ΔΥΟ ΠΡΟΣ ΕΝΑ (2024)
(ZWEI ZU EINS)
- ΕΙΔΟΣ: Πολιτική Σάτιρα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νάτγια Μπρούνκχορστ
- ΚΑΣΤ: Σάντρα Χούλερ, Μαξ Ρίμελτ, Ρόναλντ Ζέρφελντ, Ούρσουλα Βέρνερ, Πέτερ Κουρθ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ROSEBUD.21
Το καλοκαίρι 1990, η πτώση του τείχους του Βερολίνου φέρνει την ενοποίηση των «δύο» Γερμανιών και υποχρεώνει τους πολίτες τους να μπουν σ’ ένα νέο νομισματικό καθεστώς. Με λίγες μέρες διαφορά. Το οποίο σημαίνει πως τα άχρηστα χαρτονομίσματα της μίας χώρας μπορούν ακόμη να ξοδευτούν στην άλλη! Και υπάρχουν… εκατομμύρια στα αζήτητα της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας!
Εδώ έχουμε μια ταινία που αποκαλύπτει με τον πλέον σκληρό τρόπο τη δραματική φύση του… επαγγέλματος του ηθοποιού! Μετά από ένα αδιανόητα συγκλονιστικό σερί πρωταγωνιστικών ρόλων στο 2023, με την «Ανατομία μιας Πτώσης» και τη «Ζώνη Ενδιαφέροντος», η Σάντρα Χούλερ… ταπεινώνει τον εαυτό της παίρνοντας μέρος σε μία λαϊκουργιά του χειρίστου είδους, κωμικά άτονη και άστοχη σε μηνύματα! Προφανώς, κάθε μισθός είναι χρήσιμος στην «πατρίδα» μας, την Ευρώπη…
Ίσως και να ευθύνεται κυρίως η Νάτγια Μπρούνκχορστ, η πάλαι ποτέ νεαρή πρωταγωνίστρια της «Christiane F.» (1981), που κι αυτή το ‘ριξε στη σκηνοθεσία εσχάτως (διότι… ανοιχτά είναι, μπείτε!), με την παραγωγή του φιλμ να «ονειρεύεται» (ίσως) μια αντίστοιχη καριέρα μ’ εκείνη του «Good Bye Lenin!» (2003). Φυσικά, το αποτέλεσμα εδώ απέχει έτη φωτός μακριά από το να χαρακτηριστεί επιτυχημένο (ή σατυρικά ψυχαγωγικό). Εκμεταλλευόμενοι ένα ρεαλιστικό καταστασιακό από την περίοδο όπου Δυτική και Ανατολική Γερμανία έγιναν ένα, οι σεναριογράφοι του «Δύο Προς Ένα» δημιουργούν έναν αχταρμά μυθοπλασίας για να «στολίσουν» το εξωφρενικό παράδειγμα ενός «heist» με… καταργημένα χαρτονομίσματα, τα οποία αλλάζοντας «έδαφος» μπορούν να είναι χρήσιμα για λίγες μέρες ακόμα, δίνοντας στο (και ερωτικό, στην τελική) τρίγωνο των ηρώων και στους γειτόνους τους την ευκαιρία ν’ αποκτήσουν παράλογα πλούτη, αλλά κι ένα (και καλά) «τιμωρητικό» μάθημα στον καπιταλισμό.
Το ιδεολογικό πλαίσιο του φιλμ είναι σκέτη τρικυμία εν κρανίω (το φινάλε με το εργοστάσιο είναι για να κουτουλάς σε τοίχους…), το αρχικό εύρημα της υπόγειας σήραγγας με τα αζήτητα εκατομμύρια που έχουν μετατραπεί σε παλιόχαρτα δεν βγάζει κανένα νόημα (η φύλαξή του ξεπερνά το αστείο και την αφέλεια μαζί), το στοιχείο της δράσης ξεπερνά κάθε όριο ερασιτεχνισμού και βαρεμάρας, ενώ η αδυσώπητα μεγάλη διάρκεια του έργου σου κόβει μέχρι και κάποια στιγμιαία μειδιάματα. Με τα καλλιτεχνικά standards ν’ αγκομαχάνε για να προκύψει με αξιοπρέπεια κάτι το εύπεπτα λαϊκό, συνοδεία μίας εντελώς άκυρης και… αμερικανίζουσας (!) ηχητικής μπάντας, η ταινία της Μπρούνκχορστ σε κάνει να νοσταλγείς την… «Κόρη μου τη Σοσιαλίστρια» (1966) ως απαύγασμα άσκησης πολιτικοκοινωνικής κριτικής στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σινεμά! Σοβαρά!