ΟΙ ΑΔΕΛΦΟΙ ΣΙΣΤΕΡΣ (2018)
(THE SISTERS BROTHERS)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Γουέστερν
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζακ Οντιάρ
- ΚΑΣΤ: Χοακίν Φίνιξ, Τζον Σ. Ράιλι, Τζέικ Τζίλενχολ, Ριζ Άχμεντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 122'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Δύο αδέλφια, πιστολάδες δολοφόνοι, αναλαμβάνουν να βγάλουν από τη μέση έναν άνδρα που κάνει ζημιά στις δουλειές του αφεντικού τους, ενώ μπαίνει σε κρίση η δυναμική με την οποία αντιμετωπίζουν τις «δραστηριότητές» τους.
Πώς αντιμετωπίζει κανείς ένα «παλιό» κινηματογραφικό είδος όπως το γουέστερν; Βάζεις μαύρο χιούμορ και αξιομνημόνευτους χαρακτήρες όπως στο «Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους»; Βία και πλήθος αναφορών όπως στο «Django, Ο Τιμωρός»; Ή ένα πολύ σφιχτό σενάριο και δυνατούς ήρωες όπως στο «Πάση Θυσία»; Αυτές οι τρεις ταινίες είναι παραδείγματα ανανέωσης του είδους. Οι «Αδελφοί Σίστερς», από την άλλη, προσπαθούν να ανανεώσουν κάτι που… δεν έχει σαφή στόχο. Η υπογραφή ενός Γάλλου σκηνοθέτη και ένας ρυθμός που «τρέχει» αργά (hello παράδοξο!) δεν είναι αρκετά.
Ο Ζακ Οντιάρ έχει δημιουργήσει μια φιλμογραφία που χαρακτηρίζεται από ήρωες οι οποίοι αναπτύσσονται μέσα σε περιβάλλον βίας και έντασης. Το αγγλόφωνο ντεμπούτο του έχει δύο τέτοιους χαρακτήρες, τα αδέλφια Τσάρλι και Ίλαϊ Σίστερς. Μόλις (σύντομα, εδώ που τα λέμε) ξεπεραστεί το αστείο του ονόματός τους (οι αδελφοί Αδελφές), οι ήρωες θα πρέπει να μας πείσουν για το πόσο ενδιαφέροντες είναι. Και η αλήθεια είναι πως δεν τυγχάνουν ενδιαφέροντος ή τουλάχιστον όχι τόσου ώστε να ξεχωρίζουν από αντίστοιχα φιλμικά δίδυμα.
Ο Τσάρλι είναι συνήθως μεθυσμένος και αδίστακτα βίαιος. Ο Ίλαϊ συμπληρώνει ταιριαστά τον αδελφό του, αλλά έχει και κάποιους δισταγμούς για το πώς εξελίσσεται η ζωή του. Ο ένας δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα με το τι κάνει, ο άλλος σκέφτεται ότι θα μπορούσε να αποσυρθεί και να ανοίξει ένα μαγαζί, ενώ ενθουσιάζεται με νέες ανακαλύψεις που προσφέρει η αγορά, όπως η οδοντόκρεμα.
Οι δυο τους δουλεύουν για έναν ισχυρό άνδρα (σε σύντομο, βουβό ρόλο ο Ρούτγκερ Χάουερ) που θα τους αναθέσει να βρουν κάποιον με τον οποίο έχει ανοιχτούς λογαριασμούς. Ο Χέρμαν Κέρμιτ Γουόρμ ακολουθεί την τάση της εποχής (μιλάμε για τα τέλη του 19ου αιώνα) και την τρέλα για την ανακάλυψη χρυσού. Διαφέρει, ωστόσο, από τους συνηθισμένους χρυσοθήρες, καθώς διαθέτει μια ουσία που όταν πέσει στο νερό κάνει διακριτό το χρυσάφι. Την επιχείρηση των αδελφών συνδράμει ο Τζον Μόρις, με αποστολή να προπορεύεται και να βρίσκεται δίπλα στον στόχο. Η κατάσταση, όμως, θα γίνει πιο πολύπλοκη όταν ο Μόρις αρχίζει να συμπαθεί τον καταδιωκόμενο χρυσοθήρα.
Η ταινία έχει αρκετά θετικά και διαφορετικά μεταξύ τους στοιχεία, όμως την ίδια στιγμή όλα αυτά μαζί δεν δένουν σε κάτι αρμονικό ή συνεπές. Έχει τη σχέση των δύο αδελφών και τις διαφορές μεταξύ τους, και ένα κουαρτέτο καλών ηθοποιών που μπορείς / θέλεις να παρακολουθείς ακόμη και σε υλικό κάτω των δυνατοτήτων τους. Ως αδελφοί Σίστερς, ο Χοακίν Φίνιξ επαναλαμβάνει με άνεση την ακούραστη μανιέρα τού παρανοϊκού ήρωα, με τον Τζον Σ. Ράιλι να έχει περισσότερες ευκαιρίες να δουλέψει τον χαρακτήρα του και τις αντιθέσεις του. Οι δυο τους μοιράζονται τον περισσότερο χρόνο ανταλλάσσοντας ατάκες με χιούμορ και πυροβολώντας τα θύματά τους. Μαζί τους, ο Τζέικ Τζίλενχολ και ο Ριζ Άχμεντ φτιάχνουν μια πειστική, πιο ανθρώπινη σχέση. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και τα σαφή προβλήματα. Ένας ρυθμός αργός, έλλειψη στόχου, και γυρίσματα στη Ρουμανία (!) η οποία δεν πείθει απαραίτητα ως Άγρια Δύση του 19ου αιώνα. Με όσα είχε καταφέρει με τους «προβληματικούς» ήρωές του στις προηγούμενες ταινίες του, θα περίμενε κανείς από τον Ζακ Οντιάρ να δώσει κάτι περισσότερο στο γουέστερν από έναν απλώς πιο αργό (πολύ αργό!) ρυθμό.