ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΗ ΒΕΛΟΝΑ (2024)
(PIGEN MED NÅLEN)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μάγκνους φον Χορν
- ΚΑΣΤ: Βικ Κάρμεν Σόνε, Τρίνε Ντίρχολμ, Μπεσίρ Ζετζίρι, Γιόακιμ Φιελστράπ, Άβα Νοξ Μάρτιν, Άρι Αλεξάντερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 123'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Εργάτρια σε κλωστοϋφαντουργείο, με άντρα αγνοούμενο στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, συνάπτει θερμή σχέση με το αφεντικό της, μένει έγκυος, του ζητά να παντρευτούν, η μητέρα του δεν το επιτρέπει για ταξικούς λόγους και, ξαφνικά, ο σύζυγός της εμφανίζεται από το πουθενά και επιδιώκει να συνεχίσουν τη ζωή τους.
«Ο κόσμος είναι ένα φρικτό μέρος. Αλλά πρέπει να πιστέψουμε ότι δεν είναι έτσι.»
Για αυτή την ανείπωτη φρίκη και τα κτήνη που επιβιώνουν μέσα της μας μιλά το «Κορίτσι με τη Βελόνα» του Μάγκνους φον Χορν, ένα φιλμ το οποίο χρησιμοποιεί ως βάση ένα πραγματικό συμβάν που σόκαρε την κοινωνία της Δανίας στα 1919. Εννοείται πως η ιστορία του διατηρεί ακόμα την ίδια τρομακτική δύναμη, με το σενάριο να αποτελεί μία σπάνιας εκκεντρικότητας σπουδή χαρακτήρα.
Μέχρι ενός σημείου, η ταινία δίνει την εντύπωση πως η ηρωίδα του τίτλου, η Καρολίνε, βιώνει τέρατα και σημεία διότι αυτό είναι το κακό της το «ριζικό» και είναι ανθρωπίνως αδύνατον να το αλλάξει. Σταδιακά, όμως, γίνεται προφανές πως ο φον Χορν δεν έχει κάποια διάθεση να της απονείμει «συγχωροχάρτι» ή να δικαιολογήσει με συμπάθεια την πορεία της ζωής της μέσω των πιο λάθος επιλογών (της). Η Καρολίνε είναι μία απερίσκεπτη κοπέλα πρωτίστως και ουχί ένα θύμα των περιστάσεων. Από την πρώτη κιόλας σεκάνς, θα βρεθεί στους δρόμους γιατί δεν πλήρωνε ποτέ το νοίκι της, για να καταλήξει να ζει όλο και πιο βαθιά στην ανέχεια. Η ερωτική της σχέση με το αφεντικό της δεν προκύπτει πραγματικά σκόπιμα, ώστε ν’ αποκτήσει μια καλύτερη κοινωνική θέση και χλιδές (ούτε καν το ακριβό φόρεμα που της χαρίζει εκείνος δεν «κάθεται» καλά επάνω της) και όταν βλέπει αυτή την προοπτική (του γάμου) να χάνεται μέσα από τα χέρια της, δεν πολεμά για να διεκδικήσει κάτι για τον εαυτό της (ή και το παιδί που θα φέρει στον κόσμο). Η Καρολίνε έχει μία τόσο απαθή προσωπικότητα που καταντά… εγκληματική από μόνη της!
Μέσα από μία σκοτεινιά «καρβουνίλας», που μαυρίζει κάθε σπιθαμή του απόλυτα ταιριαστού μαυρόασπρου 4:3 ratio των κάδρων, η εξέλιξη της ιστορίας πλέει σε πελάγη ανάμεσα στο τραγικό και το αρρωστημένο, ενίοτε δυσκολεύοντας την παρακολούθηση του φιλμ, παρά το γεγονός ότι η αφήγηση δείχνει μια ροπή προς το κλασικά και παλιακά… «παραμυθένιο», με τον πιο twisted τρόπο μιας φαντασίας που δεν θα τολμούσε ποτέ να σκαρφιστεί ένα τέτοιο δράμα ηθικών διδαγμάτων. Γιατί είναι αληθινό.
Η Βικ Κάρμεν Σόνε είναι συγκλονιστικά… ενοχλητική και απεχθής (!), ερμηνεύοντας ένα αντι-πρότυπο ηρωίδας που το κοινό σχεδόν θα μισήσει ή θα νιώσει ψήγματα ενοχικού οίκτου για την κατάντια της, που με κανένα σκεπτικό δεν προσφέρεται για ταύτιση. Ευτυχώς, ο φον Χορν απομακρύνει το έργο από την κάθε agenda του σήμερα γύρω από το γυναικείο φύλο, δεν «μηρυκάζει» τα στερεότυπα της κακιάς πατριαρχίας και ξεγυμνώνει τους μύθους που προσωποποιούν τα (ανθρώπινα) τέρατα σαν κάτι το ορατά αποκρουστικό. Στον αντίποδα του «Freaks» (1932) του Τοντ Μπράουνινγκ, η ασχήμια κρύβεται εντός της καρδιάς της κοινωνίας και καθαρά από «τύχη» ή σπάνια μπορεί να ενοχοποιηθεί και να εξοστρακιστεί. Κι ας μην θέλουμε να πιστέψουμε πως έτσι είναι…