FreeCinema

Follow us

TRANCE (2013)

  • ΕΙΔΟΣ: Ψυχολογικό Θρίλερ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ντάνι Μπόιλ
  • ΚΑΣΤ: Τζέιμς ΜακΑβόι, Ροζάριο Ντόσον, Βενσάν Κασέλ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Καταχρεωμένος από τζόγο υπάλληλος οίκου δημοπρασιών, ο Σάιμον συμμετέχει σε ληστεία ακριβοθώρητου πίνακα, αλλά απρόβλεπτο χτύπημα στο κεφάλι διαγράφει μέρος της μνήμης του και δεν μπορεί να θυμηθεί πού… πάρκαρε το εν λόγω κλοπιμαίο. Ως ύστατη λύση, οι gangsters συνεργάτες του τον στέλνουν σε υπνοθεραπεύτρια, αλλά η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα, αδιανόητα, περισσότερο.

Ποτέ δεν κατάλαβα πώς και γιατί ο Μπόιλ έγινε μεγάλος και τρανός, φτάνοντας στο σημείο να κερδίσει 8 Όσκαρ (σε ένα από τα μεγαλύτερα… εγκλήματα που σημειώθηκαν ποτέ στην ιστορία του θεσμού) για το εξωπραγματικό, από πολλές απόψεις κακόγουστο «Slumdog Millionaire» ή να τεθεί επικεφαλής της τελετής (μέγα καραγκιοζιλίκι, όπως αποδείχθηκε) έναρξης της Ολυμπιάδας του Λονδίνου. Με εξαίρεση το παραπλανητικά, στοιχειωμένα ήσυχο, υποδειγματικά καλοκουρδισμένο δράμα / ακτινογραφία χαρακτήρων, ντεμπούτο του, «Μικρά Εγκλήματα Μεταξύ Φίλων», την ταιριαστά «πανικόβλητη» στην κινηματογράφησή της, μετα-μοντέρνα ταινία τρόμου, «28 Μέρες», και το απέριττο, πανέμορφο, υπαινικτικά νωχελικό και υπόκωφο δοκίμιο επιστημονικής φαντασία «Sunshine», το σινεμά του πάσχει πάντα από μια εξωφρενική και ενίοτε σφόδρα ενοχλητική ασυμφωνία όψης και περιεχομένου.

Τουτέστιν, οι συνήθως υπερκινητικές, πολύχρωμες, από ασύλληπτες γωνίες λήψεις, ντελιριακά μονταρισμένες, εκκωφαντικά θορυβώδεις και δη εκβιαστικά εντυπωσιακές εικόνες του ή καταπνίγουν / φιμώνουν εντελώς το όποιο σοβαρό θέμα ιχνηλατεί το σενάριό του (κάθε είδους εξαρτήσεις στο «Trainspotting», μια βίαιη ενηλικίωση στην «Παραλία», τα απάτητα βάθη της ανθρώπινης θέλησης στις «127 Ώρες») ή αποσπούν / ξεγελούν την προσοχή από την πλήρη απουσία αυτού, ντύνοντας ένα εξυπνακίστικο, αλλά απόλυτο, θεματικό κενό, με καταχρηστικές, επιτηδευμένες, εικονικές διαστάσεις («Μια Αλλιώτικη Ζωή», «Slumdog Millionaire»). Είτε έτσι, είτε αλλιώς, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, οι περισσότερες, πιο χαρακτηριστικές και πολυσυζητημένες ταινίες του μοιάζουν με ακατάληπτα συρραμμένα music videos, που πέρα από μια αδυσώπητη επίθεση στις αισθήσεις, δεν καταφέρνουν ποτέ να αφήσουν (σημαντικά) ίχνη στο συναίσθημα ή στη σκέψη.

Το «Trance» αποτελεί μια ακόμα εξαίρεση στο έργο του, όχι όμως ευχάριστη όπως η προαναφερθείσα, πολυσχιδώς εύστοχη φιλμική… τρόικα («Μικρά Εγκλήματα Μεταξύ Φίλων», «28 Μέρες», «Sunshine»). Και αυτό γιατί, ούτε εικονοκλαστικό πανδαιμόνιο αποτελεί, ούτε όμως και ουσιαστικό περιεχόμενο διαθέτει. Γεγονός που δε γίνεται άμεσα, εξ αρχής αντιληπτό, οπότε μέχρι τα μισά, περίπου, της διάρκειάς του κυλά ουκ ολίγον συναρπαστικά, με τους καλύτερους δυνατούς οιωνούς για την έκβασή του. Γιατί, αφενός, ο Μπόιλ δείχνει σπάνια εγκράτεια στα εκφραστικά του μέσα, διατηρώντας τα πλάνα του ήσυχα, σταθερά και στιβαρά, ενώ το μοντάζ του προκύπτει υπομονετικά αποκαλυπτικό, καθώς πατάει γκάζι μόνο στα πηγαινέλα στο παρελθόν, που συμπληρώνουν κομμάτι-κομμάτι την κατακερματισμένη, χαμένη μνήμη του Σάιμον. Αυτή τη φορά, το μοναδικό, επίμονο, αλλά κάθε άλλο παρά καταχρηστικό, σκηνοθετικό τρικ του Μπόιλ, είναι οι εικόνες / είδωλα των ηρώων του, που συλλαμβάνει μέσα ή πάνω από αντανακλαστικές επιφάνειες, όπως είναι το γυαλί, το plexiglas ή το νερό: γοητευτικά καθρεφτίσματα και αντικατοπτρισμοί που εξυπηρετούν ιδανικά το παιχνίδι του σεναρίου με τις έννοιες του φαίνεσθαι και του είναι, του θύτη και του θύματος, της ενοχής και της αθωότητας.

