FreeCinema

Follow us

Η ΠΡΩΤΗ ΑΓΑΠΗ (2014)

(THE BEST OF ME)

  • ΕΙΔΟΣ: Ρομαντικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάικλ Χόφμαν
  • ΚΑΣΤ: Μισέλ Μόναγκαν, Τζέιμς Μάρσντεν, Λουκ Μπρέισι, Λιάνα Λιμπεράτο
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Ένας θάνατος και μια διαθήκη φέρνουν πίσω στο «χωριό» τους έναν φτωχό μα τίμιο κύριο και μια πλούσια μα ευσυνείδητη κυρία 20 χρόνια μετά τον μεταξύ τους γυμνασιακό έρωτα, για να θυμηθούν τα παλιά και να ξανασμίξουν…

Δεν ήμουν από αυτές που ανακάλυψαν και / ή ερωτεύτηκαν τον Ράιαν Γκόσλινγκ στο «Ημερολόγιο» του 2004. Ομολογώ ότι ήδη… έκοβα φλέβα γι’ αυτόν χάρη στο αποστομωτικό ντεμπούτο του στον «Πιστό» (2001) και στην… όλα τα λεφτά, δολοφονική παρουσία του στις «Θεωρίες Εγκλήματος» (2002). Οπότε δεν ήταν (μόνο) εξαιτίας αυτού του ωραίου από κάθε άποψη Καναδού ηθοποιού, που εγώ, όπως και πολλά άλλα κορίτσια (και… ρομαντικά αγόρια), όχι απλά ερωτεύτηκα, αλλά αγάπησα εκείνο το – βασισμένο στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Νίκολας Σπαρκς – «Ημερολόγιο», το οποίο, ναι, θα έφτανα στο σημείο να χαρακτηρίσω κλασικό φιλμ για το είδος του.

Ωστόσο, ούτε μία (από όσες είδα) μεταξύ τής μιας που «πρόλαβε» και των πέντε που ακολούθησαν το «Ημερολόγιο» κινηματογραφικές μεταφορές ρομάντζων δια χειρός Σπαρκς (με τους φανατικούς οπαδούς και τους ορκισμένους εχθρούς) δεν μου έκανε… κλικ ή άφησε ίχνη στο θυμικό μου. Γιατί όσο κι αν δεν ήταν εντελώς αποδεσμευμένο από τις αναμενόμενες αδυναμίες και τα κλισέ τού είδους, το «Ημερολόγιο» αφενός αποτελούσε μια αναπάντεχα ρεαλιστική προσέγγιση της γέννησης, της εξέλιξης και της κατάληξης ενός μεγάλου έρωτα στο πέρασμα του χρόνου. Και αφετέρου ήταν προικισμένο και με τέσσερις νεόκοπους ή βετεράνους, χαρισματικούς ερμηνευτές (τους Ρέιτσελ ΜακΆνταμς, Τζίνα Ρόουλαντς και Τζέιμς Γκάρνερ, πλην του Γκόσλινγκ) και με έναν σκηνοθέτη (Νικ Κασαβέτις), που αν και δεν στάθηκε (ακόμα) αντάξιος του σπουδαίου Ελληνοαμερικάνου μπαμπά του, Τζον, έχει τουλάχιστον κληρονομήσει την εξαιρετική του ικανότητα στη διεύθυνση των ηθοποιών.

