Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΚΛΕΦΤΗΣ TWIST (2021)
(TWIST)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Παρανομίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάρτιν Όουεν
- ΚΑΣΤ: Ραφ Λο, Μάικλ Κέιν, Λένα Χέντεϊ, Ρίτα Όρα, Σόφι Σίμνετ, Νόελ Κλαρκ, Ντέιβιντ Γουάλιαμς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Ο Όλιβερ Τουίστ ζει την αλήτικη ζωή της ορφάνιας στο σύγχρονο Λονδίνο, κάνοντας parkour και ζωγραφίζοντας graffiti. Μέχρι που συστήνεται με τον κύριο Φέιγκιν, ο οποίος σχεδιάζει ν’ αρπάξει από άσπονδο φίλο του έναν πολύτιμο πίνακα ζωγραφικής…
Ενώ καλά-καλά δεν έχουμε συνέλθει από το περσινό έκτρωμα του «Διαφορετικού Κυρίου Κόπερφιλντ» (2020), ακόμη ένα από τα περίφημα μυθιστορήματα του Τσαρλς Ντίκενς τυγχάνει κινηματογραφικού «εκσυγχρονισμού». Αν στο προαναφερθέν έργο το βικτωριανό πλαίσιο εποχής διατηρούνταν (περίπου) αναλλοίωτο, σε τούτο τον «Διάσημο Κλέφτη Twist» (ακατανόητος ο ελληνικός τίτλος) τα πάντα έχουν εκσυγχρονιστεί στο πνεύμα των ανάλογων εγχειρημάτων που περί τα τέλη της δεκαετίας του ’90 καταπιάνονταν με τα έργα του Σαίξπηρ. Από το υπέροχο «Romeo + Juliet» (1996) μέχρι το σχετικά ενδιαφέρον «Άμλετ 2000» (2000), αλλά και τις «Μεγάλες Προσδοκίες» (1998) δια χειρός Αλφόνσο Κουαρόν (για να ξαναγυρίσουμε στα του Ντίκενς τα «μοντέρνα»), μέχρι τούτο το εξάμβλωμα, η απόσταση είναι τόσο μεγάλη που κάπου ένιωσα πως εκείνο το χάλι του «Κόπερφιλντ» μπορεί και να το αδίκησα εντάσσοντάς το στην ίδια βαθμολογική κλίμακα με αυτό.
Από το ξεκίνημα κιόλας του φιλμ, όταν ο Όλιβερ Τουίστ υπό τους ήχους του εκ της Britpop εποχής συγκροτήματος των Cast σεργιανίζει στο Λόντον, γίνεται φανερή η αγωνία του σκηνοθέτη Μάρτιν Όουεν να παρουσιάσει μια φιλική προς το νεανικό κοινό εκδοχή ενός κλασικού έργου της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εκλαμβάνει, όμως, την επιδιωκόμενη αναπροσαρμογή ως κάτι το απλούστατο, όπου το μόνο που χρειάζεται είναι μία α λα Γκάι Ρίτσι σκηνοθετική προσέγγιση συνοδεία indie rock μουσικής, με μια «νέα ματιά» στη διανομή των βασικών ρόλων, όπως τα σύγχρονα ήθη προστάζουν. Ο Όλιβερ Τουίστ ναι μεν είναι σταθερά ορφανός, φέρνοντάς τα δύσκολα βόλτα, και ο Φέιγκιν ο ηλικιωμένος κυριούλης που δήθεν προσφέρει στοργή κι αγάπη σε απροστάτευτα νεαρά παιδιά. Σε πολλά από τα υπόλοιπα, όμως, υπάρχουν… σοβαρές εκπλήξεις. Η démodé πλέον κλοπή πορτοφολιών έχει αντικατασταθεί από ένα μεγαλεπήβολο heist – κόλπο αρπαγής πίνακα ζωγραφικής ανεκτίμητης αξίας, σ’ ένα άχαστο σχέδιο που σαν αφετηρία του έχει το στοιχείο της εκδίκησης. Ο κακιασμένος Μπιλ Σάικς είναι μια αδίστακτη γυναίκα ονόματι… Σάικς, η οποία ωθεί τον Φέιγκιν προς την πραγματοποίηση της μεγάλης κλοπής, με την ίδια να διατηρεί ένα πολύ σκοτεινό παρελθόν που καμία σημασία δεν έχει για την πλοκή, φυσικά. Εάν, όμως, νομίζετε πως το αντικείμενο του πόθου του Σάικς, ονόματι Νάνσι, όπως περιγράφεται στον αυθεντικό «Όλιβερ Τουίστ», θα άλλαζε αντίστοιχα φύλο, πλανάστε πλάνην οικτράν, αφού το μόνο που διαφοροποιείται είναι το όνομα της νεαρής, που εδώ έχει μεταβληθεί στο πιασάρικο Ρεντ, μιας και το λεσβιακό θεωρείται a priori προχωρημένο. Αντιθέτως, το pop icon Άρτφουλ Ντότζερ έχει γίνει κοπέλα με όνομα σκέτο Ντοτζ, δίνοντας την ευκαιρία στην Ρίτα Όρα να ξεδιπλώσει με χάρη το… ανύπαρκτο ταλέντο της.
