ΣΚΙΑ (2018)
(YING)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια Εποχής
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζανγκ Γιμού
- ΚΑΣΤ: Ντενγκ Τσάο, Σουν Λι, Ράιαν Τζενγκ, Γουάνγκ Κιανγιουάν, Γουάνγκ Τζινγκτσάν, Χου Τζουν, Γκουάν Σιαοτόνγκ, Γου Λέι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 116'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Όπως μας ενημερώνει το δελτίο Τύπου, «ο σκηνοθέτης Ζανγκ Γιμού επανερμηνεύει την ιστορία των Τριών Βασιλείων της Κίνας στην επική περιπέτεια ‘Σκιά’ που περιγράφει την ιστορία ενός ισχυρού Βασιλιά και του λαού του που έχουν εκδιωχθεί από την πατρίδα τους και επιθυμούν να την πάρουν πίσω».
Δεν το είχα παρατηρήσει τόσο έντονα στο παρελθόν, όμως από εδώ και πέρα θα προσέχω αν μια ασιατική ταινία ξεκινά με επεξηγηματικούς τίτλους αρχής. Ήθελα να βάλω και εισαγωγικά στο επεξηγηματικό, μπας και τονιστεί λίγο περισσότερο η ειρωνεία του πράγματος…
Ελάχιστα είναι τα στοιχεία που θα μπορέσει να συγκρατήσει (ή και να κατανοήσει…) ο θεατής από τούτο το έργο, που βρίσκει τον Ζανγκ Γιμού να επιστρέφει στο πλαίσιο της wuxia θεματολογίας, μέσω της οποίας μας έχει δώσει μερικά από τα διασημότερα και πιο λυρικά οπτικά φιλμ του («Ήρωας», «Τα Ιπτάμενα Στιλέτα»). Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια το είδος αυτό έχει παραδοθεί σε ένα αρκετά πιο «φεστιβαλικό» και «καλλιτεχνικό» ύφος, το οποίο βασίζεται κυρίως στην αποδόμηση της επικής αφήγησης και της δραματουργίας, δίνοντας μεγαλύτερο βάρος στο αισθητικό μέρος, ενίοτε με «πειραματισμούς» που επιχειρούν να καταπολεμήσουν τον πιθανό κορεσμό της παραδοσιακής φιλμικής γλώσσας (από τους λιγοστούς παρόμοιους τίτλους που έφτασαν μέχρι τη χώρα μας εσχάτως, μπορώ να κατονομάσω παραδειγματικά τη «Σιωπηλή Δολοφόνο» του Χου Χσιάο-Χσιέν). Η «Σκιά», ατυχώς, ανήκει σε αυτό το είδος, με τον Γιμού να δείχνει να νοιάζεται περισσότερο για τα οπτικά τρικ της σύγκρουσης του λευκού και του μαύρου (πιο προφανής σημειολογία για το yin και το yang… πεθαίνεις!) παρά για την πλοκή, που αν και περιορισμένη σε πρόσωπα και χαρακτήρες, από τα πρώτα λεπτά της «δράσης» (θα πάμε κι εκεί…) δεν σου επιτρέπει να παρακολουθήσεις την ιστορία.
Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στους ανθρώπους «σκιά» που εκείνη την περίοδο χρησιμοποιούσαν οι βασιλιάδες και οι ευγενείς όταν βρίσκονταν σε κίνδυνο. Ένα είδος σωσία, ο οποίος αναλάμβανε να παίξει τον ρόλο ενός αληθινού, σημαντικού προσώπου, είτε σε συμβούλια και συνεδρίες μεγάλων αποφάσεων είτε ακόμη και στο πεδίο της όποιας μάχης. Η «Σκιά» παρακολουθεί τις έριδες μεταξύ ενός βασιλιά και του αρχιστράτηγού του, με τον καθένα εκ των δύο χαρακτήρων να αναπτύσσει ένα δικό του μυστικό σχέδιο ώστε να κρατηθεί στην εξουσία ή να αναλάβει τα ηνία. Δίπλα τους, η αδελφή του πρώτου και σύζυγος του δεύτερου αγωνίζονται να βρουν τη θέση τους μέσα σε ένα ασφυκτικά ανδροκρατούμενο παλάτι, μικρογραφία των κοινωνικών αντιλήψεων στην Κίνα.
Η ιστορία εξελίσσεται σε λιγοστούς εσωτερικούς χώρους (με εντυπωσιακότερο έναν κρυμμένο λαβύρινθο που καταλήγει στο πιο εικαστικά ενδιαφέρον κομμάτι του φιλμ) του παλατιού, με την εικόνα να έχει «αποχρωματιστεί» σχεδόν ολοκληρωτικά, ώστε να απεικονίζει πιο βολικά (για τον Γιμού) την αλληλεπίδραση μεταξύ του φωτός και του σκοταδιού που κάνει το (ξανά προφανές) contract του μαυρόασπρου, με την υπόλοιπη χρωματική παλέτα να επιτρέπει μονάχα στις αποχρώσεις του ανθρώπινου δέρματος (κυρίως του προσώπου) και του κόκκινου (του αίματος) να διακρίνονται στα κάδρα. Στιλιστικά, η ιδέα δεν αναπτύσσεται σε κάτι πραγματικά σπουδαίο, καθώς η «Σκιά» αναλώνεται κυρίως σε σκηνές διαλόγου που ερμηνεύονται με σχεδόν θεατρινίστικο στόμφο, λες και το σενάριο αποτελεί μεταφορά… σαιξπηρικού έργου! Μέσα στην όλη φλυαρία, οι μηχανορραφίες των κεντρικών χαρακτήρων χάνουν σταδιακά το νόημά τους και η διάρκεια του φιλμ αρχίζει να γίνεται κυριολεκτικά επίπονη, καθώς οι σκηνές δράσης που θα φανταζόσουν ότι διαθέτει μια ταινία τούτου του genre περιορίζονται σε… μόλις δύο! Ξεχωρίζει εκείνη της εκπαίδευσης με ομπρέλες για όπλα, η οποία φανερώνει μια διάθεση άκρατου ναρκισσισμού του Γιμού, επιστρατεύοντας κάθε στοιχείο που μπορεί να κάνει πιο «εφετζίδικη» τη στιγμή σε slow motion. Όσο για τους γυναικείους χαρακτήρες, είναι τόσο ισχνά σχεδιασμένοι και παραπεταμένοι, που θα μπορούσαν να έχουν και… άλλο φύλο.
Ειλικρινά, από ένα σημείο κι έπειτα, ούτε καταλάβαινα τι έκαναν, ούτε τι έλεγαν μεταξύ τους, ούτε και γιατί μου συνέβαινε όλο αυτό το πράγμα! Ενδεχομένως στο μέλλον να ασχολούμαστε με κάποια από τις δύο σκηνές δράσης της «Σκιάς», ως κομμάτια ανθολογίας σε σχετικά αφιερώματα στο είδος αυτών των ταινιών. Πέραν αυτής της συνθήκης, δεν βρίσκω τον λόγο ύπαρξης (ή και διανομής) ετούτου του φιλμ.