POINT BREAK (2015)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έρικσον Κορ
- ΚΑΣΤ: Έντγκαρ Ραμίρες, Λουκ Μπρέισι, Ρέι Γουίνστον, Τερίζα Πάλμερ, Ματίας Βαρέλα, Κλέμενς Σικ, Τομπίας Σάντελμαν, Ντελρόι Λίντο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Άγουρος απόφοιτος της σχολής τού FBI διεισδύει σε ομάδα αφανών άσων των extreme sports (όπως κι εκείνος προ τραγικής στραβής), θρασύτατων εγκληματιών με κίνητρό τους επίτευξη οκτάδας… οικολογικά ηθικών άθλων ανά τον κόσμο! Ποιος θα βάλει κάτω ποιον;
Μπορείς να πουλήσεις με Γερμανούς και Κινέζους συνεταίρους σε νέο, διακριτικά ψηφιακά φροντισμένο look στην πολύ νέα γενιά το ακούσιο κορποραλιστικό σινεμανιφέστο τού – με το δάχτυλο υψωμένο στη war and politics αστερόεσσα – new age και ταυτόχρονα ένα από τα διασημότερα actioner τεστοστερόνης (το μοναδικό γυρισμένο από γυναίκα, κιόλας) των 90’s, μιας εποχής στην οποία το CGI ήταν πρακτικά ανύπαρκτο; Πιθανότατα ναι. Μπορείς να το κρατήσεις όρθιο… επενδύοντας, μεταξύ respect και σαρκασμού, στο eco-ακτιβιστικό zeitgeist της παγκοσμιοποίησης (οι Anonymous και το Occupy μαζί σε ακραίες αθλοπαιδιές σε γη, θάλασσα και αέρα) και ανεβάζοντας πέρα από το σημείο ρήξης, στο 101% τα ποσοστά αδρεναλίνης στο σώμα του, τη στιγμή που στα ντουζένια του αυτό μοστραριζόταν διαβόητα ως ήδη «100% Pure Adrenaline»; Όχι, χωρίς να καις τον οργανισμό του, κι ενώ το κατά γενική ομολογία σεναριακά απολύτως επιγονικό φιλμ του, «Οι Μαχητές των Δρόμων», έχει, έστω μετά από πολλά τράκα, πατήσει την κορυφή της κατηγορίας.
Σε κάθε περίπτωση είναι σίγουρα μια μορφή karma, ψιλοκακού δυστυχώς, το ότι, αποτυγχάνοντας ακόμη και στο άθλημα (διεύθυνση φωτογραφίας) οι επιδόσεις του στο οποίο τον ανέβασαν κατηγορία (σκηνοθεσία), είναι ο οπερατέρ του πρώτου «TFTF», Έρικσον Κορ, που αποτυγχάνει να βαδίσει στα χνάρια τής Κάθριν Μπίγκελοου και μάλιστα, πράγμα σπάνιο για remake, με τους σεναρίστες του original «Στην Κόψη του Κύματος» του 1991, Κινγκ και Ίλιφ, να επιστρέφουν, αυτή τη φορά μόνο στο στόρι – για να γκρεμοτσακιστούν τραβηγμένοι κι αυτοί στο φαντεζί κενό της πένας τού «δευτεράκια» auteur Κερτ Γουίμερ.
