FreeCinema

Follow us

ΣΙΩΠΗ (2016)

(SILENCE)

  • ΕΙΔΟΣ: Θρησκευτικό Δράμα Εποχής
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάρτιν Σκορσέζε
  • ΚΑΣΤ: Άντριου Γκάρφιλντ, Άνταμ Ντράιβερ, Λίαμ Νίσον, Ταντανόμπου Ασάνο, Ισέι Όγκατα, Σίνια Τσουκαμότο, Γιόσι Όιντα
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 161'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Δύο Πορτογάλοι ιησουίτες ιερείς εισέρχονται παράνομα στη φεουδαρχική βουδιστική Ιαπωνία του 17ου αιώνα αναζητώντας την αλήθεια σχετικά με επιστολικά καρφωμένο για αποκήρυξη των Πιστεύω του μέντορά τους. Τι θα βρουν;

Είμαι άθεη. Απ’ αυτή την άποψη, θεωρώ βάσιμο ότι δεν ήταν οι προσευχές τού Μάρτιν Σκορσέζε που εισακούστηκαν αλλά οι κόποι χρόνων που ευοδώθηκαν, και το μεγαλύτερο απωθημένο του, το σχέδιο της κινηματογραφικής μεταφοράς του γνωστότερου μυθιστορήματος του Σούσακου Έντο, τελεσφόρησε. Bless him – και culpa eius: κατά τη μετάληψή του αυτήν, αναποδογυρίζει το «Η Αποστολή» του Ρόλαντ Τζόφι α λα «Καλά Χριστούγεννα, Κύριε Λώρενς» του Ναγκίσα Όσιμα, ακούσια πραγματοποιώντας harakiri επί τουλάχιστον μία ώρα και παράλληλα, για να μείνουμε στα της ταινίας, υποβάλλοντάς σε στο αργό βασανιστήριο του «anazuri» (κάνεις μια ελάχιστη τομή στο δέρμα του λαιμού και κρεμάς το θύμα σου από τα πόδια, με το κεφάλι κάτω και το αίμα να εκρέει σταδιακά θανάσιμα), όπως το τότε φεουδαρχικό καθεστώς της Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου τους χριστιανούς.

Τι μίανε αυτή τη συνάντηση του κατεξοχήν Αμερικανού καθολικού filmer και του κατεξοχήν καθολικού συγγραφέα της Γης των Χρυσανθέμων στο ίδιο στασίδι, της θρησκείας με την οποία ανατράφηκαν και η οποία με τη σειρά της έθρεψε το έργο τους; Σίγουρα όχι ο καταγγελτικός εξωτισμός που βεβήλωνε το «Kundun», την τελευταία φορά που ο Μάρτι βγήκε για γυρίσματα τόσο έξω από τα νερά τού Ειρηνικού (εκεί το Μαρόκο ντούμπλαρε το Θιβέτ, εδώ η Ταϊβάν την Ιαπωνία). Το τότε (πολιτικά, κυρίως) ακάνθινο… θέμα της καταπίεσης των θρησκευτικών δικαιωμάτων δεν τίθεται – ο Έντο κι η ίδια η Ιστορία (η βία είναι η μαμή της) δικαιολογούν δίνοντας άφεση στους διώκτες στον θώκο κι ο auteur είναι πια πολύ έμπειρος για να υποπέσει στο δις εξαμαρτείν. Αλλά ο Σκορσέζε, παρότι απεικονίζει υποδειγματικά τη βιωμένη εξαθλίωση του αιρετικού πόπολου, αφήνει εκτός πανιού το παράλληλο σκίτσο τού – μια απ’ τις δεξιοτεχνικότερες συνιστώσες τού βιβλίου – υπεύθυνου γι’ αυτήν ταξικού χάσματος που διασφαλίζει η εξουσία των Σογκουνάτων. Είναι εμφανής κι ο σεβασμός στη φροντίδα της αναπαράστασης του milieu της περιόδου, θαρρείς με έναν από τους Θεούς τού auteur, τον Κουροσάουα, να καθοδηγεί σαν αγαθό kwaidan σε χωμάτινο έγχρωμο τον Ροντρίγκο Πριέτο στο κάδρο; Hai, αλλά το less is more δόγμα στο design, φυσικά υπαγορευμένο από την ίδια τη φυσιογνωμία της χώρας 4 αιώνες πριν, εμποδίζει τον θεατή να εισχωρήσει στο σύμπαν της όταν η μυθοπλασία σύντομα περνάει (και περνάει αδικαιολόγητα επί μακρόν) στο φόντο.