Αφετέρου, όλο το διττό βάρος του μυστηρίου της πλοκής στηρίζεται στο ερμηνευτικό σθένος του ΜακΑβόι: ενός ευλογημένου ηθοποιού, που, όπως πάντα, ενσαρκώνει το ρόλο του με κάθε εκατοστό, κάθε κύτταρο, κάθε σπιθαμή της ύπαρξής του, εύστροφα και εύστοχα εδώ, ευμετάβλητος, πολυμορφικός και ασύλληπτος, σαν τον υδράργυρο. Όσο η δική του, μικροκαμωμένη και όμως τόσο επιβλητική παρουσία γεμίζει την οθόνη, κινώντας τα νήματα της αφήγησης, είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς, ιδιαίτερα αφού συνεργοί του είναι οι εξίσου διφορούμενοι, απροσδιόριστοι, αλλά πέρα για πέρα γήινοι Ντόσον και Κασέλ: η – άκρως αποκαλυπτική – μεν ως μειλίχια και εναλλακτική (αντί)femme fatale και ο δε ως απρόσμενα ευαίσθητος, τρυφερός και κουλτουριάρης νονός της νύχτας.

Από τη στιγμή, όμως, που το φιλμ φτάνει στα μισά του, οι σεναριακές ανατροπές και εκπλήξεις πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Το μυστήριο λύνεται και μετά ξανα-μπουρδουκλώνεται, για να λυθεί και να… μπουρδουκλωθεί ξανά μανά, και άντε πάλι από την αρχή! Εντωμεταξύ τα θύματα γίνονται θύτες, οι θύτες θύματα, οι καλοί κακοί, οι κακοί καλοί και τούμπαλιν. Σκάνε ουρανοκατέβατα και μια μάλλον αψυχολόγητη απόπειρα βιασμού, και ένας τραβηγμένος από τα μαλλιά στις αιτίες του φόνος, και ένα αποσυντεθειμένο, αλλά παραδόξως άοσμο πτώμα, και ένα τουλάχιστον παραπανίσιο φινάλε, με την υπνοθεραπεύτρια να κινεί πλέον τα νήματα της αφήγησης, και, και, και… «Χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα», λέει μια παροιμία, «το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται και ο παπάς» μια άλλη, αλλά το «Trance» δε χαμπαριάζει. Μέχρι να βάλει επιτέλους τελεία, έχει χάσει εντελώς την επαφή του με την πραγματικότητα, απογυμνώνοντας ταυτόχρονα τους ήρωές του από τις ρεαλιστικές ανθρώπινες διαστάσεις, που με τόσο φιλότιμο πάλεψαν και εξακολουθούν να παλεύουν να τους προσδώσουν οι ηθοποιοί του. Κυρίως, όμως, έχει χάσει το ενδιαφέρον τού μπουχτισμένου από την ανατροπή, της ανατροπής, ω ανατροπή, θεατή. Που στην καλύτερη περίπτωση θα ξαναδεί το συγγενικό, αλλά αριστουργηματικό «Memento» του Κρίστοφερ Νόλαν για να έρθει στα ίσα του. Και στη χειρότερη θα ξανα-υποφέρει το «Slumdog Millionaire» μπας και τότε, όπως τώρα, άλλα είδε και άλλα κατάλαβε…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Αντιμέτωπα με την τόσο προσιτή, σχεδόν παιδική και όμως επικίνδυνα ενήλικη, ακαταμάχητη, παραπλανητικά καθαρή ομορφιά του ΜακΑβόι, σε συνδυασμό με την υπέροχα βρώμικη γοητεία του Κασέλ τα κοριτσάκια, και τα απ’ άκρη σε άκρη ολόγυμνα, φυσικά κάλλη της Ντόσον τα αγοράκια, ίσως πουν χαλάλι το ανεκδιήγητο δεύτερο μισό του φιλμ. Οι λάτρεις, όμως, αυθεντικών θρίλερ μυστηρίου, όπου η αντιπαραβολή του φαίνεσθαι με το είναι δε θέλει απλά να ρουμπώσει το θεατή, αλλά να του ταράξει την καρδιά και να του ακονίσει το μυαλό, ενδέχεται να βλαστημήσουν.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.