SEARCHING (2018)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Θρίλερ Μυστηρίου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ανίς Τσαγκάντι
- ΚΑΣΤ: Τζον Τσο, Σάρα Σον, Μισέλ Λα, Τζόζεφ Λι, Ντέμπρα Μέσινγκ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 102'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Πατέρας βρίσκεται σε απόγνωση όταν συνειδητοποιεί πως η 16χρονη κόρη του έχει εξαφανιστεί. Μπορεί το laptop της να τον οδηγήσει στη λύση του μυστηρίου;
Είναι ένα σατανικό σχέδιο του Χόλιγουντ, να μας κάνει να συνηθίζουμε στην ιδέα της παρακολούθησης ολόκληρης ταινίας μέσα από την (υποτιθέμενη) οθόνη ενός οικιακού υπολογιστή; Να μετατρέπει σταδιακά το θέαμα της μεγάλης οθόνης σε κάτι που μπορεί να χωράει (χωρίς να μας ενοχλεί, πλέον) στις λιγοστές ίντσες ενός όποιου laptop, tablet ή (πόσο ξεφτίλα!) ακόμη και ενός κινητού τηλεφώνου; Κι αν κάποια στιγμή δοκιμάστηκε σαν «πείραμα», είναι ανάγκη να το κάνουμε trend; Προφανώς, διαφορετικά θα ξεχαστεί ο σκοπός…
Πάντως, για μια φορά, όντως πέτυχε. Το 2015, με το θρίλερ τρόμου «Unfriended» (2015), στο οποίο μια παρέα φίλων «συναντιέται» σε ένα chat room υπό την απειλή του… account νεκρής συμμαθήτριάς τους που αυτοκτόνησε όταν κάποιος διέρρευσε διαδικτυακά βιντεάκι που την εξέθετε ανεπανόρθωτα. Έχουν υπάρξει και άλλα φιλμ που επιχείρησαν να εισαγάγουν τον interactive κόσμο των social media και τον εθισμό της συνεχούς σύνδεσης με το διαδίκτυο ως θεματολογία (προβληματισμού) στο σινεμά, από το «Men, Women & Children» (2014) μέχρι το φετινό «Assassination Nation», όμως στην περίπτωση του «Unfriended» όλη η δράση επί της οθόνης έμοιαζε με υποκειμενικό του θεατή απέναντι σε monitor υπολογιστή, κάτι που παραδόξως λειτουργούσε και, σαν εύρημα, κέρδιζε τις εντυπώσεις, ειδικά για το genre των ταινιών τρόμου που δεινοπάθησε από τη μάστιγα των «found footage» ταινιών. Το «Searching» πατάει εξολοκλήρου πάνω στην ίδια ιδέα οπτικοποίησης, χάνοντας έτσι οποιοδήποτε ίχνος πρωτοτυπίας, πόσω μάλλον αφήνοντας την υποψία πως όλο αυτό κάπου θα το ξαναδούμε σύντομα, ξανά και ξανά…
Η εισαγωγή, έστω, είναι έξυπνη. Παρακολουθούμε, παράλληλα με την εξέλιξη των διαδικτυακών μέσων και των trends που έφεραν μαζί τους, το μεγάλωμα της οικογένειας του ζεύγους των Κιμ και της μικρής τους κόρης Μάργκο. Η οθόνη ενός υπολογιστή αντικαθιστά το παλιομοδίτικο φωτογραφικό album και συγκεντρώνει κάθε μορφής υλικό αναμνήσεων. Κυριαρχεί η πορεία ενηλικίωσης της κόρης αλλά και η αντίστροφη μέτρηση της κατάστασης της υγείας της μητέρας της, μέχρι τον αναπόφευκτο θάνατο από καρκίνο. Στο φιλμικό παρόν, ο Ντέιβιντ Κιμ επιβλέπει… αποκλειστικά εξ οθόνης τη 16χρονη κόρη του, η οποία εμφανίζεται μονάχα από το laptop του, μέσω online κλήσεων, αν όχι κάποιων βιαστικών messages στο Skype. Ένα βράδυ, ενώ εκείνος κοιμάται, η Μάργκο θα επιχειρήσει να τον καλέσει τρεις φορές, χωρίς να καταφέρει να μιλήσει μαζί του. Το επόμενο πρωί, ο Ντέιβιντ θα αργήσει να καταλάβει πως κάτι δεν πάει καλά, αφήνοντάς της μηνύματα στα οποία εκείνη δεν απαντά ποτέ.
Ο πανικός τον κυριεύει όταν συνειδητοποιεί πως δεν ξέρει πού να απευθυνθεί. Θα πάρει τον αδελφό του, που είναι η μεγάλη συμπάθεια της Μάργκο από το σόι της, θα πάρει τη δασκάλα του πιάνου, θα ψάξει να βρει συμμαθητές της ή τους γονείς τους, χωρίς να έχει πραγματική επαφή με κανέναν τους, πια (εξαιτίας της «απομόνωσης» που βίωσε όσο η γυναίκα του πάλευε με τον καρκίνο στην κλινική). Μετά από μερικές άκαρπες ώρες αγωνίας, καταλαβαίνει πως πρέπει να δηλώσει εξαφάνιση στις Αρχές. Και το laptop της κόρης του είναι η μόνη ελπίδα για ν’ ανακαλύψει τι έχει συμβεί.
Ενώ το «Unfriended», λεπτό προς λεπτό, έπειθε και δημιουργούσε μια ατμόσφαιρα έντασης και τρόμου, το «Searching» γίνεται σταδιακά ολοένα και πιο αστείο, στην απόπειρά του να ισορροπήσει μεταξύ δράματος και θρίλερ μυστηρίου, με όχημα τα μυστικά ενός… browser! Μονίμως «εγκλωβισμένος» στα όσα βρίσκει ο Ντέιβιντ στον υπολογιστή της κόρης του (έως και μέσω των καμερών που έχει εγκαταστήσει στο σπίτι του για να ξεμπροστιάσει ένα πρόσωπο που υποψιάζεται πως έχει ανάμειξη), ο θεατής μπορεί να φανταστεί από σχετικά νωρίς ποιος εμπλέκεται στο «κλου» ανατροπής της ιστορίας, να βαρεθεί τη ζωή του ή ν’ αρχίσει να θυμώνει και με τις απιθανότητες της εξέλιξης, οι οποίες φέρουν και ίχνη συντηρητισμού όσον αφορά τις «παγίδες» του internet.
Το φινάλε είναι πραγματικός κλαυσίγελος, σε σημείο να θέλεις να γίνεις επιτόπου YouTuber και να ανεβάσεις βιντεάκι που θα τρολάρει το περιεχόμενο αυτής της ταινίας, η οποία δεν βγάζει σχεδόν κανένα νόημα ως σύλληψη, όσο και να την «ψάξεις» (#diplhs). Φιλμικό log off, κανονικά.