FreeCinema

Follow us

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΧΤΥΠΑ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ (2011)

(THIS MUST BE THE PLACE)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πάολο Σορεντίνο
  • ΚΑΣΤ: Σον Πεν, Φράνσις ΜακΝτόρμαντ, Τζαντ Χιρς, Χάρι Ντιν Στάντον, Ντέιβιντ Μπερν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Ο Τσεγιέν, goth rock star σε «απόσυρση», ταξιδεύει από το Δουβλίνο ως τα βάθη της Αμερικής για να πενθήσει τον πατέρα του και να εκπληρώσει την επιθυμία του τελευταίου, να βρει τα ίχνη ενός Ναζί βασανιστή.

Μπορεί να σου πάρει αρκετή ώρα για να συνηθίσεις (αν καταφέρεις να το χωνέψεις, δηλαδή) τον Σον Πεν με τσιριχτή φωνή, μαλλί α λα Ρόμπερτ Σμιθ, κραγιόν, ρουζ και eyeliner. Από την άλλη, αν έχεις κάποια προηγούμενη επαφή με τις ταινίες του Πάολο Σορεντίνο («L’ Amico di Famiglia», «Il Divo»), η ιδέα ενός κεντρικού ήρωα πέρα από τα συνηθισμένα, αλλά που ποτέ δεν ξεπέφτει στην καρικατούρα, είναι, τελικά, μάλλον αναμενόμενη.

Εν προκειμένω, ο Τσεγιέν δεν είναι τόσο ένας ξεπεσμένος star, όσο ένας βασανισμένος μεσήλικας, φυλακισμένος στο αναχρονιστικό μακιγιάζ ενός έφηβου, όπως απαιτεί η αναγνωρίσιμη ταυτότητα και η pop εικόνα του, αυτή που οφείλει να αναπαράγει στο διηνεκές. Ένας pop star που έφτασε στο απόγειο της δόξας, αλλά τον κυνηγούν οι Ερινύες ως υπεύθυνο(;) για το θάνατο ενός παιδιού. Ένα εφηβικό είδωλο που συναντώντας τον Ντέιβιντ Μπερν δε διστάζει να του εξομολογηθεί, χωρίς υποκρισία, ότι ο ίδιος μπορεί να έγραψε τραγούδια, αλλά δεν υπήρξε ποτέ καλλιτέχνης. Ένας κάτοχος και κυρίαρχος φόρμας, αλλά όχι του περιεχομένου. Μέχρι τη στιγμή που πρέπει να ταξιδέψει ως την Αμερική για να εκπληρώσει την επιθυμία του πατέρα του και ν’ ανακαλύψει τον Ναζί που τον ταπείνωσε στο Άουσβιτς.

Η αβάστακτη ελαφρότητα της pop κουλτούρας και η φυγόδικη Ιστορία δίνουν ραντεβού στο μεταμοντέρνο Νέο Κόσμο, εκεί όπου οι στρατευμένοι μπαμπάδες λείπουν στον πόλεμο, στο κρυμμένο πια από τη δημοσιότητα Αφγανιστάν, και τα παιδιά μαθαίνουν μουσική από διασκευές. Η Αμερική σα μια Disneyland, κατοικημένη από εκκεντρικούς χαρακτήρες και μακριά από την Ιστορία, αρκετά κοντινή σε γοητεία με αυτή της «Αλίκης στις Πόλεις» του Βιμ Βέντερς. Αυτό πρέπει να είναι – ειρωνικά – το ιδανικό μέρος του τίτλου στ’ αλήθεια, για ένα τέτοιο ξεκαθάρισμα και μια τόσο αλλόκοτη ιστορία ενηλικίωσης. Ταξιδεύοντας στη βαθιά Αμερική, ο Τσεγιέν ανακαλύπτει τον άγνωστο πατέρα του, την ξεχασμένη Ιστορία και τη χαμένη ταυτότητά του. Στο δρόμο της επιστροφής, στο Δουβλίνο, μπορεί να μεγαλώσει πλέον και να ξαναγίνει, τελικά, ο Σον Πεν που όλοι ξέρουμε – και η Αμερική, ένα λιγότερο αθώο μέρος από ό,τι φανταζόμαστε.

