ΤΙΓΡΗΣ (2023)
(TIGRU)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντρέι Τανάσε
- ΚΑΣΤ: Καταλίνα Μόγκα, Πάουλ Ιπάτε, Άλεξ Βελέα, Βικτόρια Εκατερίνα Μοράρου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 80'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΤΡΙΑΝΟΝ
Κτηνίατρος ζωολογικού κήπου επαρχιακής πόλης της Ρουμανίας, η οποία βρίσκεται σε ψυχολογική πίεση λόγω απώλειας νεογέννητου μωρού και απιστίας συντρόφου, χάνει από την προσοχή της την τίγρη που φρόντιζε, με αποτέλεσμα το άγριο θηρίο να περιπλανιέται ελεύθερο στους δρόμους.
Ίσως να υπάρχει κάποιο βαθύτερο νόημα πίσω από τον συνδυασμό της βαθιάς θλίψης της κτηνιάτρου Βέρα και της απροσεξίας της (;), ν’ αφήσει ανοιχτό το κλουβί της τίγρης Ριάνα (αν μη τι άλλο, εμπνευσμένο το όνομα!). Πιθανόν να υπάρχει κάτι, που (λειτουργώντας σε ένα μεταφορικό πλαίσιο) να δίνει στη μικρή αυτή ιστορία μια διττή έννοια, παίζοντας με την αναζήτηση της ελευθερίας υπό καθεστώς ασφυκτικής πίεσης. Αν τώρα δεχτούμε πως τέτοιες φιλοσοφικές αναζητήσεις αποτελούν τον βασικό προβληματισμό της «Τίγρης», τότε ομολογουμένως αυτές βρίσκονται… κυρίως στο κεφάλι του νεαρού Ρουμάνου σκηνοθέτη Αντρέι Τανάσε. Και εκεί έμειναν.
Ο Τανάσε δεν ακολουθεί ακριβώς τα χνάρια της φεστιβαλικά και κριτικά εκτιμητέας σύγχρονης ρουμανικής κινηματογραφικής σχολής, η οποία συνήθως καταπιάνεται με τ’ απόνερα της κομμουνιστικής περιόδου της χώρας. Δίνει στην ταινία έναν μινιμαλιστικό τόνο, κινούμενος ανάμεσα σε δύο (κατ’ ουσία) άσχετες μεταξύ τους υποπλοκές, οι οποίες μοιάζουν να έχουν ενωθεί σε μία… με το ζόρι. Τούτο το συμπέρασμα δεν προκύπτει μόνο από το ιδιαιτέρως σπάνιο της (συγκεκριμένης) ταυτόχρονης τριπλής τραγωδίας που βιώνει η Βέρα, αλλά και από το γεγονός πως για να… τσουλήσει κάπως το στόρι, ο άπιστος φίλος της, που βασικά είναι ηθοποιός σε παραστάσεις παιδικού θεάτρου, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο εργάζεται (;) και στον ζωολογικό κήπο. Κάπως έτσι βρίσκεται στην ευχάριστη θέση ν’ ακολουθεί κατά πόδας τη Βέρα, ως μέλος της ειδικής ομάδας εντοπισμού της Ριάνα, έχοντας την ευκαιρία αμφότεροι να επανεξετάσουν τη σχέση τους εν μέσω επιχείρησης ανίχνευσης μιας πληγωμένης τίγρης.
Σε ό,τι αφορά το προσωπικό δράμα της Βέρα, το ενδιαφέρον περιορίζεται στην προσπάθειά της να κηδέψει το αβάπτιστο μωρό της, επιθυμία που σκοντάφτει στα γραφειοκρατικά θέματα της Εκκλησίας. Μία (έστω) κυνική ματιά ελαφριάς σάτιρας του παράλογου των σχετικών διαδικασιών προκύπτει στο βάθος (η καλή κτηνίατρος πρέπει να βάλει μέσο τον… Αρχιεπίσκοπο!), όμως, μέχρι να προκύψει αυτή, σχηματίζοντας ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη, η σύνδεση ανάμεσα στην τίγρη που σουλατσάρει αμέριμνη στο κοντινό εθνικό πάρκο και την προσωπική ζωή της Βέρα δεν δένει ως συνθήκη. Η παράμετρος με το αγριεμένο τετράποδο εμπεριέχει ενίοτε ένα αδιόρατο «θριλερικό» στοιχείο αγωνίας και περιπέτειας στο δάσος, όμως, στο πλαίσιο του offbeat κα του ανώφελου (δεν είναι, δηλαδή, και η «Μονομαχία στην Πράσινη Κόλαση», όπου ο Ρόμπερτ Μίτσαμ και ο Τζακ Χόκινς κυνηγούσαν σπάνιες τίγρεις στην Μαλαισία!). Αν μπορεί να βγει ένα τελικό συμπέρασμα από όλα αυτά, είναι πως ακόμα και οι λίγες στιγμές ελευθερίας και ξεγνοιασιάς έχουν το κόστος τους, όσο προσεκτικός και να είναι κανείς.