Η ΣΥΜΜΟΡΙΑ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ (1955)
(THE LADYKILLERS)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμωδία
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλεξάντερ Μακέντρικ
- ΚΑΣΤ: Άλεκ Γκίνες, Σέσιλ Πάρκερ, Χέρμπερτ Λομ, Πίτερ Σέλερς, Ντάνι Γκριν, Τζακ Γουόρνερ, Κέιτι Τζόνσον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 91'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE
Η γηραιά και αγαθή κυρία Γουίλμπερφορς νοικιάζει ένα δωμάτιο του κουκλίστικου σπιτιού της σε ανδρικό κουιντέτο εγχόρδων που αναζητούσε ένα ήσυχο μέρος για να κάνει τις πρόβες του. Φυσικά, αυτές οι κοστουμαρισμένες και εντελώς ύποπτες φάτσες του υποκόσμου δεν έχουν ιδέα από μουσικά όργανα! Ποιο είναι το μυστικό τους σχέδιο;
Από την πρώτη στιγμή που η κυρία Γουίλμπερφορς ξεπορτίζει από την οικία της και χαιρετίζει κάθε άνθρωπο στη μικρή, λονδρέζικη γειτονιά της, μέχρι να εισέλθει στο τοπικό Αστυνομικό Τμήμα, κάτι σε «γαργαλάει» μέσα σου και θέλεις να γελάσεις δυνατά! Το κάνεις αβίαστα καθώς την ακούς να περιγράφει στους αστυνομικούς το συμβάν μιας καλής της φίλης, η οποία είδε ένα… διαστημόπλοιο να προσγειώνεται στην αυλή της. Δεν έχουν περάσει καν τρία λεπτά από τη στιγμή που ξεκίνησε «H Συμμορία των Πέντε» και ήδη γελάς σπαρταριστά. Γι’ αυτό και το είδος της κωμωδίας οφείλει πολλά στη μεταπολεμική βρετανική σχολή που έλαμψε μέσα από τις κινηματογραφικές παραγωγές των Ealing Studios, εκ των οποίων ξεχωρίζει (και) τούτο το στολίδι, σε σκηνοθεσία του σπουδαίου Αλεξάντερ Μακέντρικ («Ο Άνθρωπος με το Άσπρο Κοστούμι», «Σκοτεινοί Δολοφόνοι»).
Το ευρηματικό σενάριο του Γουίλιαμ Ρόουζ (υποψήφιο για Όσκαρ, το 1957) παρακολουθεί τα ιδιαίτερα ανταγωνιστικά μεταξύ τους μέλη πενταμελούς συμμορίας η οποία οργανώνει ληστεία χρηματαποστολής, χρησιμοποιώντας ως «βιτρίνα» τις αντίστοιχες θήκες εγχόρδων, παριστάνοντας τους μουσικούς που προβάρουν κλασικό ρεπερτόριο για κονσέρτο! Η όλη μυστικότητα του σχεδίου τους θα συγκρουστεί με τη διαρκή «παραξενιά» της κυρίας Γουίλμπερφορς που χώνει τη μύτη της παντού, ακόμη και άθελά της, όταν (για παράδειγμα) θέλει να προσφέρει στους ευγενικούς επισκέπτες του νοικάρη της από ένα φλιτζάνι τσάι. Άσχετα από το ότι η ληστεία πραγματοποιείται επιτυχώς, η συμμορία πρέπει στη συνέχεια να αντιμετωπίσει έναν κίνδυνο σοβαρότερο και από τις έρευνες της αστυνομίας: τις φιλενάδες της σπιτονοικοκυράς!
Καθώς η ενοχή των πέντε ανδρών βαραίνει όλο και περισσότερο στο βλέμμα της κυρίας Γουίλμπερφορς, το φιλμ αποκτά μια διάσταση κατάμαυρης κωμωδίας, με εξέλιξη πραγματικά ξεκαρδιστική, την οποία βοηθούν με μαστόρικο τρόπο και οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών, που μοιάζουν να έχουν επιλεγεί ένας προς έναν για να στήσουν αυτή την πραγματικά κλασική «πινακοθήκη» χαρακτήρων του λονδρέζικου υποκόσμου της εποχής. Από τον Άλεκ Γκίνες μέχρι τον νεαρό τότε Πίτερ Σέλερς, όλο το καστ λειτουργεί με εξαιρετικό κωμικό timing, η σκηνοθεσία παίζει ύπουλο παιχνίδι (αν όχι «κρυφτούλι») με τις πιο δυσάρεστες στιγμές της εξέλιξης της ιστορίας (όχι spoilers!), ενώ ο σκηνικός περίγυρος του σπιτιού, που… γέρνει από τις ζημιές που προξένησαν οι βομβαρδισμοί στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, γίνεται κι αυτός ένα επιπλέον αστείο στοιχείο της αφήγησης. Όσο για τα εξωτερικά πλάνα του Λονδίνου, εδώ μιλάμε για κυριολεκτικό (και σε τετραχρωμία!) ντοκουμέντο μιας πρωτεύουσας που ακόμη δεν κρύβει τα σημάδια της πρόσφατης καταστροφής, καθώς η ανοικοδόμηση της πόλης συνεχιζόταν με αργούς ρυθμούς.
Το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα σίγουρα έχει την ικανότητα να ρίχνει στάχτη στα μάτια κάποιων απιθανοτήτων του σεναρίου (κυρίως σε σχέση με πρακτικά θέματα της ληστείας), όμως στη «Συμμορία των Πέντε» παραγνωρίζεται κάθε αφέλεια κυρίως χάρη στο κατόρθωμά της να μετατρέπει τα όποια απεχθή εγκλήματα σε μια πραγματικά αστεία υπόθεση. Ο θεατής που θα ήθελε να ταυτιστεί με το μέρος της συμμορίας αργά ή γρήγορα θα πάρει το… δολοφονικό του μάθημα, ενώ εκείνοι που θα προτιμήσουν εξαρχής να πάρουν το μέρος της ευγενικής γριούλας θα γελάσουν πραγματικά τελευταίοι, καθώς η «προστατευόμενή» τους απαντά (πάντα άθελά της!) με βαθύ σαρκασμό στο πρόβλημα της κοινωνικής ατιμωρησίας. Εκεί είναι που η κωμωδία δείχνει τη σημασία της ως είδος – και όχι ως αφορμή για απλά ένα κάποιο χάχανο…