ΜΠΑΝΤΙ: Ο ΡΟΚ ΣΤΑΡ (2016)
(ROCK DOG)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ας Μπράνον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Ο Μπάντι είναι ο νεαρός διάδοχος του θρόνου μιας φυλής θιβετιανών Μαστίφ, όμως ονειρεύεται να γίνει μουσικός. Όταν ένα ραδιόφωνο πέφτει από τον ουρανό, ο Μπάντι αποφασίζει να κυνηγήσει το όνειρό του, μπλέκοντας σε απίστευτες περιπέτειες.
Αυτό το 3D animation, ανεξάρτητο προϊόν… κινεζο-αμερικανικής συνεργασίας βασισμένο στο graphic novel «Tibetan Rock Dog» του Ζενγκ Τζουν από το 2009, έκανε την επίσημη πρεμιέρα του στον δυτικό κόσμο τον περασμένο Οκτώβρη στο Φεστιβάλ Λονδίνου (και ως FREE CINEMA ήμασταν εκεί), και από τότε οι προσδοκίες για το μεγάλο του άνοιγμα… βουβάθηκαν επικίνδυνα, αλλά μάλλον δικαιολογημένα (στη συνέχεια πάτωσε στα αμερικανικά ταμεία).
Ως ταινία κινουμένων σχεδίων για πολύ συγκεκριμένο ηλικιακό target group, περίπου 8 – 12 ετών, δεν είναι καθόλου κακή. Όλα τα μηνύματα περί οικογένειας, φιλίας και αυτοπεποίθησης στο να κυνηγήσεις τα όνειρά σου υπάρχουν εδώ και, παρότι κάπως αφελώς και επιφανειακά γραμμένα, δεν προσβάλλουν τη νοημοσύνη του παιδικού κοινού. Επιπλέον, έχει τον χαρακτήρα του Άνγκους, της γάτας – ινδάλματος του νεαρού Μπάντι, μια απολαυστική μείξη των περισσότερων rock θρύλων μιας κάποιας ηλικίας που η μουσική μόδα τούς έχει ξεπεράσει ή, ακόμα χειρότερα, τους έχει βάλει σε έναν απλησίαστο θρόνο, καταστέλλοντας την όποια έμπνευση ή δίψα τους για τη δημιουργία κάτι καινούργιου. Ο Άνγκους, λοιπόν, ζώντας σχεδόν ως ερημίτης στην απίστευτη βίλα του (lifestyle που, παρότι γυρίστηκε πριν τον θάνατό του, θυμίζει εκείνο του Prince), γίνεται άθελά του ο μέντορας του Μπάντι, καθώς ο νεαρός πρίγκιπας προσπαθεί να εξελίξει τη μουσική του στη μοντέρνα Μητρόπολη, την ίδια στιγμή που οι εχθροί τής φυλής του αποφασίζουν να επιτεθούν στην απομονωμένη πατρίδα του, στα χιονισμένα βουνά του Θιβέτ.
Το επίπεδο του animation είναι επαρκές, τα τραγούδια θέλουν – μα δυστυχώς αποτυγχάνουν – να γίνουν πιασάρικα (αν κι εμείς τα ακούσαμε στην αγγλική τους version, εσάς σας προσφέρεται μόνο η ελληνική μεταγλώττιση) και η ιστορία έχει κάποια πραγματικά αστεία σημεία ή συγκινητικές στιγμές, ειδικά μεταξύ του μουσικόφιλου γιου και του φαινομενικά πολεμοχαρούς βασιλιά – πατέρα του. Ωστόσο, από όλα τα παραπάνω, πρέπει να καταλάβατε πως η γενική εντύπωση είναι ενός μέτριου αποτελέσματος που ακόμα και τα μικρότερα παιδιά θα ξεχάσουν μετά την έξοδο από την κινηματογραφική αίθουσα. Η κινεζική εταιρεία έριξε αρκετά χρήματα σε τούτη τη δημιουργία της και προσέλαβε τον Ας Μπράνον, σκηνοθέτη και σεναριογράφο του – επίσης μέτριου – «Ώρα για Σερφ» και συν-σκηνοθέτη του «Toy Story 2», όμως η έλλειψη εμπειρίας της σε αυτό το πολύ απαιτητικό κινηματογραφικό είδος και ίσως ένα attitude παραγωγής τύπου «πάρτε τα λεφτά μας, γυρίστε μια ταινία, να σπάσουμε τη δυτική αγορά», δεν μεταφράζεται και σε υψηλή ποιότητα στο τελικό αποτέλεσμα. Αυτό το, κατά τα άλλα, συμπαθές «ροκ σκυλί», δυστυχώς, δεν προοριζόταν να έχει τη θρυλική καριέρα που ονειρεύτηκε…