ΡΙΣΕΛΙΕ (2023)
(RICHELIEU)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πιερ-Φιλίπ Σεβινί
- ΚΑΣΤ: Αριάν Καστεγιάνος, Μαρκ-Αντρέ Γκροντέν, Νέλσον Κορονάντο, Εβ Ντιρανσό, Αντόνιο Ορτέγκα
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Διερμηνέας εργατών από τη Γουατεμάλα σε εργοστάσιο επεξεργασίας τροφίμων της επαρχίας του Κεμπέκ αρχίζει να συμπάσχει μαζί τους, αναλαμβάνοντας δράση με σκοπό να περιορίσει την εκμετάλλευσή τους. Κι ας κινδυνεύει εξαιτίας της στάσης της να χάσει και η ίδια τη δουλειά της.
Το Ρισελιέ είναι μία βιομηχανική περιοχή του Κεμπέκ. Χάρη σε πρόγραμμα της Καναδικής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, οι εταιρίες οι οποίες έχουν την έδρα τους εκεί μπορούν να φέρνουν φτηνό εργατικό δυναμικό από χώρες του Τρίτου Κόσμου, με τη Γουατεμάλα να διεκδικεί τη μερίδα του λέοντος στη σχετική «εξαγωγή», μιας κι έχει προχωρήσει σε ανάλογη διπλωματική συμφωνία (εδώ και αρκετά χρόνια) με τον Καναδά. Εκατοντάδες εργατικά χέρια καταφθάνουν κάθε χρόνο στο Κεμπέκ από τη χώρα της Κεντρικής Αμερικής, προκειμένου να εργαστούν εποχικά στα χωράφια ή στα δεκάδες εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων της περιοχής. Πρόκειται για ένα ανεπαρκώς αμειβόμενο εργατικό δυναμικό που μετά βίας γνωρίζει τα δικαιώματά του και που (κατά κανόνα) πέφτει θύμα άγριας εκμετάλλευσης από τους εργοδότες του.
Όταν η συγκεκριμένη τακτική έπεσε στην αντίληψη του πρωτοεμφανιζόμενου (σε μεγάλου μήκους φιλμ, καθώς έχει πλούσιο μικρομηκάδικο παρελθόν) νεαρού Καναδού auteur Πιερ-Φιλίπ Σεβινί, σκέφτηκε να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για το θέμα. Γρήγορα συνειδητοποίησε πως θα ήταν μάλλον δύσκολο να βρει εργάτες από τη Γουατεμάλα οι οποίοι θα ήταν πρόθυμοι να στηθούν επώνυμα μπροστά από την κάμερα, μιλώντας για τις δυσάρεστες καναδικές εμπειρίες τους (πόσω μάλλον όταν οι περισσότεροι εξ αυτών κάνουν το σχετικό ταξίδι κάθε χρόνο!). Επομένως, μια ταινία μυθοπλασίας έστεκε ως ο μόνος ασφαλής τρόπος ανάδειξης του ζητήματος, με τον Σεβινί να χρησιμοποιεί στη συγγραφή του σεναρίου τις μαρτυρίες των εργατών τους οποίους είχε ήδη συναντήσει στο πλαίσιο της προπαρασκευής εκείνου του ντοκιμαντέρ.
Και μετά από αυτά τα εισαγωγικά, ας εξομολογηθώ πως εδώ και αρκετά χρόνια έχω χάσει (σε σημαντικό βαθμό) το ενδιαφέρον μου για τις ταινίες «νατουραλιστικού» ύφους, που κατά κανόνα πραγματεύονται κάποιου είδους εκμετάλλευση. Η παγκόσμια μεταναστευτική και οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει σπρώξει τη σχετική θεματολογία προς μια τέτοια κατεύθυνση, με πιο προβεβλημένους εκπροσώπους αυτού του προβληματισμού τους αδελφούς Νταρντέν και τον Κεν Λόουτς, ενώ γερό μπάσιμο έχει κάνει εσχάτως ο Στεφάν Μπριζέ. Δηλώνω φανατικός φίλος των δύο πρώτων ονομάτων (μέχρι που, προ δεκαετίας χονδρικά, άρχισα να βαριέμαι τη μανιέρα τους), ενώ ο τρίτος δεν μου είπε σχεδόν ποτέ τίποτα. Το «Ρισελιέ» μοιάζει να είναι ένα φιλμ που θα γύριζαν… και οι τρεις μαζί (!), αν για έναν περίεργο λόγο αποφάσιζαν να συνεργαστούν. Είναι καλύτερο ως αποτέλεσμα από το σύνολο των πρόσφατων δουλειών τους, όμως, η βασική αιτία γι’ αυτό θαρρώ πως είναι το γεγονός ότι μιλάμε για το ντεμπούτο ενός τριανταπεντάρη σκηνοθέτη.
Η απάνθρωπη εκμετάλλευση των εργατών με την οποία έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο η μεταφράστρια Αριάν είναι ασφαλώς κατακριτέα στον υπερθετικό βαθμό, όμως, εδώ σερβίρεται μ’ έναν τρόπο που μοιάζει να προσπαθεί πάρα πολύ προκειμένου να πείσει για το άδικο της όλης κατάστασης. Η εργοδοσία περιγράφεται σε γενικές γραμμές σαν το απόλυτο κακό, που το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι τα νούμερα της παραγωγής (κι ας πεθαίνει ο άλλος παραδίπλα), ενώ η Αριάν (που και η ίδια έχει σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα, κινδυνεύοντας να χάσει το σπίτι της) μοιάζει από ένα σημείο κι έπειτα με… άγγελο εξ ουρανού! Ανάμεσά τους, οι εποχικοί εργάτες που δίχως να έχουν στον ήλιο μοίρα αναγκάζονται να κάνουν ό,τι τους ζητηθεί, υπό τον κίνδυνο της άμεσης απέλασης. Τούτα αναπτύσσονται σ’ ένα συμπαγές καταστασιακό που κριτικάρει άγρια τις σύγχρονες καπιταλιστικές μεθόδους εργασίας, όμως, κάπου μοιάζει να διαρρηγνύει ανοιχτές θύρες αναζητώντας συμπόνια και προσφέροντας παρηγοριά σ’ ένα κοινό που από πριν έχει διαμορφωμένη την ίδια ακριβώς άποψη για το όλο θέμα. Όταν δεν φλερτάρει επικίνδυνα με την «πορνογραφικού» τύπου μιζέρια, εντός νοσοκομειακού θαλάμου επειγόντων περιστατικών.