ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΓΥΡΟΣ (2023)
(SECOND TOUR)
- ΕΙΔΟΣ: Πολιτική Σάτιρα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλμπέρ Ντιποντέλ
- ΚΑΣΤ: Σεσίλ ντε Φρανς, Αλμπέρ Ντιποντέλ, Νικολά Μαριέ, Κατρίν Σαούμπ-Αμπκαριάν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 95'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Επιστρέφοντας στις επάλξεις του πολιτικού reportage, έπειτα από υποχρεωτική εξορία στην αθλητικογραφία, ανεξάρτητη δημοσιογράφος αναλαμβάνει να καλύψει την προεκλογική εκστρατεία ενός εκ των δύο επικρατέστερων υποψηφίων των επικείμενων γαλλικών προεδρικών εκλογών. Η έρευνά της για τον γόνο πλουσιοτάτης οικογενείας μεσιέ Μερσιέ βγάζει λαβράκι, όμως, τα συμφέροντα είναι πολλά και αντικρουόμενα.
Ο Αλμπέρ Ντιποντέλ είναι ο χειρότερος σύγχρονος Γάλλος «auteur»! Μου μοιάζει ακατανόητο πως ένας σκηνοθέτης με τέτοιο σερί ταινιών (που ξεκινά από το ανεκδιήγητο «Bernie» του 1996, με μικρή εξαίρεση ανάμεσά τους το «Ραντεβού Εκεί Ψηλά» του 2017) χαίρει τόσης εκτίμησης στην πατρίδα του, σε σημείο, μάλιστα, τα φιλμ του να φορτώνουν ένα σωρό υποψηφιότητες και νίκες στα εκάστοτε βραβεία César. Τούτος ο «Δεύτερος Γύρος» δεν λαθεύει, παραμένοντας το ίδιο κακός με το αμέσως προηγούμενο εγχείρημά του.
Συνεχίζοντας την παράδοση του «Αντίο, Ηλίθιοι» (2020), που τον θέλει ν’ αφιερώνει «κάπου» το έργο του, ο Ντιποντέλ αποτίνει εδώ φόρο τιμής στους… Μπερτράν Ταβερνιέ, Ζαν-Πολ Μπελμοντό και Μισέλ Ντεβίλ! Όχι, όμως, επειδή αυτοί οι τρεις τον επηρέασαν στο συγκεκριμένο, αλλά επειδή… πέθαναν πρόσφατα – και τέτοια συγκινητικούλια δεν έβλαψαν ποτέ κανέναν! Διότι, εάν το θέμα ήταν οι επιρροές, τότε ο Τέρι Τζόουνς και ο Τέρι Γκίλιαμ των «Ηλιθίων» θα έπρεπε σήμερα να έχουν παραχωρήσει τις θέσεις τους στον Χαλ Άσμπι του «Να Είσαι Εκεί, κύριε Τσανς» (1979) και (ίσως) στον Τζιν Γουάιλντερ του «Αρχίστε την Επανάσταση Χωρίς Εμένα» (1970). Εδώ ήρθαμε, δηλαδή, πάμε… να φύγουμε!
Το στόρι περιστρέφεται γύρω από έναν μυστηριώδη λεφτά που έχει φτάσει να θεωρείται ως ο επικρατέστερος νικητής των προεδρικών εκλογών, πλασάροντας τον εαυτό του ως αριστερίζοντα νεοφιλελεύθερο, με αληθινό στόχο να καταργήσει τα προνόμια του χρήματος μέσω μιας αληθινά πράσινης επανάστασης! Τα οικονομικά συμφέροντα που εξαρχής τον αγκάλιασαν και τον προώθησαν, όταν αντιλαμβάνονται τι πάει να παιχτεί σε περίπτωση νίκης του, στρέφονται ολοφάνερα εναντίον του, προσπαθώντας να τον βγάλουν από τη μέση. Εκεί έρχεται η άτεγκτη δημοσιογράφος της τηλεόρασης, η οποία εγκαταλείποντας με ανακούφιση το απεχθές ποδοσφαιρικό reportage κι έχοντας το πλεονέκτημα να γνωρίζει τον υποψήφιο από τα κοινά τους σχολικά χρόνια (σε μια υποπλοκή… ορισμός του ό,τι να ‘ναι!), δεν κωλώνει μπροστά σε τίποτα, ψάχνοντας μεταξύ άλλων ν’ ανακαλύψει (επιτέλους) από που κρατά η σκούφια του. Το ένοχο μυστικό από το παρελθόν το οποίο και θα εντοπίσει είναι από εκείνα που καταστρέφουν καριέρες. Εν προκειμένω, όμως, μπορεί και να του την σώσει.
Αυτό που αρχικά μοιάζει με συνωμοσιολογικό πολιτικό θρίλερ, εξελίσσεται σταδιακά σε κάτι που φέρνει προς παρωδία, πριν βυθιστεί σε μία άνευ προηγούμενου ιδεολογική σύγχυση, μπλέκοντας «μεσσίες» των οικονομικών, αριστερές πρακτικές, οικολογικές ανησυχίες και επαναστατική δημοσιογραφία, με κομμουνιστικά φαντάσματα, σοβιετικούς πράκτορες, οικογενειακά σκάνδαλα και… μελισσοκομία! Η σεναριακή ασυναρτησία δένει άψογα με τη φτώχεια της παραγωγής σε όλα τα επίπεδα (κάτι που είχε επισημανθεί και στους «Ηλίθιους»), με τις ωσάν βγαλμένες μέσα από παραμυθένιο όνειρο flashback σκηνές (ειδικότερα) να έχουν τα πιο αδέξια CGI της πρόσφατης εσοδείας (εκείνη, δε, με τον αετό που βουτά στο ποτάμι τόσο «συμβολικά», εκτός από χάλι μαύρο από τεχνικής πλευράς, σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι και τι θέλει να πει ο ποιητής!).
Ο ανόητος ανθρωπισμός εναλλάσσεται μ’ έναν πολιτικό προβληματισμό επιπέδου κατώτερου ακόμη κι από μέτριας σύνθεσης Βουλή των Εφήβων (λες και προκόψαμε κι από τους ενήλικες…), με την αυταρέσκεια του Ντιποντέλ να χτυπά ταβάνι, κινηματογραφώντας τον εαυτό του ως τον σοφό καθημερινό τύπο που έτυχε να πιάσει την καλή, όντας έτοιμος να συνθλίψει με μια σειρά από αυτοεκπληρούμενες προφητείες τα συμφέροντα που επί σειρά ετών τον έθρεψαν, μιας και η απληστία (τους) στέκει ως η υπέρτατη αμαρτία. Η λαϊκίστικης προσέγγισης «πολιτική ορθότητα» βγάζει μάτι, ενίοτε βαδίζοντας σε επικίνδυνα ιδεολογικά μονοπάτια, καθώς μέσα στα λίγα πολιτικά που ακούγονται φαίνεται πως η ευόδωση των σχεδίων του κάτι ανάμεσα σε Σιράκ (από πλευράς χειρονομιών) και Μακρόν (από πλευράς κοστουμιών) υποψηφίου Μερσιέ δε συμβαδίζει και τόσο με τις δημοκρατικές κοινοβουλευτικές αρχές.