ΑΔΕΡΦΙΑ ΣΕ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ (2020)
(RAMS)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζέρεμι Σιμς
- ΚΑΣΤ: Σαμ Νιλ, Μάικλ Κέιτον, Μιράντα Ρίτσαρντσον, Άσερ Κέντι, Γουέιν Μπλερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 118'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: NEO FILMS
Αποξενωμένα επί σειρά ετών αδέλφια στην κτηνοτροφική Δυτική Αυστραλία, θέλοντας και μη, έρχονται κοντά όταν σπάνια ασθένεια χτυπάει τα κοπάδια τους, απειλώντας τα με αφανισμό.
Ήταν μια συμπαθέστατη κι ευχάριστη έκπληξη η ισλανδική ταινία «Δεσμοί Αίματος» (2015), καθώς συνδύαζε το δράμα της τεσσάρων δεκαετιών έχθρας δύο κτηνοτρόφων αδελφών στην ερημία της Ισλανδίας, με ένα α λα Άκι Καουρισμάκι deadpan χιούμορ. Αντλούσε έμπνευση από την οικονομική κρίση της χώρας, κάνοντας την κυβερνητική απόφαση για θανάτωση όλων των κριαριών της περιοχής εξαιτίας μεταδοτικής ασθένειας, να μοιάζει με ταφόπλακα για τους ανθρώπους που βάσιζαν της επιβίωσή τους στα κοπάδια τους, μπολιάζοντας το σενάριο με ισχυρές δόσεις γλαφυρής παραξενιάς. Βραβεύτηκε με το βραβείο του τμήματος Un Certain Regard στις Κάννες της χρονιάς εκείνης, κέρδισε πλήθος βραβείων σε διάφορα ανά τον κόσμο φεστιβάλ, άρεσε και στο κοινό εκτός από την κριτική, οπότε το αγγλόφωνο remake της ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένο. Οι Αυστραλοί είναι αυτοί που ανέλαβαν να παρουσιάσουν το φιλμ σε ένα μεγαλύτερο (ίσως) κοινό, καταφέρνοντας με έναν μαγικό θαρρεί κανείς τρόπο να διατηρήσουν μεν αυτούσια την πλοκή του original φιλμ, επιμηκύνοντάς την (παραδόξως) κατά περίπου τριάντα λεπτά, παραδίδοντας μια ταινία η παρακολούθηση της οποίας φέρνει αρχικά… αδιαφορία και μετέπειτα πλήξη.
Το στόρι είναι πανομοιότυπο του αυθεντικού, με τις μικροδιαφορές να έχουν να κάνουν αποκλειστικά με τη μεταφορά της δράσης από το παγωμένο τοπίο της Ισλανδίας, στο θερμό κλίμα της Αυστραλίας. Θα μπορούσε ίσως κάποιος να ισχυριστεί πως, σε ένα συμβολικό επίπεδο, η ισλανδική παγωνιά αντικατόπτριζε τον πάγο στον οποίο είχε μπει η σχέση των δύο αδελφών επί σαράντα συναπτά έτη, νόημα που υπό το φως του καυτού αυστραλέζικου ήλιου παύει να υφίσταται. Εάν αυτό έστεκε ως το μοναδικό πρόβλημα του φιλμ, τότε δεν θα υπήρχε θέμα. Ατυχώς, όμως, ο σκηνοθέτης Τζέρεμι Σιμς προσεγγίζει το στόρι από μια ενίοτε απροκάλυπτα κωμική σκοπιά, βάζοντας το σαρκασμό του original στο πλάι. Ακόμη πιο ατυχώς, δε, ο Αυστραλός σκηνοθέτης δείχνει πως δεν διαθέτει την αφηγηματική ικανότητα του Ισλανδού συναδέλφου του, πέφτοντας θύμα και του συμπατριώτη του σεναριογράφου, ο οποίος προσθέτοντας στην υπόθεση μια λανθάνουσα αισθηματική υποπλοκή ανάμεσα στην κτηνίατρο που επιτηρεί τη θανάτωση των κριαριών και στον έναν εκ των δύο εχθρευόμενων αδελφών, αλλά και την απειλή από μεγάλη πυρκαγιά που προελαύνει ασταμάτητη, μεγαλώνει χωρίς κανέναν απολύτως λόγο τη διάρκεια της ταινίας του. Εκεί, δηλαδή, που τα ενενήντα τρία λεπτά των «Δεσμών Αίματος» έφταναν και περίσσευαν για το δεδομένο σενάριο, τα εκατόν δέκα οκτώ τούτου το ξεχειλώνουν σε βαθμό απελπισίας.
Η εκ των προτέρων γνώση της κακής μοίρας των κριαριών, ναι μεν φέρνει το ίδιο αίσθημα λύπης, το «κρυφτούλι» όμως που ο χαρακτήρας του Σαμ Νιλ παίζει με τις Αρχές, καθώς έχει αποφασίσει να «βολέψει» μέσα στο ίδιο του το σπίτι κάποια από αυτά ώστε να τα γλυτώσει από τη σφαγή, δεν φέρνει παρόμοια ευφορία. Η βωβή αμεσότητα έχει παραχωρήσει τη θέση της σε μια κωμική εξωστρέφεια, που κάθε άλλο παρά πετυχαίνει το σκοπό της, μιας και εξαιτίας της γενικότερης αστοχίας… ουδέν χαμόγελο φέρνει στα χείλη. Το ίδιο συμβαίνει και με τον κοινωνικό περίγυρο της απομονωμένης αυστραλιανής ενδοχώρας, ο οποίος αντιμετωπίζοντας εν πολλοίς παρόμοια προβλήματα με τα δικά του κοπάδια, ουδέν αίσθημα ενδιαφέροντος ξυπνά. Αν προσθέσουμε, δε, και την στα όρια της καρικατούρας εμφάνιση του υπαλλήλου του αρμόδιου Υπουργείου, που ως μοναδική του σκέψη έχει την ανακάλυψη και θανάτωση όλων των κριαριών της περιοχής (ίσως και των τετράποδων του κόσμου όλου…), η ελαττωματική προσέγγιση του project μεγεθύνεται. Σε περίπτωση, πάντως, που το «Hrútar» εξελιχθεί σε μία από εκείνες τις ταινίες που γυρίζονται σε remake σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, ο Ρικάρντο Νταρίν (ωσάν άλλος Σαμ Νιλ…) μπορεί να ετοιμάζεται. Από κτηνοτροφική παραγωγή, άλλωστε, άλλο τίποτα η Αργεντινή!