Η ΑΛΛΗ ΓΥΝΑΙΚΑ (2014)
(THE OTHER WOMAN)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νικ Κασαβέτις
- ΚΑΣΤ: Κάμερον Ντίαζ, Λέσλι Μαν, Νίκολαϊ Κόστερ-Βάλνταου, Κέιτ Άπτον, Τέιλορ Κίνεϊ, Ντον Τζόνσον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 109'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Η σύζυγος και δύο εκ των ερωμένων τού, ίσως, μεγαλύτερου – με το… μπαρδόν, αλλά αποτελεί ορισμό τού χαρακτηρισμού – μαλάκα που θα συναντήσεις ποτέ, γίνονται φίλες κολλητές και παράλληλα σκαρφίζονται και οργανώνουν τον καλύτερο τρόπο για να τον εκδικηθούν.
Κάτι μεταξύ των (πολυαγαπημένων μας εδώ στο FREE CINEMA, αλλά σφόδρα παραγνωρισμένων στο Ελλάντα) «Φιλενάδων» και θηλυκής εκδοχής τού «The Hangover», αυτή «Η Άλλη Γυναίκα» είναι σαφώς κατώτερη αμφοτέρων, αλλά διαθέτει μερικές, λυτρωτικές, φωτεινές αναλαμπές. Πριν, όμως, απαριθμήσω αυτές / τις εξαιρέσεις / τα καλά νέα, πατάω φρένο στο υπόλοιπο υλικό της / τον κανόνα / τα κακά νέα.
Αντίθετα, λοιπόν, α) με τις «Φιλενάδες», αυτό το νέο πόνημα του – πολυμήχανου (ηθοποιού, σεναριογράφου και σκηνοθέτη), αλλά ποτέ αντάξια του πατέρα του (Τζον) ή της μητέρας του (Τζίνα Ρόουλαντς) ταλαντούχου – υιού Κασαβέτις («Το Ημερολόγιο»), δε διαθέτει καλοσχηματισμένους, απτούς χαρακτήρες και μόνο ακροθιγώς διαπραγματεύεται τα συνήθη αγκάθια στις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων, β) με το «The Hangover» δεν τολμά το εύστοχα αυθάδες, ποικιλοτρόπως αθυρόστομο, σκατολογικό χιούμορ και τη slapstick κωμωδία σε δεόντως γενναίες, εξωφρενικά ξεκαρδιστικές δόσεις, και γ) και με τις δύο αυτές ταινίες, ούτε ουσιαστική διάθεση για αυτο-σαρκασμό, αυτο-κριτική ή αυτο-αποδοκιμασία επιδεικνύει, ούτε στέκεται ικανό να γίνει προσφιλές ή προσιτό και στα δύο φύλα. Με άλλα λόγια, πρόκειται για… γυναικεία υπόθεση.
Ως τέτοια, όμως, αποκλείεται να μη διασκεδάσει, συγκινήσει και, ναι, εμπνεύσει, στο ελάχιστο τουλάχιστον, τις κυρίες κάθε ηλικίας που θα της δώσουν μια ευκαιρία. Πώς; Αν και υπερβολικά κακή, σχεδόν άδικη με τον εξωπραγματικά ψεύτη, απατεώνα και παρτάκια σύζυγο Μαρκ / Κόστερ-Βάλνταου της Κέιτ / Μαν, θα τις ευθυμήσει, περισσότερο ή λιγότερο ανακουφιστικά ξεκαρδιστικά, με τα παθήματα / τιμωρίες στα οποία τον υποβάλλει η πρωταγωνιστική, θηλυκή τριάδα. Από την επίθεση με το… αποτριχωτικό σαμπουάν και τις γυναικείες ορμόνες στον πρωινό φρουτοχυμό του και τις κωμικοτραγικές συνέπειές τους, το καθαρτικό στα ποτά του και την άτακτη φυγή του στην τουαλέτα και το κόκκινο παντελόνι που ακολουθούν (και δε μου άφησαν άντερο), μέχρι την ανθολογική του παραδοχή / την καλύτερη από τις ουκ ολίγες συλλεκτικές ατάκες («I get more ass than a toilet seat!») και τις συνεχείς, απονενοημένες προσκρούσεις του σε τζάμια στο φινάλε, δε θα υπάρξει γυναίκα που να μην κλάψει από τα γέλια, αφού όλες έχουν βιώσει κάποιου είδους προδοσία από το σύντροφό τους, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους.
Θα τις συγκινήσει κάθε φορά που μια αλήθεια ξεφεύγει από τα χείλη της νοικοκυράς Κέιτ (της οποίας όλη η ζωή ανατρέπεται, και δεν ξέρει από πού να πιαστεί, καθώς έχει ξεχάσει να είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από σύζυγος), της καριερίστας Κάρλι / Ντίαζ (που όσο και αν το παλεύει δεν έχει ακόμα καταφέρει να συνδυάσει την επιτυχημένη επαγγελματική ζωή της με μια ευτυχισμένη, οικογενειακή πραγματικότητα), και της πανωραίας, αλλά… ακατοίκητης Άμπερ / Άπτον (την οποία οι άντρες επιμένουν να εκμεταλλεύονται μόνο ως «γλάστρα»). Και θα τις εμπνεύσει ως – ατελής έστω – ύμνος στη γυναικεία φιλία. Που, αν βάλουν στην άκρη τον έξωθεν ραμμένο στη θηλυκή (και καλά) φύση ανταγωνισμό (με έπαθλο τον πρίγκιπα των παραμυθιών), μπορεί να γεννηθεί, να τραφεί και να στεριώσει (ακριβώς όπως η περίφημη ανδρική) μέσα από τις πιο αντίξοες και παράξενες συνθήκες. Αμήν.