Την πρώτη φορά, στις Κάννες, εγκατέλειψα την αίθουσα, απορημένος με το θράσος του Πάολο Σορεντίνο, στο αγγλόφωνο ντεμπούτο του, πλέον, και με πρωταγωνιστή τον Σον Πεν (κάπου εδώ θα χωρούσε κι ένα θαυμαστικό…). Λίγο περισσότερο από μια ώρα άντεξα. Μήνες αργότερα, μπήκα ξανά στη δοκιμασία, για να μη φανεί πως αδίκησα το έργο. Η ήττα ήταν παρόμοια, μέχρι τέλους. Ειλικρινά, δεν ξέρω με τι να συγκρίνω την όλη εμπειρία. Ήταν λες και ο Αλμοδόβαρ έπαθε Βιμ Βέντερς! Χωρίς την τραβεστί. Εκτός κι αν εκλάβει κανείς την παρουσία του Πεν ως τέτοια…

Γκοθάς αποσυρμένος από τη μουσική σκηνή, με το βάρος της «ευθύνης» του θανάτου νεαρού fan του, πάει Αμερική για να θάψει τον αποξενωμένο Εβραίο πατέρα του και αντιλαμβάνεται ως εξιλέωση την αναζήτηση Ναζί βασανιστή που κατεδίωκε ισοβίως ο μακαρίτης. Αν μια τέτοια πλοκή σου βγάζει νόημα, πρόσθεσε και μια στάση στου Ντέιβιντ Μπερν (μια εξαιρετική σκηνή live με τη μπάντα του, όπου άδει το ομότιτλο άσμα), πριν μπούμε στο βαθύτατα σουρεάλ σύμπαν του εσωτερικού των States, που ο Σορεντίνο παρακολουθεί σα βλάχος, πρωτάρης τουρίστας. Ως κινηματογραφιστής, δε, επιδεικνύει εξεζητημένα τράβελινγκ και ναρκισσεύει το τοπίο με αλόγιστη χρήση γερανών, δίνοντας νέο νόημα στο genre του (κουκουρούκου) road movie.

Ποιος είναι αυτός ο τόπος που αναζητά ο Τσεγιέν; Η τόσο ακριβής ταύτιση του φανταστικού ήρωα του Σορεντίνο με τον Ρόμπερτ Σμιθ των Cure, από τη μία, μοιάζει με σχόλιο πάνω στην καταθλιπτική πραγματικότητα της pop κουλτούρας. Η γεωγραφική Οδύσσεια αυτογνωσίας, από την άλλη, σπάει την όποια πυξίδα κατεύθυνσης, κυρίως εξαιτίας της υπερβολικά γραφικής απεικόνισης ενός freak show χαρακτήρων, οι οποίοι μετατρέπουν τον ήρωα σε μια απλά αξιοθρήνητη φιγούρα. Ειρωνικά, τα μπαγκάζια (συμβολιστική κραυγαλεότητα) που σέρνει πάντοτε ξοπίσω του ο Τσεγιέν, και τα λιγότερα τραύματα από το παρελθόν έφεραν και την καρδιά τους στη θέση τους είχαν…

Εν τέλει, το ταξίδι του Σορεντίνο χαμένο πήγε. Κι αμφιβάλλω αν πρόσεξε ποτέ πραγματικά τι λέγανε οι Talking Heads στο (ίσως πιο αγαπημένο μου τραγούδι τους) «This Must Be the Place». Όταν ο πρώτος στίχος δηλώνει πως «home is where I want to be», γιατί εσύ να φτιάχνεις βαλίτσα;


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.

MR KLEIN

MR KLEIN

Αμάν! Πώς έγινε έτσι ο Ρόμπερτ Σμιθ; Ρε παλικάρι, δεν είναι και για χόρταση η μασκάρα, μην το κουράζεις, ούτε στη χοροεσπερίδα του ΚΑΠΗ δε θα σ’ αφήσουν να παίξεις έτσι… Καλά, εννοείται πως η ταινία ήτανε για τα γεννητικά!