ΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟ ΤΕΛΟΣ (2017)
(THE SENSE OF AN ENDING)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ριτές Μπάτρα
- ΚΑΣΤ: Τζιμ Μπρόουντμπεντ, Σάρλοτ Ράμπλινγκ, Μισέλ Ντόκερι, Έμιλι Μόρτιμερ, Μπίλι Χάουλ, Χάριετ Γουόλτερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 108'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS
Ένας μοναχικός, ηλικιωμένος άνδρας θα αναγκαστεί να έρθει αντιμέτωπος με το παρελθόν του, όταν κάποια μέρα λάβει ένα γράμμα που τον πληροφορεί πως είναι ο αποδέκτης ενός αντικειμένου που σχετίζεται με την περίοδο των πανεπιστημιακών του σπουδών και τα χρόνια των πρώτων ερωτικών του σκιρτημάτων.
Προσωποκεντρικό δράμα βρετανο-αμερικανικής παραγωγής βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Τζούλιαν Μπαρνς, με λαμπρό καστ και στοχευμένο ηλικιακά κοινό, το οποίο αργεί να πυροδοτήσει το συναίσθημα και τη συγκίνηση που αναπόφευκτα εμπεριέχονται στο σενάριό του, εξαιτίας του ύστατου ξεδιπλώματος της ιστορίας που έρχεται κάπως… αργοπορημένα.
Μετά το όμορφο και γλυκόπικρο «Παραδόσεις Αγάπης», ο Ριτές Μπάτρα μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το επιτυχημένο βιβλίο του Μπαρνς σε σεναριακή προσαρμογή δια χειρός Νικ Πέιν, επιδιώκοντας εμφανώς να διατηρήσει κάτι από το λογοτεχνικό μυστήριο της δουλειάς του Βρετανού συγγραφέα, δίχως τελικά να αποφεύγει τη μετατόπιση της βασικής υποθεσιακής αποκάλυψης προς το τέλος του φιλμ χάριν αφηγηματικής δομής, που όμως καταλήγει να συστήνει όλο το πρώτο μέρος της ταινίας ως μια μακροσκελή εισαγωγή για «κάτι» (ένα βαρύγδουπο μυστικό, εν προκειμένω) το οποίο αντιλαμβάνεσαι μόνο όταν η επίδραση των διαρκών εναλλαγών των flashback έχει πλέον παρέλθει.
Ο Τόνι Γουέμπστερ (Μπρόουντμπεντ) είναι ένας συνταξιοδοτημένος, καλοστεκούμενος κύριος που διατηρεί ένα μικροσκοπικό κατάστημα στο οποίο εξακολουθεί να επισκευάζει και να πουλά παλιές φωτογραφικές μηχανές Leica. Όντας χωρισμένος και με μια κόρη σε προχωρημένη εγκυμοσύνη, ο Τόνι μοιράζει τον χρόνο της μοναχικής – ως επί το πλείστον – καθημερινότητάς του ανάμεσα στο μαγαζί και το σπίτι, ενίοτε συνοδεύοντας την εγκυμονούσα Σούζι (Ντόκερι) στα μαθήματα ανώδυνου τοκετού. Σύντομα, η ρουτίνα του θα διασαλευτεί οριστικά, καθώς λαμβάνει γράμμα από ένα πρόσωπο του παρελθόντος, στο οποίο αναφέρεται πως ο ίδιος ορίζεται ως κληρονόμος ενός αντικειμένου που αφορά την ξεχασμένη πια ζωή της πρότερης νιότης του. Αποφασισμένος να εντοπίσει το μυστηριώδες κληροδότημα, ο Τόνι θα ανακαλέσει τις πιο βαθιά θαμμένες μνήμες του, προκειμένου να συνδέσει τα κομμάτια ενός βιωματικού puzzle καμωμένου από όνειρα, νεανικούς έρωτες και «καταραμένες» φιλίες.
Αμετάκλητα συνδεδεμένο με τη μυθιστορηματική του μορφή, το «Ένα Κάποιο Τέλος» είναι μια ταινία που αφήνει να φανούν τα πλεονεκτήματα της πηγής του, παρά το κλισέ μιας τέτοιας παραδοχής, ότι δηλαδή τα βιβλία «χάνουν» στις κινηματογραφικές τους μεταφορές (όχι, δεν χάνουν πάντα), με την επιλογή της flashback αφήγησης να μην λειτουργεί και τόσο καλά μακροπρόθεσμα, εξαιτίας των συχνών επαναφορών στο σήμερα και της πληθώρας χαρακτήρων που εμπλέκονται σε νεότερες και γηραιότερες εκδοχές τους, προκαλώντας συχνά σύγχυση σχετικά με το ποιος είναι ποιος και καταστάσεις… «τίνος είναι, βρε γυναίκα, το παιδί;». Αναμφίβολα, η διαχείριση ενός τέτοιου υλικού και η χρονική μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν απαιτούν χρόνο και κατανόηση των εκάστοτε συνθηκών πλοκής, κάτι που δύσκολα επιτυγχάνεται (τουλάχιστον αποτελεσματικά) στο πέρας μιας ταινίας με μέση διάρκεια εκατό λεπτά. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Μπάτρα βρίθει γλυκύτητας, ακριβώς όπως και η μουσική επένδυση του Μαξ Ρίχτερ που συνοδεύει συγκαταβατικά τη γηραιά περσόνα του Γουέμπστερ, ενός ανθρώπου ο οποίος αποφασίζει να βάλει τελεία, ακόμη κι αν το ερέθισμα «για ένα κάποιο τέλος» σε εκείνη την παλιά ιστορία της ζωής του δεν έρχεται από τον ίδιο, αλλά από έναν υπάλληλο των βρετανικών ταχυδρομείων!
Συνολικά, το «Ένα Κάποιο Τέλος» δεν έχει κάτι το πραγματικά κακό (με ένα τέτοιο πρωταγωνιστικό ensemble πώς θα μπορούσε, άλλωστε;), είναι όμως μια ταινία που δεν παίρνει ποτέ κανένα ρίσκο, τόσο σκηνοθετικά όσο και σεναριακά, μειώνοντας έτσι τις ευκαιρίες των σπουδαίων της ηθοποιών για μερικές δυνατές ερμηνείες. Όλη αυτή η ηλικιακή «φούσκα» που περιβάλλει τον χαρακτήρα του Μπρόουντμπεντ, μοιάζει περισσότερο με κρίση ηλικίας, παρά με διάθεση ειλικρινούς μεταμέλειας για τα λάθη του παρελθόντος, αν κρίνουμε με βάση τη μη μεταστροφή του χαρακτήρα του Τόνι, όπως φαίνεται και από τις εναλλασσόμενες χρονικά σεκάνς. Υπάρχει μια επιτακτική ανάγκη για συγχώρεση, μια υπερτονισμένη προσπάθεια για λύτρωση, που ως πλοκή μπορεί να στέκει (δεν γίνεται να παραβλέψουμε τον τρόπο με τον οποίο όλη η ιστορία του φιλμ στήνεται ουσιαστικά γύρω από δυο πολύ διαφορετικά γράμματα), εντούτοις το βεβιασμένο happy end που αχνοφαίνεται από την αρχή λόγω του απροκάλυπτα μονόχνοτου χαρακτήρα του ήρωα, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια ως προς τη μεταστροφή του, πράγμα που προοικονομεί εύκολα την προ-αποφασισμένη μεταμόρφωσή του σε στοργικό πρώην σύζυγο, πατέρα και σύντομα παππού.