Δυστυχώς, αυτή «Η Πρώτη Αγάπη» κουβαλάει όλα τα μειονεκτήματα (αδυναμίες και κλισέ) του δακρύβρεχτου ρομαντικού δράματος, χωρίς να διαθέτει, ταυτόχρονα, ούτε ένα από τα πλεονεκτήματα του «Ημερολογίου». Οι Μόναγκαν και Μάρσντεν θα μου πεις, μπορεί να μην είναι μεγάλοι star ή εν δυνάμει μεγάλοι star (όπως ο Γκόσλινγκ, ο Ρίτσαρντ Γκιρ στο «Νύχτες στη Ροδάνθη», ο Τσάνινγκ Τέιτουμ στο «Αγαπημένε μου Τζον» ή η Μάιλι Σάιρους στο «Τελευταίο Τραγούδι»), αλλά κάθε άλλο παρά κακοί ηθοποιοί είναι. Παραγνωρισμένοι αμφότεροι για την ερμηνευτική τους ευελιξία (βλέπε εκείνη στο «True Detective» και εκείνον εύστοχο σε κάθε πιθανό και απίθανο κινηματογραφικό και τηλεοπτικό είδος), λιγότερο ή περισσότερο τυποποιημένοι σε – συνήθως δευτερεύοντες – ρόλους ωραίων, καλών παιδιών, στέκονται και με το παραπάνω στο ύψος των περιστάσεων αυτής της… «Αγάπης». Αδυνατούν, όμως, να σε συνεπάρουν και να σε κάνουν κοινωνό στα πάθη, τα λάθη και τις αλήθειες τους, καθώς τους βάζουν τρικλοποδιά τα συχνά-πυκνά πισωγυρίσματα στον χρόνο, στα γυμνασιακά τους χρόνια. Εκεί όπου οι ήρωές τους, Αμάντα και Ντόσον, ενσαρκώνονται από άλλους ηθοποιούς (Λιμπεράτο και Μπρέισι), που και ελάχιστα τους μοιάζουν φυσιογνωμικά και με το ζόρι 10 χρόνια (ουχί 20) μικρότεροί τους δείχνουν. Το αποτέλεσμα είναι ένα ενοχλητικό μπέρδεμα και αποσυντονισμός, αφού αισθάνεσαι ότι δεν βλέπεις μια ιστορία δύο ανθρώπων, αλλά δύο ιστορίες, τεσσάρων διαφορετικών ανθρώπων!

Επιπλέον, τόσο οι «κακοί» (η οικογένεια του Ντόσον, ο σύζυγος της Αμάντα), όσο και οι «καλοί» (ο θετός πατέρας του Ντόσον, Τακ) είναι τόσο εκνευριστικά, αφελώς μονοδιάστατοι και κοινότοποι, που καταντούν καρικατούρες. Η υποϊστορία με τον κολλητό τού Ντόσον στο τότε και τον γιό εκείνου του κολλητού στο τώρα φαντάζει εκβιαστική και ασήμαντη από μόνη της, αφού έτσι ακροθιγώς που αντιμετωπίζεται στέκει μόνο ως αφορμή για την τελική «ανατροπή». Ανατροπή αχρείαστη και αταίριαστη, η οποία επιπλέον υπονομεύει τα μηνύματα περί δύναμης της αγάπης πέρα από ταξικά σύνορα, αλλά όχι και την πίστη αυτής της ταινίας πως τίποτα σε αυτή τη ζωή δεν είναι τυχαίο. Πίστη βέβαια που, με τη σειρά της, της κοστίζει κάθε επαφή με την οδυνηρά ατακτοποίητη πραγματικότητα. Κι όλα αυτά χαρακτηριστικά τής αφήγησης μιας ιστορίας, που εξελίσσεται τόσο προβλέψιμα, όσο… δεν φαντάζεσαι!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μόνο αν πίνεις νερό στο όνομα του Νίκολας Σπαρκς κι έχεις ξεκοκαλίσει ένα-ένα τα βιβλία του, αυτή η ταινία μπορεί να ξυπνήσει κάτι γλυκό μέσα σου, θέτοντας σε πλήρη αδράνεια τη λογική σου. Διαφορετικά, μόνο… τσαντίλα σε περιμένει, ειδικά αν αντέξεις μέχρι το γλυκανάλατο, εξωπραγματικό τέλος του.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.

ΧΩΡΙΣ ΟΞΥΓΟΝΟ

Στο Μπρούκλιν του 2039, με τη ζωή να έχει σχεδόν εξαφανιστεί εξαιτίας της απώλειας οξυγόνου, μια οικογένεια επιστημόνων έχει βρει τη βιώσιμη λύση να αναπνέει… εντός της οικίας της, για να γίνει στόχος απρόσκλητων επισκεπτών που ή ζητούν τη βοήθειά της για ν’ αναπαράγουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό της ή επιδιώκουν να πάρουν τη θέση της.