FreeCinema

Follow us

ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (2004)

(THE PASSION OF THE CHRIST)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μελ Γκίμπσον
  • ΚΑΣΤ: Τζιμ Καβίζελ, Μόνικα Μπελούτσι, Μάγια Μόργκενστερν, Φραντσέσκο Ντε Βίτο
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 127'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Οι τελευταίες δώδεκα ώρες του Ιησού, από τη σύλληψη έως και τη σταύρωσή του.

Το 1987, μία από τις μεγαλύτερες σε κυκλοφορία αθηναϊκές εφημερίδες δημοσίευσε στο πρωτοσέλιδό της μια φωτογραφία που έθετε νέα όρια σ’ αυτό που αρέσκομαι να αποκαλώ «ηθική των εικόνων». Οι διαστάσεις της ήταν πολλαπλάσιες του πηχυαίου τίτλου που τη συνόδευε. Το τεμαχισμένο σε έντεκα κομμάτια κορμί της νεαρής Ζωής Γαρμανή ξεσκέπαζε τις συνειδήσεις του «σοκαρισμένου» πανελλήνιου. Υπάρχει κανείς που δεν θυμάται την εικόνα; Αμφιβάλλω… Πόσοι από εμάς είχαμε αγοράσει εκείνο το φύλλο; Και πόσοι, άραγε, κρατάνε αυτή την πόζα στο αρχείο τους; Επικίνδυνες ερωτήσεις. Να βάλω τη «νοσηρή» μου φαντασία να λειτουργήσει και να θέσει άλλο ένα συνειρμικό ερώτημα που μου ήρθε στο μυαλό βλέποντας την ταινία του Μελ Γκίμπσον; Εάν η συγκεκριμένη πόζα απεικόνιζε το σώμα του Χριστού, αυτό θα νομιμοποιούσε τη δημοσίευσή της;

Όπως και με τη «Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν» πριν από χρόνια, έτσι κι εδώ ένα ιστορικό (κατά το θρήσκευμα, έστω) γεγονός μεταφέρεται στο σινεμά με μια «ύποπτη» διάθεση για όσο το δυνατόν περισσότερο ρεαλισμό. Τα «Πάθη του Χριστού», μάλιστα, αποθεώνουν την άποψη που θέλει το αληθοφανές να καταποντίζεται από εξωφρενικές ποσότητες αίματος για να γίνει… πιο πιστευτό! Τι εξυπηρετεί όλο αυτό; Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ εκτός από την τεράστια εισπρακτική επιτυχία, κέρδισε και ένα Όσκαρ σκηνοθεσίας. Ο Γκίμπσον, αντίστοιχα, ονειρεύεται βραβεία, αλλά προσωρινά έχει να πορεύεται με τον πανικό στα ταμεία: με κόστος παραγωγής γύρω στα 30.000.000 δολάρια, οι εισπράξεις του πρώτου πενθήμερου μόνο στις ΗΠΑ ξεπέρασαν τα 125.000.000! Κατά τα άλλα… πίστευε και μη ερεύνα!

Εντελώς στυγνά, τα «Πάθη» παρακολουθούν όχι τις τελευταίες ώρες από τη ζωή του Χριστού, αλλά το πόσο βασανίστηκε ο Ναζωραίος για τις δικές μας αμαρτίες (διάλειμμα για να αναλογιστείτε με πόσο αίμα βάφτηκε μέχρι σήμερα το ποίμνιο για την υπεράσπιση αυτής της θρησκείας, ευχαριστώ…). Σύλληψη, «λαϊκό δικαστήριο», βασανιστήρια, Γολγοθάς, σταύρωση, ανάσταση. Όλη η ταινία. Ο λόγος του Ιησού; Σχεδόν ανύπαρκτος, περνάει στα κλεφτά μέσα από σποραδικά flashback. Αφού τα λόγια είναι περιττά, η εικόνα είναι αυτή που πίπτει τη ράβδο. Μάθημα πρώτο: οι Ρωμαίοι στρατιώτες παραλαμβάνουν άνθρωπο και παραδίδουν… κιμά! Για ένα εικοσάλεπτο, η αγριότητα της σεκάνς του μαστιγώματος σε κάνει ν’ απορείς για το τι θα ακολουθήσει στην ώρα της σταύρωσης. Κομμάτια σάρκας και πιτσιλιές από αίμα εκτοξεύονται πάνω στην οθόνη μέσω χτυπημάτων υπέρμετρου σαδισμού. Η γραφικότητα της βίας κάνει τον «Κύκλο του Αίματος» από τις «120 Μέρες στα Σόδομα» (1976) του Πιερ Πάολο Παζολίνι να μοιάζει με σχολικό αποκριάτικο χορό! Να σας περιγράψω και πως του μπήγουν τα καρφιά στο σταυρό λίγο αργότερα; Προς Θεού, όχι, το πήρατε το μάθημά σας…