Της βλασφημίας προηγείται, θυμίζοντας φτωχοδιάβολους σε ταινίες εποχής του δασκάλου Ακίρα, ο Κισίτζιρο, lumpen εκπατρισμένος σχιστομάτης που στη ζούλα θα μπάσει τους δύο παπάδες στην terra incognita (τους / του Σκορσέζε), και αποτελεί τον οιωνό και το ποιητικό αίτιο της δοκιμασίας που μέλλεται στον πιο προς μακροημέρευση έναν τους, καθώς ξεγλιστρώντας απ’ τη διακριτή λογοτεχνική του φιγούρα εδώ άγεται και φέρεται ως παρουσία (εμφανίζεται, χάνεται, επανεμφανίζεται σημαδιακά κατά τις βολές της πλοκής) αλλά και ως τύπος (στα όρια του ελαφρώς ιλαρού). Έπεται κάτι πιο βέβηλο: η ρύμη του πρώτου μισού και βάλε ανεβαίνει κουραστικά έναν μικρό Γολγοθά τεστάροντας το zen τού θεατή, μεταξύ της ρουτίνας στην ξερά pastoral κρυψώνα των ξένων προσηλυτιστών, της για τον φόβο των Ιουδαίων (που λέει ο λόγος) προσέγγισής τους με τους ντόπιους ασπασμένους το δόγμα τους, της αναπόφευκτης καμπής (βλέπε «στράβωμα») που θα διχάσει ποίμνιο και ταγούς (και το μέσα του καθενός) ελέω των άγριων διώξεων που υφίστανται και θα τους φέρει αμετάκλητα αντιμέτωπους με τις πεποιθήσεις και το αύριό τους. Με το voice-over να ψέλνει αραιά εξυπηρετικά, και τις προσωπικές στιγμές των ιεραποστόλων με τον Ύψιστο να αδυνατούν να επιφέρουν τη λύτρωσή σου.

Εδώ είναι που το μαρτύριο και η μαρτυρία (οι αγγλικές λέξεις «martyrdom» και «testament» θα στήριζαν δύο λογοπαίγνια εδώ) της εγνωσμένης αντίστασης του έθνους των samurai στην κινηματογράφηση από έναν yankee gaijin προηγείται ακούσια, ανεπιθύμητα του κεντρομοτίβου τού Έντο, το οποίο ο Σκορσέζε θα αναγκαστεί να θέσει επί τάπητος επίσης ρητά αλλά πιο υποφερτά, στην καλύτερη στιχομυθία τού φιλμ, λίγο αργότερα: η Ιαπωνία θα πολεμήσει οποιονδήποτε αλλοδαπό επιχειρήσει να την αλλάξει και θα τον καταβάλει, σκοτώνοντας ή παίρνοντάς τον με το μέρος της. Όπερ και εγένετο. Αυτή η δυτική ματιά στον τρόπο σκέψης και τους τυπικούς ή άτυπους θεσμούς των σχιστομάτηδων ωχριά τόσο (ως filmmaking) μπρος στο σεπτά έξοχο «Γράμματα από το Ίβο Τζίμα» του Κλιντ Ίστγουντ όσο (ως αφήγηση) και μπρος σε γυαλιστερά αλλά με το κατιτίς τους έπη όπως τα «Αναμνήσεις μιας Γκέισας» του Ρομπ Μάρσαλ και «Ο Τελευταίος Σαμουράι» του Έντουαρντ Ζούικ, ακόμη κι αν το katana της αρχίσει να σου παίρνει τα μυαλά στο δεύτερο μισό. Σωστά ο Σκορσέζε έχει εξορ(κ)ίσει έναν οιονεί εσωτερικό μονόλογο τού προεξάρχοντος ρασοφόρου περί τον Ιούδα, αφού ένα συγκεκριμένο πρόσωπο του δράματος που θα αποδειχθεί ο εδώ Ισκαριώτης γίνεται πρώτο, και πιο εξπρεσιονιστικά απ’ οποιοδήποτε άλλο, ο αδύναμος ενσαρκωτής της προδοσίας του λόγου και των Ευρωπαίων απεσταλμένων του Θεού. Ο Διάβολος και η αμφιβολία, λυδία λίθος για την επιβεβαίωση και τη διατράνωση της πίστης («Ο Τελευταίος Πειρασμός» εννοείται ότι προτείνεται ανεπιφύλακτα για ένα ιδεατό double feature), θα αναδείξει κάποια στιγμή και τον αδέκαστο μα αρνητή μαθητή Πέτρο αυτού του Ευαγγελίου, που αρχίζει να φαντάζει Αγία Τράπεζα αφής στιγμής ο Λίαμ Νίσον κατέβει, στην καλύτερη στιγμή του εδώ και χρόνια, απ’ τον άμβωνα.

