ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΕΣ (2024)
(THE WATCHERS)
- ΕΙΔΟΣ: Μεταφυσικό Θρίλερ Μυστηρίου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ισάνα Νάιτ Σιάμαλαν
- ΚΑΣΤ: Ντακότα Φάνινγκ, Τζορτζίνα Κάμπελ, Όλγουεν Φουέρε, Όλιβερ Φίνεγκαν, Άλιστερ Μπράμερ, Τζον Λιντς
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Χαμένη μέσα σ’ ένα σχεδόν αχαρτογράφητο δάσος της Ιρλανδίας, η Μίνα αναζητά προστασία σε μυστηριώδες καταφύγιο και προστίθεται σε μια μικρή ομάδα εγκλωβισμένων εκεί ανθρώπων, οι οποίοι αποτελούν ένα είδος «θεάματος» για άγνωστης προέλευσης πλάσματα που τους παρατηρούν απ’ έξω τις νύχτες.
Οι βασικές διαπιστώσεις που μπορεί να κάνει ο θεατής ο οποίος (θα) έχει παρακολουθήσει τους «Παρατηρητές» είναι πως η Ισάνα Νάιτ Σιάμαλαν και ταλέντο έχει και δεν αντιγράφει τον πατέρα της (ειδικά στην κλασική τεχνοτροπία συγγραφής των σεναρίων του). Το σκηνοθετικό της ντεμπούτο δεν είναι αψεγάδιαστο, αλλά σίγουρα αφήνει μία αίσθηση πολλά υποσχόμενης παρουσίας στο θριλερικό / φανταστικό genre που υπηρετεί με αφοσίωση εδώ και δεκαετίες ο Μ. Νάιτ Σιάμαλαν. Ας είμαστε δίκαιοι. Όταν εκείνος έχει δημιουργήσει ταινιάρες σαν το «Σκοτεινό Χωριό» (2004), σε ένα συγγενούς ύφους περιβάλλον, πως είναι δυνατόν να συγκρίνουμε ένα «πρωτάκι» μ’ έναν αρχιμάστορα;
Αρχικά, η Σιάμαλαν μας συστήνει την ηρωίδα της, μια νεαρή Αμερικανίδα που (κάπως ασαφώς) βρέθηκε να ζει στην Ιρλανδία και να εργάζεται σ’ ένα pet shop, κρύβοντας πολλά από τα στοιχεία του χαρακτήρα της (με αποκορύφωμα την ανάγκη να «μεταμορφώνεται» εμφανισιακά τις νύχτες, όταν βγαίνει στις τοπικές pub, αναζητώντας συντροφιά). Μοναδική «φλασιά» από το παρελθόν, οι αναμνήσεις ενός τροχαίου που τη βαραίνουν ενοχικά, καθώς εκεί έχασε τη μητέρα της.
Η πλοκή ξεκινά μ’ ένα road trip για να παραδώσει έναν παπαγάλο (ο οποίος της επαναλαμβάνει συχνά την ατάκα «Try not to die»!) σε μια άλλη πόλη, όμως, στην πορεία και εντός ενός αχανούς δάσους χάνει τον προσανατολισμό της και τον έλεγχο του αυτοκινήτου της. Καθώς η νύχτα σκοτεινιάζει τα πάντα γύρω της, μια άγνωστη γυναίκα εμφανίζεται ξαφνικά και την προτρέπει να περάσει μέσα από μία «πύλη» για να προστατευθεί από κάποια επερχόμενη απειλή. Εντός ενός καταφυγίου στο οποίο εισέρχεται βρίσκονται ακόμη δύο άνθρωποι που δείχνουν εγκλωβισμένοι εκεί και εκτεθειμένοι μπροστά από μία τεράστια τζαμαρία η οποία τους μετατρέπει σε «θέαμα» προς παρατήρηση από τους έξω. Η είσοδος της Μίνα θα γίνει δεκτή με χειροκροτήματα από τους «Παρατηρητές»!
Σταδιακά, η Σιάμαλαν προσεγγίζει πολλά θέματα και ερμηνείες τους (το καταφύγιο μπορεί να λειτουργήσει και σαν ένα παράδοξο σχόλιο για την καθήλωση ή τον εθισμό του δυτικού πολιτισμού απέναντι στην όποια εικόνα ενός reality show), τα οποία προσθέτουν διαρκώς ερωτήματα και προκαλούν ένα μικρό χάος στην αφήγηση του φιλμ, που καθυστερεί ν’ αναπνεύσει και να εξελίξει την ιστορία του εκτός του κλειστοφοβικού χώρου του καταφυγίου. Ο σχεδιασμός των χαρακτήρων είναι ισχνός, οπότε το έργο παρουσιάζει μια απεγνωσμένη ανάγκη για δράση, η οποία ουσιαστικά παίρνει μπρος όταν οι τέσσερις ήρωες αποφασίζουν να τολμήσουν τη μεγάλη φυγή.
Από εκείνο το σημείο, η ταινία αποκτά ενδιαφέρον και μια επιπρόσθετη κέλτικη «μυθολογία» folk horror ταύτισης που άξιζε καλύτερου χτισίματος και ανάλυσης. Το τελευταίο ημίωρο αποζημιώνει και επιχειρεί να εξηγήσει την προέλευση των «Παρατηρητών» που συγκρούονται με το ανθρώπινο στοιχείο σε μία απόπειρα να εισχωρήσουν σ’ αυτό και στον κόσμο του, όμως, είναι κάπως αργά για ν’ αναπτυχθούν όλα αυτά τα μοτίβα που διαχειρίζεται (παίρνοντας σαφή ρίσκα) η Σιάμαλαν μόλις στην κορύφωση της ταινίας.
Αυτό που σίγουρα μας προσφέρουν οι «Παρατηρητές» είναι ένα νέο και ταλαντούχο όνομα (ασχέτως πατρός…) που δείχνει ν’ αγαπά το ευρύτερο φιλμικό είδος, άριστη δουλειά συντελεστών (από τον dp Έλι Άρενσον μέχρι τα υπέροχα ατμοσφαιρικά θέματα του Άμπελ Κορζενιόφσκι) και την ιδιαίτερη παρουσία της Ντακότα Φάνινγκ στον πρώτο ρόλο. Αναμένω με μεγάλη περιέργεια το πώς θα εξελιχθεί η Σιάμαλαν σκηνοθετικά.