν αυστηρή και ίσως δεν αντιπροσωπεύει την υψηλή βαθμολογία του φιλμ. Θα σου πω, απλά, ότι παρά τα λάθη ή τις αδυναμίες του, το «Interstellar» απογειώνεται, κάνει το ταξίδι του και επιστρέφει στη Γη χωρίς… καταστροφικές απώλειες, ακριβώς επειδή ο Κρίστοφερ Νόλαν είναι ένας σκηνοθέτης ικανότατος, οραματιστής και προχωρημένος στις φιλοδοξίες του να πάει το σινεμά ακόμη πιο μπροστά. Στα χέρια πολλών άλλων έμπειρων σκηνοθετών του σήμερα, η ταινία θα ήταν ένα παταγώδες φιάσκο. Ο Νόλαν αποπειράθηκε να επανα-σχεδιάσει το έξω διάστημα (και το genre του sci-fi), να δώσει κάτι δικό του σ’ αυτό το σκοτεινό άπειρο του σύμπαντος. Δεν ξέρω αν θα αντέξει στο χρόνο όπως έκαναν άλλες μεγάλες ταινίες τού είδους. Επιβεβαιώνει, όμως, έναν πανέξυπνο και τολμηρό σκηνοθέτη. Που θα έπρεπε να συνεργαστεί και με έναν καλύτερο σεναρίστα…

Με τη σέπια στα σήματα αρχής, σκεφτόμουν το «Μάγο του Οζ» (1939)! Αυτοαναφορική ειρωνεία τού Νόλαν, ίσως; Φεύγοντας από την αίθουσα σκεφτόμουν την «Επαφή» (1997) του Ρόμπερτ Ζεμέκις. Ναι, με αυτή την ταινία θα συνέκρινα το «Interstellar», όχι με το «2001». Ειρωνεία κι εδώ, συμπτωματική αυτή τη φορά: ο Μάθιου ΜακΚόναχεϊ πρωταγωνιστούσε κι εκεί, αλλά δεν ήταν εκείνος που έκανε το ταξίδι. Ειλικρινά, όμως, ακόμα βρίσκω την οραματική εμπειρία τού Ζεμέκις περισσότερο αποτελεσματική. Γιατί είχε ένα στόχο, έφτανε κάπου, σου έδινε τις απαντήσεις του και σε βούρκωνε από τη συγκίνηση για κάτι που… όλοι φοβόμαστε. Το τέλος του χρόνου.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αν γνωρίζεις το κινηματογραφικό ύφος τού Κρίστοφερ Νόλαν, ξέρεις πολύ καλά τι πρόκειται να δεις. Μεγάλο σινεμά «απόδρασης». Στις διαστάσεις που του πρέπει. Αλλά με μια «ελαφρότητα» του σήμερα, όχι του κλασικού που ο ίδιος ζηλεύει τόσο πολύ. Πολλοί από εσάς που… γκρινιάξατε με το «Gravity» πέρσι, δεν θα αλλάξετε τροπάρι εδώ, απλά θα πρέπει να παραδεχτείτε πως δεν είστε «φίλοι» με το συγκεκριμένο είδος ταινιών. Θα υπάρξει μια κάποια μερίδα θεατών που θα θεωρήσει αστείο το τελευταίο μέρος τού φιλμ, ελπίζοντας σε ένα άλλο φινάλε, πόσω μάλλον συντομότερο, με τη συνολική διάρκεια να ακουμπά τις τρεις ώρες. Όπως και να ‘χει, είναι μια από τις ταινίες – event τούτης της σεζόν και θα συζητηθεί έντονα.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.

ΧΩΡΙΣ ΟΞΥΓΟΝΟ

Στο Μπρούκλιν του 2039, με τη ζωή να έχει σχεδόν εξαφανιστεί εξαιτίας της απώλειας οξυγόνου, μια οικογένεια επιστημόνων έχει βρει τη βιώσιμη λύση να αναπνέει… εντός της οικίας της, για να γίνει στόχος απρόσκλητων επισκεπτών που ή ζητούν τη βοήθειά της για ν’ αναπαράγουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό της ή επιδιώκουν να πάρουν τη θέση της.