Επιτρέψτε μου να ομολογήσω ότι το gore θέαμα ουδέποτε με ενόχλησε. Σε τούτη την περίπτωση, όμως, με πανικόβαλε και με θύμωσε σε αρρωστημένο βαθμό. Γιατί δεν μιλάμε για τους «καρτουνίστικους» και fun διαμελισμούς του Ταραντίνο (βλέπε «Kill Bill»). Εδώ έχουμε να κάνουμε με συνειδητή, εφετζίδικη χρήση βίας, που ανοίγει επικίνδυνους δρόμους για ένα νέο κινηματογραφικό είδος: το splatter του πιστού! Άντε μετά να συγκρίνεις ακόμη και με Φρέντι Κρούγκερ! Και ψάξε βρες πόσα μέρη από τις Γραφές «σηκώνουν» παρόμοιο χειρισμό (και εκμετάλλευση) για το μέλλον. Διότι εάν η λογοκρισία δεν ακουμπά τέτοιου τύπου φιλμ εξαιτίας περιεχομένου, εμπρός όλοι μαζί ν’ ανηφορίσουμε το Γολγοθά…

Πέρα από το exploitation θρησκείας και λατρείας του… Σαντ, τι άλλο κάνει ο Μελ Γκίμπσον ως σκηνοθέτης; Φιγούρα της πλάκας! Η εισαγωγή στην θριλερικά ομιχλώδη, νυχτερινή Γεσθημανή δίνει τις πρώτες κακές εντυπώσεις με τη slow motion «ένταση», καθώς οι Ρωμαίοι συλλαμβάνουν το Χριστό και ο Ιούδας εισπράττει τα τριάκοντα αργύρια (τα οποία ίπτανται στον αέρα σε slow motion, επίσης!). Η αντίθεση στις φιγούρες καλού και κακού είναι κραυγαλέα σχηματική, με τους τελευταίους (από βασανιστές, την αυλή του… party animal Ηρώδη, μέχρι και τις ενσαρκώσεις του Σατανά) να περιφέρονται σαν γκροτέσκα κακέκτυπα του φελινικού «Σατυρικόν» (1969). Η χρήση της αραμαϊκής και των λατινικών ως γλώσσες, χαντακώνουν συλλαβή προς συλλαβή το σύνολο των ερμηνειών και η επιλογή τους (εις το όνομα του ρεαλιστικού, πάντοτε) καταντά αστεία, από τη στιγμή που οτιδήποτε βλέπουμε στην οθόνη μαρτυρά ότι έχει χολιγουντιανές ρίζες – προσοχή, όχι συγκρίσεις με τα παρελθόντα βιβλικά έπη των μεγάλων studios. Άφεση αμαρτιών παίρνει ο φωτογράφος Κάλεμπ Ντεσανέλ, ο οποίος χρησιμοποίησε ως μοντέλο για τη δουλειά του πίνακες του Καραβάτζιο.

Τηρουμένων των εισπρακτικών αναλογιών, σε συνδυασμό με τον τρόπο που ο Χριστός εξέρχεται του σπηλαίου και της ταινίας (φτυστός ο Άρνολντ Σουορτσενέγκερ από τον «Εξολοθρευτή»!), φοβούμαι ότι ο Γκίμπσον είναι ικανός να γυρίσει και sequel… εκδίκησης του εβραϊκού lobby (ας μη σχολιάσουμε τον διακαή αντισημιτισμό του φιλμ, μιας και το «πρόβλημα» δεν μας αγγίζει ως λαό), με ακόμη περισσότερο αίμα και (γιατί όχι και) τεμαχισμούς, κανιβαλισμό κι ότι άλλο έχετε ευχαρίστηση, εφόσον το μακελειό πουλάει ακόμη και σε συσκευασία Εσταυρωμένου. Μέχρι τότε, απλά θα προσπαθώ να ξεχάσω τι είδα. Γιατί βγαίνοντας από την αίθουσα, μόνο ντροπή αισθανόμουν…

Υ.Γ. Ευχαριστώ την κυρία που με πλησίασε μετά το τέλος της προβολής και προσφέρθηκε να προσευχηθεί για μένα (μάλλον επειδή μίσησα το φιλμ)!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα για το φιλμ το 2004, όταν αυτό διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Είχα καταφέρει να μπω (σχεδόν στα κρυφά) σε μία βραδινή προβολή της ταινίας που πρέπει να είχε πραγματοποιηθεί για μέλη της… Ιεράς Συνόδου, ώστε να έχουν εικόνα και άποψη για το τι παρουσιάζει ο Μελ Γκίμπσον στο έργο, και να δώσουν την «έγκριση» της Εκκλησίας για να προβληθούν κανονικά τα «Πάθη του Χριστού» και στη χώρα μας. Θυμάμαι πως ήταν μία από τις πιο δυσάρεστες εμπειρίες που είχα ποτέ σε σινεμά! Διότι είχα σφιχτεί πάρα πολύ ώστε να μην ουρλιάξω… από τα γέλια, πριν αρχίσουν να πέφτουν οι κουβάδες με το αίμα, προφανώς. Στο διάλλειμα, στο φουαγιέ του Embassy στο Κολωνάκι, κρυφάκουσα διαλόγους σοκαρισμένων ρασοφόρων και θυμάμαι χαρακτηριστικά την ατάκα: «Δηλαδή, θα πάμε τα παιδιά μας να δουν αυτό το πράγμα;»! Η ταινία, φυσικά, προβλήθηκε κανονικά, δίχως λογοκρισίες ή έκτροπα τύπου «Ο Τελευταίος Πειρασμός» (1988), καθώς ο Γκίμπσον μας έδειχνε (με τον πλέον γραφικό τρόπο, αλλά… ας είναι) το πόσο βασανίστηκε ο καλός Χριστούλης. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Αμήν!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.