Συναρπαστικά χειροτονημένο σε pas de deux και συνειδησιακή… δράση, σχεδόν όλο το τελικό 45λεπτο αναβαπτίζει, έναντι του εξαιρετικού jap ensemble, ακόμη και τον φάτσα κάρτα διανομή και εντελώς «έξω» στα πορτογαλικού αξάν αγγλικά του (άμωμος εν προκειμένω ο Ντράιβερ, που ακολουθεί τη μοίρα της γραμματολογικής περσόνας του) Γκάρφιλντ. Έναν ηθοποιό άνευ γκάμας, που σε ρόλους με έμφυτα στοιχεία του (η αφέλεια, το αθώο τσαγανό, το δειλό χιούμορ, όπως στο συγκριτικά ερεθίζον για μια ακόμα θέαση – καπάκι «Αντιρρησίας Συνείδησης») πείθει, αλλά όταν καλείται να κοινωνήσει κάτι σύνθετα ανώτερο, όπως εδώ, εκτίθεται ως απρόσφορος. Το τέλος δε, αφηγηματικά ανταμείβον μολονότι δραματουργικά κατηχητικό, γίνεται το αντίδωρο αυτού του προσκυνήματος στο Holy Ghost του Έντο, αντίδωρο το οποίο όχι με το κήρυγμα αλλά με την επί μακρόν ανικανότητά του να πιστοποιήσει ότι υπάρχει η πιθανότητα Δευτέρας Παρουσίας του στο σινεμά κοίμισε την ενορία μου στη… σιωπή. Για να πει τι; Ότι η σιωπή διασώζει τον νικημένο, ακόμη κι αν μόνο σιωπή είναι ό,τι έχει εισπράξει από το Υπέρτατο Ον στον ευσεβή πόθο του για αποδείξεις της ύπαρξής Του που θα χαλυβδώσουν τον αγώνα του για Εκείνο. Και στη σιωπή αυτή, αν δεν λάβει ανταπόκριση, μπορεί να απαντήσει ο ίδιος κατεβάζοντας, ώστε να άρει τα ανομήματά του, τον Κύριό του στα μέτρα του. Καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν. «… το πρόσωπό σου… μου έδωσε ζωή… το πολυτιμότερο πράγμα στον κόσμο ζούσε μέσα στην καρδιά μου», που γράφει κι ο Σούσακου-τσαν, υπέρμαχος εν κατακλείδι της αγάπης και του ελέους για τον άνθρωπο. Αμαρτία εξομολογημένη ουκ έστιν αμαρτία, λένε. Ώσπου να παραδεχτεί ο Σκορσέζε τη δική του, το φραγγέλιο απ’ εδώ. Αλλά εντάξει, ουδείς άσφαλτος. Ακόμη κι ένας… Δημιουργός.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Must για τους εκκλησιαζόμενους γενικά και τους λαϊκούς ακολούθους του master ειδικά (οι ακραιφνείς εικονολάτρες του δεν θα βρουν τη βασιλεία των ουρανών), που όμως ενδέχεται να αφοριστούν από το λιβανιστήρι στις καταστάσεις κατά τον όρθρο. «Σταύρωσον, σταύρωσον αυτόν», θα ακουστεί από τους φονταμενταλιστές multiplexάδες. Οι πιο κουλτουριάρηδες δεν θα περάσουν «Τα Πάθη του Χριστού», όμως ίσως αισθανθούν γνήσια κατάνυξη μόνο κατά τον εσπερινό. Και η σέκτα του asian μπορεί να πιει το ποτήριον τούτον – αλλά μετά ίσως πάει για μετάνοιες.


MORE REVIEWS

ΑΓΡΙΑ ΦΥΣΗ

Ολιγοήμερο ταξίδι εταιρικού bonding σε απομονωμένο hiking retreat αυστραλέζικου εθνικού πάρκου καταλήγει σε θρίλερ, με την εξαφάνιση μιας γυναίκας η οποία (διόλου συμπτωματικά;) λειτουργούσε ως πληροφοριοδότης για λογαριασμό ομοσπονδιακών πρακτόρων. Υπάρχει χρόνος για να βρεθεί ζωντανή ή μήπως πρόκειται για ένα καλοστημένο σχέδιο δολοφονίας;

ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΔΕΣΜΟΣ

Στο μεγάλο «πουθενά» του Νέου Μεξικού, κάπου στα ‘80s, η Λου, επιστάτρια ενός βουτηγμένου στην τεστοστερόνη γυμναστηρίου, θα ερωτευθεί την Τζάκι, μια bodybuilder περαστική από τα μέρη εκείνα, που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, μα ονειρεύεται περισσότερα μούσκουλα και δόξα. Γύρω τους, όμως, συγκεντρώνονται αρκετά… πτώματα και χρέη παλιά κι αλύτρωτα.

ΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ

Όταν έπειτα από έλεγχο αλκοτέστ του αφαιρείται το δίπλωμα οδήγησης, ο Μαρκ οφείλει να περάσει από μια σειρά ιατρικών και ψυχολογικών σεμιναρίων αξιολόγησης, εάν επιθυμεί να το πάρει ξανά πίσω. Το αληθινό πρόβλημα του Μαρκ, όμως, δεν είναι η προσωρινή απώλεια του διπλώματός του, αλλά η μη συνειδητοποίηση της κατάστασης την οποία βιώνει ως… αλκοολικός.

ΕΓΩ, ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ

Δύο έφηβα αγόρια ξεκινούν από το Ντακάρ της Σενεγάλης κυνηγώντας το όνειρο της καλύτερης ζωής στην Ευρώπη. Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιταλία, να εύχεσαι να μην είναι μακρύς ο δρόμος.

ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΟΠΛΟΙΟ

Η καθημερινότητα στο πλωτό κέντρο φροντίδας πασχόντων από ψυχικές διαταραχές «Adamant», το οποίο βρίσκεται δεμένο σε προβλήτα του Σηκουάνα στο Παρίσι.