Ο Κιάνου Ριβς ήταν πρώην παικταράς του ποδοσφαίρου, νυν ψάρακας του bureau που ακολουθούσε το προαίσθημα και τη θεωρία τού πάλιουρα στον οποίο τον είχαν φορτώσει για τη διαλεύκανση της υπόθεσης μαζί του; Ο Λουκ Μπρέισι είναι πάλαι ποτέ άσος της μοτοσικλέτας, φορτωμένος και τύψεις από too far αγκαζάρισμα τότε κολλητού, που βάζει τα γυαλιά στα υπόλοιπα πρακτόρια (με τον εκπαιδευτή Ντελρόι Λίντο να φαντάζει κρετίνος ενώ μας κάνει πιο-λιανά-δε-γίνεται κόμβους τού procedural) φερμάροντας πρώτος τους δράστες. Ο Πάτρικ Σουέιζι και τα παρτάλια του, σχεδόν όλοι καθαρά Αμερικανάκια, έκλεβαν καλιφορνέζικες τράπεζες φορώντας μάσκες γνωστών Προέδρων για να χρηματοδοτούν τον κυνηγάμε-το-Big-Cahuna-(άντε, και κάνα sky diving)-και-το-zen-αραλίκι τρόπο ζωής τους; Ο Λατίνος Έντγκαρ Ραμίρες και το απ’ τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα posse του έχουν ματσό party animal να πλερώνει για να χτυπάνε πολυεθνικές – moneymakers, να μοιράζουν άμα λάχει τη λεία στον λαουτζίκο και να χαλιούνται εκτός του surf και του αλεξίπτωτου σε motocross, ελεύθερη αναρρίχηση, snowboard, fight club και πτήση με flying suits, ζώντας δικαιωτικά την «Ο φόβος είναι ο αφέντης» φιλοσοφία ενός missing in action μέντορα σε Βενεζουέλα, Αυστρία, Μεξικό, Ελβετία, Ιταλία, Αϊτή, Χαβάη.
Bigger, λοιπόν. Better, άρα; Όχι όταν το παρεάκι, εκτός του ότι τα κάνει όλα και… δε συμφέρει την αληθοφάνεια των ανδραγαθημάτων σε βουνό και θάλασσα κάτι τέτοιο, συναγωνίζεται και σε αποφθέγματα στόμφου. «Όλοι θα πεθάνουμε. Το θέμα είναι πώς», «… ένα με τον πλανήτη», «… να δίνουμε περισσότερα απ’ όσα παίρνουμε» και «Η φύση έχει τον τρόπο της να σε κάνει να αισθάνεσαι μικρός» συναγωνίζονται σε ποζεράδικη μεγαλοστομία, αρθρωμένα απ’ αυτούς τους off the grid σαμποτέρ του συστήματος που σπάνε το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ τού ζην κι ασκείσθαι επικινδύνως προτού ανάψουν φωτιά δια της… τριβής (άλα τους, σχεδόν μηδενικό ενεργειακό αποτύπωμα!) στις Άλπεις. Στο πρωτότυπο «Point Break», το beach bum guru lifestyle των κακούργων αφενός είχε τη… φάση του (ο star του «Dirty Dancing» τσαμπουνάει σοφίες οξυζεναρισμένος και φορώντας λίκρα: δεν περιγράφω άλλο), αφετέρου έβαζε αυθεντικά πλάτη για το ευδιάκριτο, πέριξ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων – στόχων στάκαμαν, με κορυφαία μια απλή καταδίωξη ποδαράτο στην πόλη. Εδώ, το «στρατευμένο» υφάκι των νταβραντισμένων αμφισβητιών (που ο Γουίμερ με τη σειρά του, κάνοντας τον δικηγόρο του διαβόλου, νομίζει ότι αμφισβητεί κατά πώς πρέπει μέσω ενός ειρωνικού σχολίου του agent περί του αλισβερισιού των νέων καρντασιών του με το jet-set, σε μια σεκάνς παρτάρας που επίσης νομίζει ότι μεταχειρίζεται τον DJ Στιβ Αόκι όπως το παλιό φιλμ τούς Red Hot Chilli Peppers – μέσω των οποίων έχωνε και το θέμα του νεοναζισμού!) και οι αλληλοδιαδεχόμενες πίστες παρθένου al fresco διακόσμου μετατρέπουν το παιχνίδι ποντικού και γάτας σε ένα Nek Nominate όπως θα το επανεμπνεόταν ένας αυτοκτονικός Ολιβιέρο Τοσκάνι για την WWF.
