ΕΞΩΤΙΚΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΜΑΡΙΓΚΟΛΝΤ ΙΙ (2015)
(THE SECOND BEST EXOTIC MARIGOLD HOTEL)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Μάντεν
- ΚΑΣΤ: Μάγκι Σμιθ, Ντεβ Πατέλ, Τζούντι Ντεντς, Μπιλ Νάι, Σίλια Ίμρι, Ρόναλντ Πίκαπ, Νταϊάνα Χάρντκασλ, Τίνα Ντεσάι, Ρίτσαρντ Γκιρ, Πενέλοπι Γουίλτον, Τάμσιν Γκριγκ, Λιλέτ Ντουμπέι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 122'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Μόνιμοι ένοικοι πλέον του ξενοδοχείου Μάριγκολντ, οι αξιαγάπητοι Βρετανοί τρίτης ηλικίας δοκιμάζουν να στρώσουν για τα καλά τη ζωή τους στην Ινδία, ενώ η manager του πια, Μίριελ, και ο πολυμήχανος ιδιοκτήτης του, Σάνι, επιχειρούν να εξασφαλίσουν την έγκριση μεγάλης αμερικάνικης αλυσίδας ξενοδοχείων, για να επεκταθεί και σε άλλο κτίριο.
«Ο Σάνι υποπίπτει σε πολλά λάθη. Όχι, όμως, όταν πρόκειται για τα σημαντικά πράγματα. Τότε είναι αξιοθαύμαστος», λέει κάποια στιγμή η Μίριελ (Σμιθ) για τον Σάνι (Πατέλ), αλλά θα μπορούσε κάλλιστα να μιλάει γι’ αυτό το sequel της απρόσμενα μεγάλης εμπορικής επιτυχίας του 2012. Γιατί η αλήθεια είναι πως όσο εύκολο είναι να γκρινιάξεις για τα κακώς κείμενα αυτού του φιλμ, άλλο τόσο δύσκολο είναι να του αντισταθείς στις πραγματικά καλές – ναι, σημαντικές – στιγμές του. Ειδικά αν είσαι θεατής μιας κάποιας ηλικίας…
Ας αρχίσουμε, λοιπόν, με την γκρίνια, να τη βγάλουμε από τη μέση, ώστε να μείνουμε μετά στα ωραία. Που ευφραίνουν καρδίαν… Όπως και ο προκάτοχός του, αυτό το «Ξενοδοχείο» δεν διακρίνεται από ιδιαίτερη πρωτοτυπία, στο σενάριο ή στη σκηνοθεσία, ειδικά στον ωραιοποιημένο τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει την Ινδία, την κουλτούρα και τους ανθρώπους της: μα τόσοι gentleman – ο Σάνι, ο προμηθευτής της Ίβλιν / Ντεντς, ο οδηγός τής Ματζ / Ίμρι, οι νέοι, ωραίοι και πρόθυμοι συγγενείς τής μνηστής του Σάνι, Σουνέινα – στην επαρχία μιας χώρας που είναι περιβόητη για την κάθε άλλο παρά ίση μεταχείριση των δύο φύλων; Και τόσο πανέμορφες, πολύχρωμες, αλέγρες, αλλά και γαλήνιες, παραδεισένιες γειτονιές, με τόσο ελάχιστα, σχεδόν αδιόρατα ίχνη βρωμιάς, θορύβου, φτώχιας, χαώδους ταξικής ανισότητας και αναξιοπρέπειας; Ταυτόχρονα, λιγότερες (σε σχέση με το προηγούμενο φιλμ), αλλά αρκετές ακόμα από τις ατραπούς της πλοκής του οδηγούν λίγο-πολύ σε προβλέψιμους προορισμούς. Με προφανέστερο και χαρακτηριστικότερο το happy end του, που επιπλέον προκύπτει εξαιρετικά φλύαρο και αβέβαιο στο πού ακριβώς να βάλει τελεία, με αποτέλεσμα να νομίζεις ότι η ταινία τελείωσε, αλλά… να μην τελειώνει! Ξανά και ξανά, για τουλάχιστον τέσσερις φορές!
Ωστόσο, στα σημαντικά, αυτό το «Ξενοδοχείο» αποδεικνύεται ακαταμάχητα φιλόξενο και αξιοθαύμαστο. Βουτώντας λίγο πιο βαθιά στον χαρακτήρα καθενός από τους υπερήλικες πρωταγωνιστές του, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, συνεπικουρούμενο καταλυτικά από τους… φωτισμένους Βρετανούς (και όχι μόνο) ηθοποιούς που τους ενσαρκώνουν. Με πηγαίο, καθαρόαιμο, φλεγματικό χιούμορ, που συχνά-πυκνά θα σου φέρει δάκρυα στα μάτια από τα τρανταχτά γέλια: όταν ο Νόρμαν συνειδητοποιεί ότι μέσα στο μεθύσι του ενδέχεται να συμφώνησε συμβόλαιο θανάτου με τον ταξιτζή του, σχεδόν κάθε φορά που ο Σάνι και η Μίριελ ανοίγουν το στόμα τους, ή όταν η Ίβλιν ακολουθεί τη συμβουλή τού προμηθευτή της και τα λέει χύμα, στα ινδικά, στον μεγαλέμπορο υφασμάτων στη Βομβάη, μεταξύ πολλών άλλων στιγμών ιλαρότητας.
Με κατά κανόνα (κόντρα στην οπτικοακουστική φλυαρία τού… ατελείωτου παράλληλου μοντάζ τού φινάλε του) λίγα, τα απαραίτητα μόνο, σταράτα λόγια, ή – ακόμα καλύτερα, πιο διαπεραστικά – με όσα σπουδαία, ακατανίκητα συγκινητικά, αναπνέουν στις σιωπές. Και εκφράζονται ανείπωτα, με ένα νεύμα, υγρά μάτια ή μόλις ένα σχηματισμένο χαμόγελο, όπως, για παράδειγμα, εκείνο της Ματζ όταν «απαντά» για τελευταία φορά στον οδηγό της αν θα πρέπει να στρίψει δεξιά ή αριστερά. Και με γνήσια ινδικούς, πληθωρικούς, υπέροχα kitsch, αλλά και αναπάντεχα γενναιόδωρους, πολυήμερους, γαμήλιους εορτασμούς, γλέντια, χορούς και τραγούδια, που και να σηκωθείς αυθορμήτως από το κάθισμά σου, να γλεντήσεις κι εσύ, μπορούν να σε κάνουν, και – ακολουθώντας γόνιμα το υπόδειγμα του εξαίρετου «Γάμου των Μουσώνων» της Μίρα Ναΐρ – πιο οργανικά ενσωματωμένα στο σύμπαν του είναι από ό,τι τα αντίστοιχα του οσκαρούχου, αλλά σφόδρα υπερεκτιμημένου, «Slumdog Millionaire».
Έτσι, αυτό το «Ξενοδοχείο» προσφέρει αβίαστα μια ψυχαγωγική (με όλη τη σημασία της λέξης) εμπειρία, κοινωνώντας και κάνοντας συνείδηση θεμελιώδεις, ανεκτίμητες αλήθειες της ζωής που τόσο εύκολα ξεχνάμε. Πως η ηλικία δεν είναι στα χρόνια, αλλά στο μυαλό. Πως δεν υπάρχει μεγαλύτερο δώρο (που στα αγγλικά, present, γράφεται και προφέρεται όπως και το παρόν) από τον χρόνο. Και πως ποτέ δεν υπάρχει τέλος. Απλά ένα σημείο, όπου αφήνεις την ιστορία…