Η ΜΟΥΜΙΑ (2017)
(THE MUMMY)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Τρόμου Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άλεξ Κέρτζμαν
- ΚΑΣΤ: Τομ Κρουζ, Ράσελ Κρόου, Άναμπελ Γουόλις, Σοφία Μπουτέλα
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 110'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: UIP
Μισθοφόρος με τυχοδιωκτικές διαθέσεις και αγαπημένο hobby τα αρχαιολογικά ευρήματα ανακαλύπτει από ατύχημα μια κρυμμένη κατακόμβη στη Μέση Ανατολή, τόπο φύλαξης της σαρκοφάγου της πριγκίπισσας Άχμανετ, η μούμια της οποίας δεν δείχνει και τόσο… νεκρή, παρά τα χιλιάδες χρόνια που έχουν περάσει από τη σκληρή τιμωρία που της επιβλήθηκε.
Κατά κάποιον τρόπο, εξέφρασα την αγάπη μου σε αυτό το είδος και τις ταινίες των «Universal Monsters», προγραμματίζοντας τον αντίστοιχο κύκλο προβολών που πραγματοποιήθηκαν στο ΚΠΙΣΝ τον περσινό χειμώνα. Ανάμεσά τους, φυσικά, είδαμε και την original «Μούμια» (1932) του Καρλ Φρόιντ, μια εξαιρετικά «πένθιμη» ερωτική ιστορία που καταφέρνει να γίνεται και τρομακτικά ατμοσφαιρική αλλά και ρομαντικά θλιμμένη χάρη στην εκφραστικότητα του προσώπου του Μπόρις Κάρλοφ. Το studio αναβίωσε το θέμα του τέρατος της μούμιας με εντελώς διαφορετική διάθεση το 1999 (με το ομότιτλο φιλμ), παρουσιάζοντας μια αρκετά χιουμοριστική, εξωτική περιπέτεια στα χνάρια εκείνων του Ιντιάνα Τζόουνς, και δημιουργώντας ένα πετυχημένο εμπορικά franchise (προέκυψε σε τριλογία, έως το 2008) που δεν είχε σχεδόν καμία καλλιτεχνική αξίωση, όμως.
Συνολικά, τα τέρατα αυτά μάλλον… δεινοπάθησαν στα χέρια της Universal, η οποία επιχείρησε να τα εκσυγχρονίσει αρκετές φορές στο κοντινό παρελθόν, χωρίς ποτέ να καταφέρει να αναμετρηθεί με τη φήμη και τη δόξα του μαυρόασπρου αρχετύπου, ίσως επειδή βρισκόταν πάντοτε σε σύγχυση ταυτότητας και προθέσεων. Η πρόσφατη ανακοίνωση ενός πλάνου επιστροφής σε αυτούς τους μυθικούς ήρωες, μέσω του θεματικού κύκλου παραγωγής ταινιών από το «Dark Universe», χαιρετίστηκε με μεγάλο ενδιαφέρον και ελπίδες προσμονής που, όμως, αμφισβητούνται ήδη μετά το «ποδαρικό» τούτης της… αναζωογονημένης «Μούμιας», η οποία μας δίνει την εντύπωση ενός re-launch άκρας εκμετάλλευσης (και μόνο) του όλου «τερατώδους» franchise, με τον τρόπο που και η Disney… τραβάει τα μαλλιά τού animated library της, για να δούμε κιτσάτες υπερπαραγωγές σαν τη φετινή «Πεντάμορφη και το Τέρας» ή τη «Σταχτοπούτα» (2015).
Η εισαγωγή τούτης της «Μούμιας», πάντως, είναι εντυπωσιακή και ανοίγει την όρεξη για ένα δυναμικό comeback, που για λίγη ώρα σε κάνει να ξεχνάς την «παιδική χαρά» των φιλμ τής περιόδου του Μπρένταν Φρέιζερ και να σκέφτεσαι λιγάκι περισσότερο τον… Χάρισον Φορντ! Σχεδόν όπως η εισαγωγή των «Κυνηγών της Χαμένης Κιβωτού» (1981), ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Τομ Κρουζ μας συστήνεται ως ένας ριψοκίνδυνος τυχοδιώκτης που βάζει στο μάτι αρχαιολογικά ευρήματα και χαμένους θησαυρούς, παίζοντας με τη ζωή του ακόμη και σε ένα πλαίσιο εμπόλεμης κατάστασης, μέχρι που… χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του και καταλήγει σε κατακόμβη «αχαρτογράφητη» και μυστηριώδη, στην οποία χιλιάδες χρόνια πριν είχε τοποθετηθεί μια σαρκοφάγος προστατευμένη από ένα θανάσιμο για τους «περίεργους» επισκέπτες σύστημα ασφαλείας. Εδώ κάνει την πρώτη της εμφάνιση και η αρχαιολόγος της Άναμπελ Γουόλις, που μας υποψιάζει για μια κάποια ρομαντική κόντρα με τον πρωταγωνιστή, ακολουθώντας κάθε στερεότυπο του είδους.
