FreeCinema

Follow us

STILL ALICE: ΚΑΘΕ ΣΤΙΓΜΗ ΜΕΤΡΑΕΙ (2014)

(STILL ALICE)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρίτσαρντ Γκλάτσερ, Γουός Γουεστμόρλαντ
  • ΚΑΣΤ: Τζουλιάν Μουρ, Άλεκ Μπόλντουιν, Κρίστεν Στιούαρτ, Κέιτ Μπόσγουορθ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Μια 50χρονη καθηγήτρια γλωσσολογίας μαθαίνει πως έχει τη σπάνια πρώιμη μορφή Αλτσχάιμερ και η κατάστασή της επιδεινώνεται ραγδαία. Καθώς η ίδια βλέπει τη σχεδόν τέλεια ζωή της να χάνεται σταδιακά, η οικογένειά της θα πρέπει να μάθει να ζει κι εκείνη με τις καταστροφικές συνέπειες της εκφυλιστικής ασθένειας.

«Καλύτερα να είχα καρκίνο», δηλώνει απελπισμένα η Άλις, μια υπερ-επιτυχημένη, ευφυέστατη, ευτυχισμένη και φαινομενικά υγιέστατη γυναίκα στον σύζυγό της, ο οποίος τη λατρεύει για το πνεύμα, το χιούμορ, την καλλιέργεια και τη φυσική ομορφιά που ακτινοβολεί μέσω της δυναμικής αλλά ευγενούς προσωπικότητάς της. Η διάγνωση πρώιμου Αλτσχάιμερ δεν προκαλεί μόνο σοκ στην ίδια και την οικογένειά της, αλλά και μια τραγική απελπισία για όλα όσα αναπόφευκτα θα χάσει στο άμεσο μέλλον: μνήμη, αναμνήσεις, γνώσεις, λογική, εκφορά λόγου, χαρακτήρα, προσωπικότητα. Για μια ακόμα τόσο νέα γυναίκα, με μια ιδανική ζωή και κάθε λόγο για χαρούμενη προσμονή του μέλλοντος, ναι, ο καρκίνος φαντάζει ως ευνοϊκότερη προοπτική.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Λίσα Τζενόβα και δεν πρόκειται για αληθινή ιστορία, αν και η συγγραφέας έκανε εκτενέστατη επιστημονική έρευνα στο βασικό της θέμα. Ωστόσο, βγάζει με μεγάλη ειλικρίνεια στο προσκήνιο μια πλευρά τής ασθένειας που είναι ελάχιστα γνωστή – και ακόμα «παρεξηγήσιμη». Γιατί το Αλτσχάιμερ, στην πλειοψηφία τού κοινωνικού συνόλου, είναι συνυφασμένο με την τρίτη ηλικία, με τη φυσική νοητική παρακμή του γερασμένου μυαλού, με το αδιάφορα απορριπτικό «ε, μεγάλος άνθρωπος είναι», συχνά μπερδεύοντάς το και με την άνοια. Για παράδειγμα, η τραγική, αληθινή ιστορία της συγγραφέως Άιρις Μέρντοκ έγινε μια υπέροχη ταινία με την Τζούντι Ντεντς στον ομώνυμο ρόλο («Iris», 2001) – και ο κόσμος αναγνώρισε εξαρχής περί τίνος πρόκειται. Σε εκείνες τις – σπανιότερες αλλά πολλές και υπαρκτές – περιπτώσεις, όμως, που η ασθένεια πλήττει νεότερους ανθρώπους στη δημιουργική / προσωπική τους ακμή, το θέμα αποκτά πιο «κλειστόν» χαρακτήρα, στα όρια του taboo και της επιφυλακτικής δυσπιστίας. Αυτό αντιμετωπίζει αρχικά η κεντρική ηρωίδα του βιβλίου και της ταινίας, η καθηγήτρια γλωσσολογίας του Χάρβαρντ, Άλις Χάουλαντ, έχοντας πρώτα να ξεπεράσει τη δική της δυσπιστία με αδιαμφισβήτητες επιστημονικές αποδείξεις, ώστε έπειτα να αντιμετωπίσει τον σύζυγό της, τα τρία ενήλικα παιδιά τους, την αναπόφευκτη απομάκρυνσή της από το Πανεπιστήμιο και τη σταδιακή απομόνωσή της από τον κόσμο και τον ίδιο της τον εαυτό.

Οι Γκλάτσερ και Γουεστμόρλαντ έχουν κάνει μια αξιέπαινη δουλειά τόσο στη σκηνοθεσία όσο και στο σενάριο, αποφεύγοντας «χτυπητά» κλισέ που προσκολλώνται στις ταινίες αυτού του είδους (αν και το δραματικό βιολί τού κατά τα άλλα συμπαθέστατου μουσικού, Ίλαν Εσκέρι, σαν σχεδόν μόνιμο χαλί κάτω από κάθε συναισθηματικά φορτισμένη σκηνή ακούγεται διακριτικά πατροναριστικό). Σαν φόρο τιμής στην ηρωίδα τους, στέκονται με αξιοπρέπεια, σεβασμό και ευαισθησία απέναντι στο ραγδαία εξελισσόμενο δράμα τής ζωής της, εν πλήρη γνώση πως έχουν μια από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς να την ενσαρκώνει. Και κάπου εκεί χάνουν κάποιες απαραίτητες ισορροπίες.

