ΝΟΜΟΤΑΓΕΙΣ ΤΥΠΟΙ (2012)
(STAND UP GUYS)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φίσερ Στίβενς
- ΚΑΣΤ: Αλ Πατσίνο, Κρίστοφερ Γουόκεν, Άλαν Άρκιν, Τζουλιάνα Μάργκιουλις, Μαρκ Μαργκόλις
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 95’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Μετά από 28 χρόνια φυλακής, υπερήλικας πρώην gangster επιδίδεται σε μία έξαλλη νύχτα επανένωσης με τους παλιούς του… συναδέλφους, γνωρίζοντας ότι ο ένας από αυτούς έχει την εντολή να τον σκοτώσει μέχρι το επόμενο πρωί. Το «Hangover» για την τρίτη ηλικία ή απλά ένα buddy movie για υπερήλικες;
Δυστυχώς, τίποτα από τα δύο. Διότι η ταινία, παρά τις προοπτικές της, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει μια ταυτότητα που θα συνεπάρει το θεατή. Από τη μία πλευρά, υπάρχει ο Ντοκ του Κρίστοφερ Γουόκεν. Είναι εκείνος που επιφορτίζεται με το καθήκον της εκτέλεσης του φίλου του όταν τελειώσει η συμφωνημένη διορία. Με εγκληματική προϊστορία, αλλά έναν κώδικα αρχών και συμπεριφοράς που αντιτίθεται στον πρότερο βίο του, ο Ντοκ προσφέρει ένα χαρακτήρα που δεν ξεφεύγει ούτε στιγμή από την ερμηνευτική περιοχή που έχει οικειοποιηθεί ο Γουόκεν στις τελευταίες δουλειές του. Για την ακρίβεια, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι είναι μια ελαφριά παραλλαγή του χαρακτήρα του ηθοποιού από τους «Επτά Ψυχοπαθείς». Μόνο που πίσω από την αβίαστη ερμηνεία του Γουόκεν δεν κρύβεται καμία επιπλέον έκπληξη.
Από την άλλη πλευρά, ο Βαλ του Αλ Πατσίνο είναι ο τύπος που αποφυλακίζεται ύστερα από 28 χρόνια για να βρει τον παλιό του φίλο και συνεργάτη διατεταγμένο (αλλά καθόλου έτοιμο) να τον εκτελέσει για ένα «λάθος» του παρελθόντος. Αυτό δεν του έρχεται ως έκπληξη, ομολογεί εξάλλου ότι και ίδιος θα δρούσε παρόμοια αν βρισκόταν στη θέση του. Αντιθέτως, παρασέρνει τον Ντοκ σε ένα «έξαλλο» βράδυ, το οποίο περιλαμβάνει ληστεία αυτοκινήτου, «υποβοηθούμενο» σεξ στον οίκο ανοχής μιας παλιάς γνώριμης, την εκδίκηση για μια άγνωστη κοπέλα που βρίσκουν δεμένη και γυμνή στο πορτ μπαγκάζ και την απελευθέρωση από τον οίκο ευγηρίας του τρίτου μέλους της παρέας. Συνηθισμένα πράγματα, δηλαδή. Απλώς όχι αυτά που θα ενέκρινε ο γιατρός.
Περιέργως, ο Αλ Πατσίνο αποφεύγει την καρικατούρα που έχει δημιουργήσει ο ίδιος για τον εαυτό του και παραμένει απρόσμενα συγκρατημένος, παρά τις απιθανότητες του σεναρίου. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει πως ο Βαλ ανήκει στους καλύτερους ρόλους της καριέρας του. Απέχει, όμως, αρκετά από τις υπερβολικές και γκροτέσκες πρόσφατες απόπειρές του, καθώς καταφέρνει κατά στιγμές να εμφανίσει δείγματα ρεαλισμού και (στιγμιαίας) συμπάθειας. Το τρίο συμπληρώνει κατά τη διάρκεια της ταινίας ο Άλαν Άρκιν, σε έναν εγκληματικά παραμελημένο από το σενάριο ρόλο, που δεν του δίνει καν την ευκαιρία να εντυπωθεί στο μυαλό του θεατή και, γενικότερα, αποδεικνύει ότι το κυριότερο πρόβλημα της ταινίας δεν είναι οι ηθοποιοί της αλλά η ίδια η σεναριακή της βάση.
Χωρίς να μπαίνει στον κόπο να εμβαθύνει στους χαρακτήρες, η δράση μεταβαίνει άτσαλα από επεισόδιο σε επεισόδιο, ροκανίζοντας απλά το χρόνο μέχρι το φινάλε. Θεωρητικά, προσπαθεί να καλύψει όλα τα στάδια της επανένωσης μιας παρέας ύστερα από πολλά χρόνια μηδενικής συναναστροφής και, μέσω αυτών, την κριτική του κάθε ρόλου για το παρελθόν του και τις αποφάσεις για το μέλλον (αν υπάρχει). Η αρχική αμηχανία, η νοσταλγία για το παρελθόν, τα απωθημένα της νιότης και οι εσωτερικές ανησυχίες, αν και εμφανίζονται στην οθόνη, ποτέ δε δείχνουν αυθεντικές ή αληθινές. Αντιθέτως, ακολουθούν μια σχηματική και μάλλον διαδικαστική πορεία μέχρι το τέλος (με το κάπως ανοιχτό φινάλε, ωστόσο, να προσφέρει τη μοναδική – περίπου – έκπληξη της προβολής).
Οι «Νομοταγείς Τύποι» δε διαθέτουν αρκετή σπιρτάδα ούτε αρκετό συναισθηματισμό. Δεν είναι αρκετά προκλητικοί αλλά, ταυτόχρονα, δεν καταφέρνουν να μη γίνουν και «μια από τα ίδια». Δεν είναι κακοί αλλά δεν είναι κάτι περισσότερο από αδιάφοροι. Και αυτό, ίσως, είναι χειρότερο.