ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΗΣ ΜΙΜΗΣΗΣ (2014)
(THE IMITATION GAME)
- ΕΙΔΟΣ: Βιογραφικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μόρτεν Τίλντουμ
- ΚΑΣΤ: Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Κίρα Νάιτλι, Μάθιου Γκουντ, Άλεν Λιτς, Μάθιου Μπίαρντ, Ρόρι Κινίαρ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 114’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS / ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Ο Άλαν Τούρινγκ, ένας εκκεντρικός και «διαφορετικά» μοναχικός μαθηματικός, στρατολογείται από τον βρετανικό στρατό με σκοπό να «σπάσει» τα κρυπτογραφημένα σήματα των Ναζί. Αυτό που δημιούργησε, τελικά, έμελλε ν’ αλλάξει τη ροή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και να αναπτύξει την επιστήμη της τεχνητής νοημοσύνης και των υπολογιστών.
Η ταινία του Νορβηγού Μόρτεν Τίλντουμ μπορεί να ακούγεται κάπως… βαρετή ή ιστορικά προβλέψιμη, όμως δεν παύει να αποτελεί έναν έξοχο συνδυασμό δραματικής βιογραφίας (με ένα μικρό «twist» στη σκιαγράφηση του κεντρικού χαρακτήρα) που συναντά με… γριφώδη τρόπο το κατασκοπευτικό θρίλερ περιόδου. Μέχρι να ολοκληρωθεί το «Παιχνίδι της Μίμησης», λοιπόν, έχει φροντίσει να σου χαρίσει μια κινηματογραφική εμπειρία αρκετά συναρπαστική (και τόσο θαυμαστά παλαιομοδίτικη!), αλλά και να σου μεταδώσει μηνύματα αποδοχής ανθρώπων και τρόπων ζωής που ενίοτε προκαλούν ατυχή και στρεβλά συναισθήματα, ακόμη και μέχρι το σήμερα…
Βλέπεις, ο Άλαν Τούρινγκ υπήρξε μοναδικός στο μυαλό, πρωτοπόρος στην επιστήμη του, απόλυτα αντικοινωνικός και εριστικός στη συναναστροφή ακόμη και με συναδέλφους του, με το κερασάκι στην τούρτα… τη γνώση ότι είναι ομοφυλόφιλος από τα νεανικά, μαθητικά του χρόνια. Σε μια εποχή κατά την οποία αυτή η «επιλογή» μεταφραζόταν σε… έγκλημα με ποινή κάθειρξης, στην καλύτερη περίπτωση!
Η αφήγηση του φιλμ περιπλέκεται γύρω από τρεις χρονικούς άξονες: τις δοκιμασίες της ομάδας του Τούρινγκ που επιχειρούσε με κάθε μέθοδο να σπάσει τον κώδικα Enigma (μέσω του οποίου γίνονταν γνωστοί οι στόχοι τού στόλου των Ναζί), τη μαθητική περίοδο των τελών της δεκαετίας του ’20 (στην οποία το πρώτο ερωτικό σκίρτημα και η οι επιστημονικές ροπές του ωριμάζουν παράλληλα) και τις αστυνομικές έρευνες που οδήγησαν ως τη σύλληψή του και τις ανακρίσεις που φανέρωσαν τα «εγκλήματα» σεξουαλικής απόκλισής του στις αρχές του ’50. Το σενάριο του Γκρέιαμ Μουρ (βασισμένο στη σχετική βιογραφία του Άντριου Χότζες) ακροβατεί σχεδόν αλάνθαστα επάνω σε κάθε πτυχή της προσωπικότητας του ήρωα που – τουλάχιστον – η Ευρώπη ολόκληρη θα έπρεπε να τον ευγνωμονεί για την κατάληξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η πραγματικότητα, όμως, δεν ήταν διόλου ένδοξη. Ο ίδιος ο Τούρινγκ αυτοκτόνησε λίγο πριν απ’ τα 42α γενέθλιά του και μόλις στα 2013 εισέπραξε μια δημόσια συγγνώμη από τη Βασίλισσα Ελισάβετ τη Δεύτερη.
Αν και η αίσθηση του ρόλου τής ταινίας είναι σαφής, ο Τίλντουμ χειρίζεται το «μυστικό» τής ομοφυλοφιλίας του Τούρινγκ ως ένα επιπλέον υλικό αγωνίας και μυστηρίου που περιβάλλει τον ήρωά του σε μορφή αδιαπέραστου πέπλου, για να μας δώσει ξεκάθαρα τα μηνύματα και όλες τις απαντήσεις που περιμέναμε στις… σημειώσεις πριν από τα credits τέλους, το γνωστό «έθιμο» των περισσότερων κινηματογραφικών βιογραφιών. Κατά κάποιον τρόπο, ίσως άθελά του, ο σκηνοθέτης «ευνουχίζει» τις καλές προθέσεις του ή την παγίδα μιας «κουτσομπολίστικης» καταγραφής της ζωής του Τούρινγκ, αποκρύπτοντας από το φιλμ την οποιαδήποτε εικονογράφηση των «εγκληματικών» συναναστροφών του (υπάρχει μόλις μια νύξη περί αγοραίου έρωτος με νεαρά αγόρια, των οποίων και πέφτει θύμα κλοπής). Είναι σα να αποδέχεται αλλά και να διατηρεί «in the closet» ταυτόχρονα την προσωπικότητα του Τούρινγκ, στο πλαίσιο μιας απόπειρας «αγιογραφίας» που δεν πρέπει να προκαλέσει οτιδήποτε αρνητικό στον θεατή. Με ξένισε, ειδικά στο φινάλε.
Σε κάθε τομέα της παραγωγής του «Παιχνιδιού της Μίμησης», πάντως, δεν δικαιούσαι να παραπονεθείς. Η λιτή και ακριβής retro ατμόσφαιρα της εποχής αποτυπώνεται άψογα, ο Αλεξάντρ Ντεσπλά έχει ντύσει μουσικά το φιλμ όσο αγγιχτικά του πρέπει, το καστ είναι προσεγμένο από την παραμικρή φιγούρα έως και τους υποστηρικτικούς δεύτερους ρόλους και ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς είναι υποκριτικά ιδιοφυής ως Τούρινγκ, σε μια ερμηνεία – rollercoaster ψυχολογικών διακυμάνσεων, πραγματικά οσκαρικού επιπέδου. Αξίζει να «σπάσεις» τον κώδικα αυτής της ταινίας ακόμη και μόνο γι’ αυτόν.