FreeCinema

Follow us

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ (2018)

(YULI)

  • ΕΙΔΟΣ: Βιογραφικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ιθίαρ Μπογιαΐν
  • ΚΑΣΤ: Κάρλος Ακόστα, Σαντιάγκο Αλφόνσο, Κέιβιν Μαρτίνες, Έντλισον Μανουέλ Ολμπέρα Νούνιες, Λάουρα Ντε λα Ους
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 115'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS

Ο διάσημος χορευτής Κάρλος Ακόστα αναπολεί τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στην Κούβα και μετέπειτα στις μεγαλύτερες παγκόσμιες σκηνές μπαλέτου, με κεντρικό άξονα τη δύσκολη σχέση με τον πατέρα του.

Ακόμα μία βιογραφία των νεανικών χρόνων της ζωής ενός σύγχρονου παγκόσμιου αστεριού. Κι όμως, η συγκεκριμένη διαφέρει αρκετά από τις άλλες, σε σημείο που την κάνει μοναδική (με την καλή έννοια), αν και χωρίς να είναι μεγαλειώδης. Πρώτη τεράστια διαφορά: τον πρωταγωνιστή της ιστορίας στη «σημερινή» εποχή τον υποδύεται ο ίδιος ο ήρωας. Ο Κάρλος Ακόστα, ένας από τους διασημότερους και πιο επιτυχημένους χορευτές (τουλάχιστον) των δύο τελευταίων αιώνων, παίζει τον ώριμο εαυτό του που «βλέπει» flashback των εποχών στις οποίες ήταν παιδί, έφηβος και νεαρός. Η ιδέα είναι σεναριακά έξυπνη και συνολικά επιτυχημένη, καθώς όχι μόνο μας δίνεται η ευκαιρία να τον παρακολουθήσουμε να χορεύει ξανά (αποσύρθηκε επίσημα από το κλασικό μπαλέτο το 2016), καθώς χορογραφεί και σκηνοθετεί το (μυθοπλαστικό) μπαλετικό έργο «Yuli» που βασίζεται στη ζωή του, αλλά και επειδή ο Ακόστα αποδεικνύεται επιπλέον καλός ηθοποιός!

Το φιλμ βασίζεται αρκετά στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο, όμως είναι η σεναριακή ανάπτυξη από τον έμπειρο και εξαιρετικά ταλαντούχο Πολ Λάβερτι που ανάγει κάτι που θα μπορούσε να είναι υπερβολικά γλυκερό και «ονειρικό» σε ένα μεστό και πλειοψηφικά ρεαλιστικό δράμα ενηλικίωσης. Ο Λάβερτι, περισσότερο γνωστός ως ο πιο πολύτιμος συνεργάτης του Κεν Λόουτς, έχει ήδη αξιόλογες περγαμηνές ως σεναριογράφος σε διεθνείς, ξενόγλωσσες ταινίες, όπως το (αδίκως ξεχασμένο) «Ακόμα και η Βροχή» του 2011, οπότε η «παγίδα» της συγγραφής και μετάφρασης του σεναρίου δεν ισχύει για εκείνον, με αποτέλεσμα οι διάλογοι και οι επί μέρους σκηνές χορού να έχουν μια καλοστημένη ροή.

Η δεύτερη τεράστια και άκρως ενδιαφέρουσα διαφορά έρχεται ως επακόλουθο της παρουσίας του υποδυόμενου τον εαυτό του Ακόστα. Έτσι, η ταινία γίνεται ένα παράξενο υβρίδιο βιογραφικού δράματος και ντοκιμαντέρ… αν και όχι ακριβώς! Γιατί ο Ακόστα θυμάται, ο θεατής παρακολουθεί τις δραματοποιημένες αναμνήσεις που αποτελούν και το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας, όμως ο ίδιος «παραδέχεται» στους χορευτές του (άρα και στο κοινό) πως κάποιες σκηνές δεν έγιναν έτσι, κάποιες είναι «φτιαχτές» ως μέρος του θεωρητικού «και αν συνέβαιναν πραγματικά;». Αυτό το αφηγηματικό «παιχνίδι» δεν είναι σε καμία περίπτωση παραπλανητικό. Αντιθέτως, είναι άκρως ειλικρινές, καθώς όλοι μας διανθίζουμε ή αλλάζουμε τις αναμνήσεις μας, συνειδητά ή όχι, σε στιγμές νοσταλγίας ή ψυχικού τραύματος ή αυτοάμυνας ή απλά επειδή η ιστορία που αφηγούμαστε ακούγεται καλύτερα με μια μικρή ή και μεγαλύτερη (παρ)αλλαγή. Τότε είναι που ο Ακόστα ωθείται από τους συνεργάτες του να συνεχίσει μόνο με πραγματικά γεγονότα, και τα βιώματα που τον έχουν καθορίσει βγαίνουν πιο ελεύθερα. Το πλέον ενδιαφέρον σημείο ολόκληρης της αφηγηματικής δομής είναι τα «ιντερλούδια» χορογραφιών του Ακόστα, τα οποία αναλαμβάνουν να συμπληρώσουν κομμάτια της ιστορίας του, είτε μεμονωμένων γεγονότων που μοιάζουν πολύ επίπονα για δραματοποίηση, είτε ως εργαλεία περάσματος του χρόνου. Ο ίδιος ο Ακόστα αναλαμβάνει σε αυτούς τους χορούς τον ρόλο του πατέρα του κι ένας νεαρότερος χορευτής μπαίνει στη δική του θέση, καθώς οι εξαιρετικές χορογραφίες εκφράζουν ξεκάθαρα τα έντονα συναισθήματα του νεαρού Κάρλος, με τον Ακόστα ενίοτε να ξεσπά σε λυγμούς μετά το τέλος του τόσο παθιασμένου χορού και της σωματικής εξιστόρησης. Σε αυτό προστίθεται και το πιο ξεκάθαρο κομμάτι του ντοκιμαντέρ, καθώς μία-δύο από τις καθοριστικές ερμηνείες του Ακόστα δεν είναι δραματοποιημένες, αλλά αποτελούν αυθεντικό αρχειακό υλικό.

