Ο ΡΑΤΑΤΟΥΗΣ (2007)
(RATATOUILLE)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπραντ Μπερντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 111'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AUDIO VISUAL
Ο μικρός Ρεμί ονειρεύεται να γίνει μεγάλος και τρανός chef των Παρισίων, στα χνάρια του φημισμένου maître της γεύσης, Γκουστό. Και θα τα καταφέρει με τη βοήθεια του πιο απρόβλεπτου συνεργάτη…
Το πρώτο πραγματικό αριστούργημα της φετινής σεζόν ανατρέπει οτιδήποτε είχαμε δει μέχρι σήμερα στο είδος του animation. Αρχικά, πιστοποιεί πως το ψηφιακό cartoon μπορεί να μεγαλουργήσει και να μπει στο πάνθεον των κλασικών έργων της Disney, δίχως να περάσει ούτε μία μέρα από πάνω του (λέγε με και instant classic). Σε δεύτερο επίπεδο, προσδίδει στην ομάδα της Pixar θείες διαστάσεις υπεροχής, αλλά και στον δημιουργό του, Μπραντ Μπερντ, τον τίτλο ενός από τους κορυφαίους μυθοπλάστες που διαθέτει η αμερικανική κινηματογραφία σήμερα. Μεγαλύτερη ανατροπή (ειδικά για εκείνους που ακόμη δεν γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται…); Όλα αυτά συμβαίνουν για χάρη ενός ποντικού! Ή μήπως για το… άχαρο επάγγελμα του κριτικού;
Ύστερα από την πλέον ενήλικη απόπειρα στο είδος με τους «Απίθανους» (2004), ο Μπερντ κάνει ακόμη ένα βήμα μπρος και (σχεδόν) σνομπάρει αυτό που υπηρετεί! Ο «Ρατατούης» του δεν είναι ένα απλό «cartoon» (λέξη που ακούγεται τόσο μειωτική για τις animated ταινίες όταν συγκρίνονται για την καλλιτεχνική τους αξία με οτιδήποτε άλλο σε fiction) που – για να γίνει αρεστό στις μικρότερες ηλικίες – τοποθετεί ζωάκια σε ρόλους και συμπεριφορές καθαρά ανθρώπινες. Ο Μπερντ διαγράφει τα όποια σύνορα του μη ρεαλιστικού από τον νου του θεατή και παντρεύει την αποστομωτικά εξελιγμένη τεχνολογία στο ψηφιακό σχέδιο με μία ανθρωποκεντρική αντίληψη που οδηγεί στιγμιαία στην ταύτιση με τον ήρωα – τρωκτικό και το σόι του. Μέχρι να φτάσετε στην απόλυτη σκηνή ανθολογίας της φυγής από το αγροτόσπιτο μιας γριούλας διόλου φιλικής, θα έχετε ξεχάσει τι ακριβώς βλέπετε! Ο «Ρατατούης» έχει ήδη μετατραπεί σε ένα μαγικό θέαμα που δεν διαχωρίζει ηλικίες σαν target group, ούτε θέτει όρια στο θέαμα και τη φαντασία.
Το υπόλοιπο φιλμ, μετά την υποχρεωτική «μετανάστευση» του Ρεμί στο Παρίσι και τις περιπέτειές του στην κουζίνα, δίπλα στον απρόβλεπτο – ως γήινο! – συνεργάτη του, αποτελεί ένα από τα πιο ευχάριστα πράγματα που μας έχουν συμβεί εντός αιθούσης στις τελευταίες δεκαετίες, για να καταλήξει σ’ ένα δεκάλεπτο τόσο απογειωτικό και για το συναίσθημα, σε βαθμό να θέλεις να κλάψεις… από χαρά! Εκεί, ρόλο κλειδί κρατά ο κακιασμένος γευσιγνώστης – κριτικός, του οποίου ο μονόλογος (μέσα σε λίγα λεπτά καρφώνει οσκαρική υποψηφιότητα για το σενάριο, που αν του τη στερήσουν είναι να τρως τα ρούχα σου!) παίρνει αυτό που λέμε αυτογνωσία και σου το κάνει χαλκομανία στη μούρη, με μια δύναμη ικανή να σου αλλάξει ολόκληρη τη ζωή. Πως αλλιώς να σας το πω; Με έκανε να νοιώσω τύψεις για το επάγγελμα που επέλεξα!