ΑΙΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ (2015)
(SANGUE DEL MIO SANGUE)
- ΕΙΔΟΣ: Ιστορικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάρκο Μπελόκιο
- ΚΑΣΤ: Πιέρ Τζόρτζο Μπελόκιο, Άλμπα Ρορβάκερ, Φάουστο Ρούσο Αλέσι, Ρομπέρτο Ερλίτσκα
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS
Δύο ιστορίες με διαφορά αιώνων διαπλέκονται μεταξύ τους σε μια σχέση ανεξίτηλης χρονικότητας, με αφετηρίες την περίοδο της Ιεράς Εξέτασης και τη σύγχρονη εποχή, με επίκεντρο ένα μοναστήρι στη μικρή ιταλική πόλη του Μπόμπιο.
Ακολουθώντας γνώριμα μονοπάτια και μένοντας πιστός στις sui generis δημιουργίες του, ο Ιταλός Μάρκο Μπελόκιο επιστρέφει έστω καθυστερημένα στις ελληνικές οθόνες με την ταινία «Αίμα από το Αίμα μου», ένα ακόμη χαρακτηριστικό δείγμα μιας πολυετούς καριέρας που δεν χωράει σε καλούπια, ούτε και επιδέχεται οριοθετήσεις είδους, ένα σινεμά άμεσα συνυφασμένο με την ανθρώπινη ιστορικότητα και τις αιώνια αλληλένδετες πτυχές του χρόνου.
Το σινεμά του Μπελόκιο είναι ένα σινεμά αισθημάτων με το σενάριο και την αφήγηση να εξυπηρετούν συνήθως «συμβολικούς» σκοπούς, περισσότερο εξυπηρετώντας τον συναισθηματισμό των εικόνων και λιγότερο τη λογική χρονική αλληλουχία των σκηνών, που έτσι κι αλλιώς διακατέχονται από τον ποιητικό αισθαντισμό μιας άλλης εποχής. Δίχως να ξεφεύγει από την ιδιαίτερη φιλμογραφία του Μπελόκιο, τούτο το φιλμ αποτελεί ξεκάθαρα μια ακόμη κατάθεση της… δικής του art-house σχολής.
Η ταινία τοποθετείται χρονικά (και σε πρώτη φάση) στην περίοδο του Μεσαίωνα. Ο Φεντερίκο, ένας νεαρός στρατιώτης, καταφτάνει σε ένα μοναστήρι της ιταλικής πόλης Μπόμπιο προκειμένου να διερευνήσει τους λόγους για τους οποίος ο δίδυμος αδελφός του, ένας αφοσιωμένος και ευσεβής καθολικός ιερέας, αυτοκτόνησε. Στην προσπάθειά του να μεταπείσει τον επικεφαλής του μοναστηριού, Πατέρα Καπουτσιότι, πως ο αδελφός του δεν πρέπει να ταφεί σε ανίερο έδαφος παρά την «ενοχή» του λόγω αυτοχειρίας, ο Φεντερίκο θα γνωρίσει από κοντά την πέτρα του σκανδάλου, μια όμορφη εκπεσούσα καλόγρια που κατηγορείται πως συνεργάστηκε με τον Διάβολο προκειμένου να σαγηνέψει τον άτυχο άνδρα. Με την ίδια να υποβάλλεται σε τρεις «ιερές» δοκιμασίες προκειμένου να αποδειχθεί η αθωότητα (μέσω της ομολογίας) ή η ενοχή της, ο Φεντερίκο θα βρεθεί διχασμένος ανάμεσα στη σωτηρία μιας γυναίκας που ποθεί και στην υστεροφημία του αδελφού του. Άλμα αιώνων (!) ακολουθεί και βρισκόμαστε στο σήμερα. Ένας κρατικός αξιωματούχος αναλαμβάνει να βοηθήσει έναν Ρώσο μεγιστάνα να αγοράσει το ίδιο μοναστήρι (αρχαίο αξιοθέατο πια) προκειμένου να το μετατρέψει σε… πεντάστερο ξενοδοχείο, μόνο για να διαπιστώσει πως αυτό κατοικείται από τον ιδιόρρυθμο Κόμη, έναν ηλικιωμένο ερημίτη που έχει εξαφανιστεί εδώ και οκτώ χρόνια, αλλά ζει απομονωμένος στο πιο κεντρικό σημείο του Μπόμπιο χωρίς κανείς να έχει την παραμικρή ιδέα, με τις φήμες να λένε ότι πρόκειται για… βρικόλακα.