Αυτό που εμποδίζει την ταινία να γίνει κάτι πραγματικά εξαιρετικό είναι ο παράξενος κατακερματισμός της αφηγηματικής ροής. Οι μεμονωμένες σκηνές της παιδικής και νεανικής ηλικίας του ήρωα είναι άκρως καλοστημένες και ερμηνευμένες από το σύνολο του καστ και γίνεται κατανοητός ο τεράστιος συναισθηματικός αγώνας του νεαρού Γιούλι (το χαϊδευτικό που έδωσε στον Ακόστα ο πατέρας του και με το οποίο είναι ακόμα γνωστός στον αρχικό του περίγυρο) να παραμείνει με την οικογένειά του και μετέπειτα στην πολυαγαπημένη του Κούβα, την εποχή που ο ίδιος προορίζεται για τεράστια, παγκόσμια δόξα αλλά και που η χώρα του φτάνει στο απόλυτο οικονομικό της ναδίρ. Ωστόσο, το εκούσια απότομο μοντάζ από μια παρελθούσα στιγμή στην άλλη σύντομα ξενίζει, ειδικά όταν παρουσιάζει απότομα μια σημαντική αλλαγή στη ζωή του Γιούλι, με την επεξήγηση του τι συνέβη να έρχεται πολύ αργότερα (όπως η ξαφνική παρουσία του πατέρα του στη φυλακή και η περίεργη συμπεριφορά της μεγαλύτερής του αδελφής, που πολύ αργότερα αποκαλύπτεται ως σχιζοφρένεια) και κυριολεκτικά από τη μία στιγμή στην άλλη. Επίσης, (μάλλον) στην προσπάθεια του Λάβερτι και της σκηνοθέτη Μπογιαΐν να αποφευχθούν γλυκερές και κλισεδιάρικες σκηνές, κάποιες συναντήσεις, επιπτώσεις πράξεων και επεξηγήσεις που θα αναμέναμε ως επακόλουθα σημαντικών σκηνών, δεν έρχονται ποτέ, μοιάζοντας με μεμονωμένα κομμάτια puzzle που κοιτούν το ημιτελές σύνολο αβέβαια, δίχως να βρίσκουν την ακριβή θέση τους στο φιλμ. Αυτά τα χαρακτηριστικά κάπως αποξενώνουν τον θεατή, όμως οι ενδιάμεσες σκηνές χορού του αληθινού Ακόστα αποκαθιστούν την αφηγηματική ροή και μας ξαναβάζουν μέσα στο άκρως ενδιαφέρον, κατά καιρούς βαθιά συγκινητικό και ιδιαίτερα συναρπαστικό ταξίδι ζωής του παγκόσμια δημοφιλούς και χαρισματικού χορευτή και χορογράφου.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Και μόνο για την παρουσία και τη συναισθηματικά έντονη ζωή του Κάρλος Ακόστα, αξίζει την κινηματογραφική επίσκεψη. Οι Μπογιαΐν και Λάβερτι έχουν κάνει μια συνολικά σοβαρή ταινία με πολύ πάθος που σφύζει από ειλικρινές συναίσθημα, έστω κι αν η δομή ελαφρώς πάσχει από μία κάπως ανεξήγητη αποσπασματικότητα. Σίγουρα, πάντως, είναι μια αυθεντική, πρωτότυπη και μεστή βιογραφική ταινία, αντίδοτο στα πρόσφατα στουντιακά «προϊόντα» που μας έχουν κατακλύσει.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.