Ο Κορ έχει, βεβαίως, εναντίον του το ότι έχει μεσολαβήσει, ξανά και ξανά, το «Οι Μαχητές των Δρόμων». Αλλά εκτός του ότι το κλου της προ 15ετίας «υπεξαιρεθείσας» απ’ το franchise υπόθεσης του «Point Break» (undercover εισχωρεί σε κλίκα καραπαράνομων χομπιστών, αποδεικνύει ώς το μη παρέκει ότι είναι up to it για να μην ξεσκεπαστεί, αμφιταλαντεύεται για το μπαγλάρωμά τους σχεδόν ένας απ’ αυτούς πλέον) δείχνει πια καταϊδρωμένο, δεν τον βοηθάει ούτε το ότι μια διαφυγή… τζάμι από ουρανοξύστη θυμίζει την τελευταία ταινία της σειράς σε δίτροχη εκδοχή. Έτερο θύμα η ηλιόλουστη Cali παλέτα της Μπίγκελοου που έχει δώσει τη θέση της, με εξαίρεση την κόκκινη εισαγωγή στη Γιούτα, εν πολλοίς στα «σοβαρά» (έχουν «σκοπό», είπαμε…), ανδρικά mineral hues και frosted tones κατά τη διάρκεια των ταρζανιών, οι οποίες έτσι καθίστανται περαιτέρω άχρωμες, ενώ ο dp και filmer προσπαθεί να αρπαχτεί από τo όποιο απίστευτο (σ)το οποίο επιχειρούν οι επαινετέα πλειοψηφικά ανθρώπινες κι όχι digi κασκάντες.
Δύσκολο, καθώς σασπένς δε σημαίνει shoot-and-cut των καλύτερων «γωνιών» απ’ τις αποκοτιές ενός υπερανθρώπου στο έλεος της υπαίθρου αλλά δοσομετρημένο χτίσιμο στιγμών ενός ανθρώπου ψυχομετρημένου σε «λούκι» – κι ο μεν ψηλός και άχαρος Μπρέισι την παλεύει βασικά ως poster boy και παιδαράς (αν κι απ’ τον Ριβς είναι σίγουρα πιο εκφραστικός), απ’ τη δε συμμορία ο μόνος που, προτού ψάξει το… τέλος τού «Dexter» α λα «H Καταιγίδα», μας κρατά για λίγο στο βαρυτικό πεδίο τού image παρά της ηγετικής σκοτεινιάς του είναι ο Ραμίρες. Το ιλιγγιώδες σκαρφάλωμα χωρίς ορειβατικά σύνεργα (το διασημότερο stunt του «Επικίνδυνη Αποστολή 2» στο πολύ πιο ζόρικο) προ ενός πήδου σε καταρράκτη τη βγάζει καθαρή καλύτερα απ’ τα υπόλοιπα showstoppers. Μια ορεινή κατολίσθηση που θα ζήλευε κι… ο Σαν Αντρέας ει μη τι άλλο ανεβάζει up one notch τον βαθμό δυσκολίας στη δουλειά των όπου γης VFX studios. Η παρουσία του θηλυκού της σπείρας αυτή τη φορά προσδένεται σωστά και στον ανύπαρκτο το ’91 βατήρα ίντριγκας φόρου τιμής στον to the max πιονέρο και σε μια ανέλιξη απώλειας on the job – έκπληξη (αλλά η ανθυπο-Κρίστεν Στιούαρτ Τερίζα Πάλμερ στερείται της trashiness του αγοροκόριτσου Λόρι Πέτι και διευθύνεται σε κάτι σαν παιδί των λουλουδιών της χιλιετίας μας).
Θα ακούσεις και την «ορχήστρα» του Junkie XL επιτέλους να πιάνει κάποια συναισθηματικά κρεσέντα στο τελικό μισάωρο, θα δεις και τον Ρέι Γουίνστον να αράζει στον classic ρόλο τού συνδέσμου Πάπας (ελληνάρες, φουσκώστε στήθη!), τον γιο τού Κλάους Κίνσκι να προσθέτει τη euro νότα ως Άραψ στην εκτός ορίων σειριακή αρπαχτή και, πάλι, τα χαρτονομίσματα να πρασινίζουν σαν κονφετί τον ουρανό ενώ «πετάνε». Όπως δυστυχώς δεν κάνει, εν γένει ούτε καν από άποψη θεάματος, αυτή η βάσει παλιού σχεδίου, καρφωτή αποστολή που πετάει μια κατοστάρα μύρια δολάρια προϋπολογισμού στα μάτια των πιτσιρικάδων fans των πιο «τραβηγμένων» μαγκιών που παίζουν τζαμπέ κι ενδεχομένως πιο νευρωδώς στο YouTube. Μου λείπει η φωνή του «She’s Like the Wind» μες στο tube…