Ξεκινώντας ως ταινία εποχής, το νέο φιλμ του Μπελόκιο δεν αφήνει την πραγματική του ταυτότητα να φανεί παρά μόνο στο δεύτερο μισό, όταν η «μεταφορά» στο παρόν γίνεται ξαφνικά και χωρίς καμία σεναριακή προειδοποίηση. Υπάρχουν στοιχεία που συνδέουν κινηματογραφικά το εγχείρημα του Ιταλού δημιουργού, διαποτίζοντάς το με την ιδέα μιας κοινής χωρικά δράσης, καθιστώντας ξεκάθαρη την προσπάθειά του να συνενώσει τη δράση αυτή μέσα από τη χρήση του χρόνου ως είθισται, δηλαδή ως αφηγηματικό μέσο. Η χωροχρονική ταύτιση των δυο ιστοριών εξυπηρετεί σε μεγάλο βαθμό και μια υποστηρικτική λειτουργία που «απεγκλωβίζει» τον θεατή από το σοκ της παράλειψης αιώνων χάριν αφηγηματικής οικονομίας, με το μοναστήρι να παραμένει κεντρικό σημείο «επαφής», τη στιγμή που η επανεμφάνιση των ίδιων ηθοποιών στο δεύτερο κομμάτι της ταινίας, αλλά και η μουσική επανάληψη της χορωδιακής εκτέλεσης του… «Nothing Else Matters» των Metallica (!), υπερτονίζουν την επιδίωξη του Μπελόκιο για μια ταινία πανανθρώπινου περιεχομένου και οικουμενικών διαστάσεων.
Προσανατολισμένο περισσότερο σε ένα κοινό που δεν αναμένει επιτακτικά απαντήσεις σε σεναριακά ερωτήματα που μπορεί να εγερθούν κατά τη διάρκεια θέασής του, το «Αίμα από το Αίμα μου» είναι ένα φιλμ με σαφή διάθεση για ενδοσκοπική διερώτηση και «ελεύθερη» ανάγνωση, κάτι που ταυτόχρονα αποτελεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα αλλά… και μειονέκτημά του. Αν κάποιος δεν είναι γνώστης του σινεμά του Μπελόκιο, σίγουρα θα «την πατήσει» με τη μη προφανή ένταξή της σε κάποια συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος, αφού η ταινία δεν στέκει ούτε ως «καθαρό» φιλμ εποχής, ούτε ως ιστορικό δράμα. Μπολιασμένο με δόσεις καυστικού χιούμορ και, ανά στιγμές, με μια ανάλαφρη διάθεση καταγραφής της ανθρώπινης Ιστορίας μέσω του πανδαμάτορα χρόνου, το εν λόγω φιλμ αδιαφορεί εντελώς για τις σεναριακές συμβάσεις, επιλέγοντας τοποθεσίες και πρόσωπα – σύμβολα προκειμένου να διηγηθεί κάτι που ξεπερνά τελικά σε διάσταση ακόμα και τον ίδιο τον άνθρωπο. Στην τελική, δεν είναι τυχαίο πως το Μπόμπιο, γενέτειρα του Μπελόκιο, αποτελεί το κέντρο του κόσμου (του), ούτε και το γεγονός πως η «ιδιότητα» του Κόμη ως βαμπίρ συνιστά – μεταφορικά και κυριολεκτικά – μια αποδεκτή συνθήκη μέσω της οποίας το παρελθόν συνδέεται αυτόματα με το παρόν, σαν ο Κόμης Μπάστα να αποτελεί τη συμπύκνωση όλων των ανθρωπίνων γενομένων από απαρχής κόσμου.