Γιατί η Τζουλιάν Μουρ εκφράζει τόσο ιδανικά και ολοκληρωτικά τα συναισθήματα, τον πόνο, τον πανικό, την απελπισία αλλά και τη γοητεία, την ευφυία, την πνευματική καλλιέργεια, την αξιοπρέπεια της Άλις, που όλα τα υπόλοιπα μέρη της ιστορίας καταφεύγουν στο να αποτελούν απλά εξαρτήματα της μεγαλειώδους ερμηνείας της. Ενώ στο προαναφερθέν «Iris» η πιο πολυβραβευμένη ερμηνεία ήταν αυτή του Τζιμ Μπρόουντμπεντ ως συζύγου της Μέρντοκ, εδώ βλέπεις, αισθάνεσαι, σκέφτεσαι μόνο τη Τζουλιάν Μουρ. Αυτό από μόνο του κάθε άλλο παρά αρνητικό είναι φυσικά, όμως θα ήταν πιθανώς καλύτερο για το συνολικό αποτέλεσμα της ταινίας η ιστορία να ωθούσε λίγο περισσότερο και την πλευρά της οικογένειας. Ο Μπόλντουιν και η Στιούαρτ προσπαθούν να «χωθούν» όσο μπορούν στην ταινία, όμως οι συνέπειες του «χαμού» της Άλις από την πλευρά της οικογένειας δεν γίνονται ποτέ πραγματικά τρισδιάστατες, δεν βλέπουμε παρά μόνο επιφανειακά τον αληθινό, καθημερινό αντίκτυπο, τον πόνο και τις δυσκολίες που φέρνει μια τέτοια ασθένεια στα μέλη της οικογένειας ενός λατρεμένου από όλους ανθρώπου. Μεγαλύτερη «χαμένη» σεναριακά είναι η Μπόσγουορθ, στον ρόλο της μεγάλης κόρης, η οποία θα αποτελούσε μια ενδιαφέρουσα υπο-ιστορία ως θύμα ενός άλλου σκέλους του πρώιμου Αλτσχάιμερ, αυτό της κληρονομικότητας, με τα παιδιά που βγαίνουν θετικά να έχουν 100% πιθανότητες να αναπτύξουν κι εκείνα την ασθένεια σε πρώιμη ηλικία. Εδώ αυτό το νέο ξεπετάγεται γρήγορα με ένα τηλεφώνημα, για να μην επανέλθει ποτέ.

Αυτό το οικογενειακό δράμα είναι σαφέστατα ανώτερο από την άδικη ταμπέλα της «τηλεταινίας» που του έδωσε μεγάλο μέρος της διεθνούς κριτικής, όμως δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια συμπαθής, αξιοπρεπέστατη αλλά, τελικά, μικρού βεληνεκούς ταινία, με μια δυσανάλογα μεγάλη ερμηνεία για τα κυβικά της.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σε αυτή την ταινία πας αποκλειστικά για την Τζουλιάν Μουρ, η οποία πήρε δίκαια το Όσκαρ (και πολλά άλλα βραβεία) πρώτου γυναικείου ρόλου γι’ αυτή την ερμηνεία, μια ακόμα από τις τόσες σπουδαίες της. Επίσης, η θεματική τής ταινίας ήταν σχεδόν αχαρτογράφητη στο σινεμά πριν από αυτή την αξιόλογη προσπάθεια, που ρίχνει κινηματογραφικό φως σε κάτι που ούτε η ευρύτερη κοινωνία πολυγνωρίζει.


MORE REVIEWS

ΣΤΕΝΕΣ ΕΠΑΦΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΑΒΟΛΟ

Στα 1977, ένα βραδινό τηλεοπτικό talk show με θέμα τον εορτασμό του Halloween και καλεσμένους με ειδίκευση στο μεταφυσικό εξελίσσεται με τον εντελώς λάθος και εκτός προγραμματισμού τρόπο σε ζωντανή μετάδοση.

BACK TO BLACK

Η σύντομη πορεία της μουσικής καριέρας της Έιμι Γουάινχαουζ, παράλληλα με προσωπικές στιγμές που την οδήγησαν σε ένα τόσο απότομο και άδοξο τέλος.

GHOSTBUSTERS: Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δαιμονική οντότητα που (πίσω στα 1904) προσπάθησε να κατακτήσει τον κόσμο με στρατιά από φαντάσματα, τρεφόμενη με αρνητικά συναισθήματα ώστε να μειώσει τις θερμοκρασίες στο απόλυτο μηδέν, επιστρέφει στη Νέα Υόρκη του σήμερα για να… το προσπαθήσει ξανά! Who you gonna call?

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΝΕΟΙ

Οι ελπίδες και τα όνειρα μιας χούφτας επίδοξων ηθοποιών του περίφημου Théâtre des Amandiers στο Παρίσι των μέσων της δεκαετίας του ‘80.

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΩΝ

Αμερικανική οικογένεια μετακομίζει σε εξοχική αγγλική έπαυλη, δίχως να λογαριάζει τη φήμη πως το νέο τους σπίτι είναι… στοιχειωμένο εδώ και τρεις αιώνες. Και το φάντασμα του Σερ Σάιμον δεν πολυγουστάρει τους απρόσκλητους επισκέπτες!