Η ΝΗΠΙΑΓΩΓΟΣ (2018)
(THE KINDERGARTEN TEACHER)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σάρα Κολάντζελο
- ΚΑΣΤ: Μάγκι Τζίλενχολ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Μάικλ Τσέρνους, Πάρκερ Σέβακ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 96'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: STRADA FILMS
Τα όρια μεταξύ επαγγελματικού ενδιαφέροντος και εμμονής θα γίνουν δυσδιάκριτα για μια νηπιαγωγό όταν ανακαλύψει πως ένας πεντάχρονος μαθητής της ίσως και ν’ αποτελεί ένα ανερχόμενο «παιδί-θαύμα».
Remake του ομότιτλου ισραηλινού φιλμ του Ναβάντ Λαπίντ από το 2014, «Η Νηπιαγωγός» επανασυστήνεται στο κοινό ως δεύτερη μεγάλου μήκους δουλειά της Αμερικανίδας Σάρα Κολάντζελο, με πιο ηχηρά, διεθνούς απήχησης ονόματα στο καστ (Τζίλενχολ, Μπερνάλ) και με τη «σφραγίδα» εγγύησης του διαγωνιστικού προγράμματος του Sundance, στο οποίο κέρδισε πέρσι το βραβείο σκηνοθεσίας (στην κατηγορία δράμα). Ως τέτοιο, η «Νηπιαγωγός» ξεχωρίζει μεν για την ντελικάτη ερμηνεία της Τζίλενχολ, χωρίς όμως να εκμεταλλεύεται απόλυτα τη δυναμική της, τουλάχιστον μέχρι και λίγο πριν από το αναμενόμενο τέλος, γεγονός που δημιουργεί μια ανισορροπία ρυθμού η οποία εμφανίζει το φιλμ περισσότερο συναισθηματικά μονότονο απ’ ότι ενδεχομένως να επιδίωκε η δημιουργός του.
Η Λίσα (Τζίλενχολ) είναι μια νηπιαγωγός με καλλιτεχνικές ανησυχίες που αποζητά απεγνωσμένα την ανάγκη έκφρασής της σε σεμινάρια ποίησης. Μια μέρα θα ανακαλύψει πως ο πεντάχρονος μαθητής της Τζέρι (Σέβακ) σκαρφίζεται σε ανύποπτες στιγμές υπέροχα στιχάκια που φανερώνουν μεγάλο ποιητικό ταλέντο και υψηλό για την ηλικία του επίπεδο νόησης, ή τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστεύει η ίδια στον αντίποδα της πεζής καθημερινότητας και των έφηβων παιδιών της που βρίσκονται διαρκώς κολλημένα στις οθόνες των κινητών τους, ανήμπορα (κατά την ίδια) να κατανοήσουν την έννοια οποιασδήποτε μορφής τέχνης. Εκστασιασμένη από το μοναδικό χάρισμα του μικρού, η Λίσα θα επιδιώξει να ενθαρρύνει την ιδιαίτερη δεξιότητά του, φτάνοντας στα όρια της εμμονής προκειμένου να εξασφαλίσει πως ο Τζέρι θα αξιοποιήσει το ταλέντο του μεγαλώνοντας, μακριά από την επικρατούσα νόρμα της επιφανειακής και υλιστικής αντιμετώπισης των πραγμάτων από την πλειοψηφία των σύγχρονων ανθρώπων.
«Η Νηπιαγωγός» είναι ένα βραδυφλεγές φιλμ που λόγω υπόθεσης μπορεί να μη σε προετοιμάζει για κάποια μεγάλη σεναριακή έκπληξη, το δραματικό του υπόβαθρο όμως είναι αρκετό προκειμένου να σε κάνει να εκτιμήσεις για ακόμη μια φορά την – σχεδόν πάντα – εξαιρετική Μάγκι Τζίλενχολ, η οποία εδώ σηκώνει στις πλάτες της το βάρος μιας ταινίας που διαφορετικά θα έπασχε πολύ περισσότερο από τις φεστιβαλικές και κάπου-κάπου υποτονικές της «φιλοδοξίες». Η παρουσία της, εξάλλου, αποτελεί και το μεγαλύτερο ατού της ταινίας, αφού κατορθώνει να παραμείνει το ουσιαστικό (ίσως και μοναδικό) ενδιαφέρον κομμάτι της, δεδομένου πως η έλλειψη ενός κάποιου backstory που να δικαιολογεί την προοδευτική ανάπτυξη μιας ξένης (προς τον χαρακτήρα της) συμπεριφοράς δημιουργεί μια κάπως βεβιασμένη αφετηρία για την ανάπτυξη της υπόθεσης, λες και οι σεναριογράφοι ήθελαν να ξεμπερδεύουν με τα εισαγωγικά των πρωταγωνιστών μια ώρα αρχύτερα. Αυτό γίνεται ακόμη πιο κατανοητό από τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζεται και το υπόλοιπο καστ: ο υπέρβαρος και βαρετός σύζυγος, τα απόμακρα παιδιά και ο καθηγητής ποίησης (Μπερνάλ) που προφασίζεται την τέχνη για να «ρίχνει» ανά καιρούς τις μαθήτριές του στον καναπέ του γραφείου του.
Η στοχευμένα περιορισμένη ψυχογράφηση των λοιπών χαρακτήρων, χάριν ανάδειξης του συναισθηματικού και καλλιτεχνικού εγκλωβισμού της Λίσα, είναι τόσο εξόφθαλμη που αναγκαστικά θα σε κάνει να ταχθείς υπέρ της, ακόμη δηλαδή και αν βρίσκεις τη σχέση που έχει αναπτύξει με τον μαθητή της περίεργη και σαφώς ανατριχιαστικά εμμονική. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια «εύκολη» έξοδο για την Λίσα, πολύ απλά γιατί όλοι οι υπόλοιποι γύρω της μοιάζουν τόσο απύθμενα ρηχοί και χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον, έτσι ώστε η ικανοποίηση του ψυχολογικού της καημού με «όχημα» τον μοναδικά ταλαντούχο Τζέρι, να αποτελεί μονόδρομο για την ίδια. Το γεγονός ότι οι αποφάσεις τής πρωταγωνίστριας δεν έχουν ποτέ κανέναν σοβαρό αντίκτυπο, αυτόν δηλαδή που θα είχε οποιαδήποτε τέτοια απόφαση στην πραγματική ζωή, κλωτσάει κάπως άσχημα από πλευράς σεναρίου, δεδομένου πως η όλη σκηνοθετική ματιά της Κολάντζελο ακολουθεί μια παραδοσιακά ρεαλιστική αφηγηματική γραμμή που όμως δεν μοιάζει να λαμβάνει υπόψιν τις συνέπειες της εκάστοτε δράσης της ηρωίδας. «Η Νηπιαγωγός» είναι μια ταινία που ξέρει πώς να σε χειριστεί συναισθηματικά προκειμένου να σε φέρει εκεί που θέλει(ς), όχι απαραίτητα κακό για ένα φιλμ χαρακτήρων, αλλά όχι και η πιο τίμια προσέγγιση, ιδιαίτερα για ένα θέμα που ίσως θα είχε μεγαλύτερη ουσία τοποθετημένο σε ένα πιο συγκρουσιακό και όχι τόσο παθητικό πλαίσιο δράσης.