Το νεανικό καστ της ταινίας γενικά είναι για ν’ απορείς με την τόση αταλαντοσύνη που μαζεύτηκε, φέρνοντας παράλληλα ένα αίσθημα μελαγχολίας, αντιπαραθέτοντάς το με το αντίστοιχο νεανικό του παρόμοιας λογικής φιλμ «Ερωτικά Παιχνίδια» (1999), το οποίο χωρίς ν’ αποτελεί κάποιο σπουδαίο αριστούργημα, προσάρμοζε έξυπνα το πνεύμα ερωτικής διαστροφής του ντε Λακλό στη σύγχρονη Νέα Υόρκη. Ο Ραφ Λο ειδικότερα (γιος του Τζουντ Λο, αλλά εάν δεν το ήξερα θα έβαζα στοίχημα πως είναι γιος του… Ράιαν Φίλιπι, αφού του μοιάζει φοβερά), αποτελεί τυπική περίπτωση νεποτισμού, μιας και δείχνει να απέχει χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστικού χαρίσματος. Είναι, πάντως, αυτός που δίνει το έναυσμα της πλοκής μ’ έναν μονόλογο ο οποίος μοιάζει να στοχεύει επικριτικά προς το μιούζικαλ «Όλιβερ!» (1968), κάτι τουλάχιστον παράξενο ως επιλογή, αφού και τούτος ο «Twist» αλλάζει άμεσα τα φώτα στον Ντίκενς! Καθώς το parkour και το graffiti δίνουν και παίρνουν, το περίπλοκο σχέδιο της κλοπής μπαίνει μπροστά, με το πρόβλημά του να είναι πως τόσο ως σύλληψη όσο και ως εκτέλεση είναι χαρακτηριστικά άνευρο κι αδιάφορο, ακυρώνοντας με τη μία το action περιτύλιγμα της ταινίας. Ο βασικός προβληματισμός του original «Όλιβερ Τουίστ», περί της παιδικής εκμετάλλευσης, εδώ δεν αφορά καθόλου, το ακόμα χειρότερο όμως είναι πως δεν υπάρχει οτιδήποτε που ν’ αφορά έστω και λίγο. Εκτός εάν ως τέτοιο εκληφθεί το εφηβικό ρομάντζο ανάμεσα σε Τουίστ και Ρεντ με μουσική υπόκρουση το «Ever Fallen in Love (With Someone You Shouldn’t’ve)», που λειτουργεί και ως statement (λέμε και καμιά μαλακία για να περνά η ώρα), ή το γεγονός πως ο καλός και ευγενικός κύριος Μπράουνλοου εδώ χάμω είναι αστυνομικός ντετέκτιβ, που το μόνο το οποίο θέλει κατά βάθος είναι το καλό του δύσμοιρου Τουίστ. Έπειτα από όλα αυτά, μόνο τρόμος με πιάνει στο διάβασμα της είδησης πως ετοιμάζονται μοντέρνες διασκευές στα «Persuasion» και «Pride & Prejudice» της Τζέιν Όστιν…