Ακολουθεί η μεταφορά της σαρκοφάγου, μια αρκετά ύποπτη και τεράστια σε μέγεθος αμμοθύελλα και η ωραία αεροπλανική σεκάνς καταστροφής (μέρος της οποίας είχε κάνει καλό teasing από το πρώτο trailer της ταινίας), η οποία προσγειώνει «ανώμαλα» την πλοκή σε βρετανικά εδάφη, για να αλλάξει ολοκληρωτικά και το ύφος της «Μούμιας» του Άλεξ Κέρτζμαν (χολιγουντιανός παραγωγός με μοναδική σκηνοθετική εμπειρία από το… δραματικό «Άνθρωποι σαν κι Εμάς» του 2012!). Η διασκεδαστική περιπέτεια, με μια επιπλέον δόση μυστηρίου και ανεξήγητου, που βλέπαμε μέχρι πριν λίγα λεπτά, αποκτά ακόμη και τη χρωματική παλέτα ενός βλοσυρού, θριλερικού τοπίου, το οποίο δεν αργεί να μας φανερώσει τη «μετάλλαξη» του φιλμ σε κάτι πιο απειλητικό και τρομακτικό. Ζωντανοί νεκροί καταδιώκουν το πρωταγωνιστικό ζεύγος (δυνατή και ενίοτε κατάμαυρη σε χιούμορ η σκηνή με το φορτηγό στο δάσος), για να φτάσουμε σε ένα Λονδίνο που φανερώνει συνδετικές με τον μύθο της πριγκίπισσας Άχμανετ υποπλοκές και την καλύτερη κατανόηση των σκοπών της ηρωίδας του Κακού, η οποία (αλίμονο!) θέτει σε κίνδυνο ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Το κομμάτι του Λονδίνου είναι αρκετά άρρυθμο και χάνει το focus συνοχής τού όλου project, βάζοντας τη δράση σε δεύτερο επίπεδο και φανερώνοντας μια σαφή ροπή προς το είδος του τρόμου, με την επιπλέον σύσταση του δόκτορος Χένρι Τζέκιλ (Ράσελ Κρόου), ο οποίος «σποϊλάρει» τον ίδιο του τον εαυτό με αυτό το όνομα! Από εδώ και πέρα το σενάριο της ταινίας βασανίζεται κυριολεκτικά, αφήνοντας μια σκέψη στο βάθος τού μυαλού μας ότι πρόκειται για το αποτέλεσμα αδιάκοπων executive meetings του studio που… «εκτροχιάστηκαν» διότι σε αυτά συμμετείχαν μονάχα άνθρωποι – «ταμειακές μηχανές» και ουχί δημιουργικά μυαλά με άποψη, γνώση και αγάπη για το συγκεκριμένο genre (αν όχι και για το σινεμά, συνολικά…).
Το μικρό twist της κλιμάκωσης είναι καλοδεχούμενο, όμως η «Μούμια» έχει ήδη προσπαθήσει να είναι τόσα διαφορετικά πράγματα μαζί που το φινάλε δεν εκφεύγει του αισθήματος της εξάντλησης. Και είναι ίσως λίγο κρίμα, γιατί καλά συστατικά υπήρχαν, η παραγωγή είναι άψογη, ο Κρουζ κάνει ό,τι χρειάζεται με το βάρος ενός star που φαίνεται ότι φθείρεται (ίσως και επίπονα) στα δικά του stunts, αλλά… ώς εκεί. Εάν η Universal επιθυμεί να έχει μέλλον αυτό το «Dark Universe», ας σκεφτεί λίγο σοβαρότερα τα ζητήματα του σεναρίου και του σκηνοθέτη, κι ας βάλει έναν προσανατολισμό στην «πυξίδα» της.