FreeCinema

Follow us

Ο ΠΕΤΑΛΟΥΔΑΣ (1973)

(PAPILLON)

  • ΕΙΔΟΣ: Βιογραφικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ
  • ΚΑΣΤ: Στιβ ΜακΚουίν, Ντάστιν Χόφμαν, Ντον Γκόρντον, Ρόμπερτ Ντέμαν, Βίκτορ Τζόρι, Γούντροου Πάρφρι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 151'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE

Άδικα καταδικασμένος σε ισόβια για ένα έγκλημα που δεν έκανε, διαρρήκτης σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στη γαλλική Γουιάνα του 1933 αποκτά δεσμούς φιλίας με έναν συγκρατούμενό του και τον εμπνέει να καταστρώσουν σχέδιο απόδρασης.

Καθώς πέφτουν οι τίτλοι τέλους της ταινίας, η κάμερα του Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ επισκέπτεται την αληθινή φυλακή στην οποία ο Ανρί «Πεταλούδας» Σαριέρ πέρασε σχεδόν έντεκα χρόνια της ζωής του. Εγκαταλελειμμένη πλέον, με την τροπική βλάστηση να έχει καλύψει κάθε σπιθαμή των εγκαταστάσεών της, αναδίδει έναν απόκοσμο τρόμο που στοιχειώνει το μυαλό, φέρνοντας στον νου σκέψεις για τη μοίρα αυτών που καταδικάστηκαν να εκτίσουν εκεί τις ποινές τους, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν κατάφεραν να φύγουν ζωντανοί, μιας και οι ζωές τους ουδεμία αξία είχαν, όπως άλλωστε πληροφορούνται από τα πιο αρμόδια χείλη άμα τη αφίξει τους στη Γουιάνα.

Πιάνοντας την αφήγηση της περιπέτειας του Πεταλούδα από τους δρόμους της Μασσαλίας, από το λιμάνι της οποίας αυτός και οι συγκρατούμενοί του μεταφέρονται στο διαβόητο σωφρονιστικό σύστημα της γαλλικής αποικίας της Νοτίου Αμερικής, ο Σάφνερ δεν ενδιαφέρεται να ωραιοποιήσει τη ζωή του κεντρικού του ήρωα, όπως αυτή έχει καταγραφεί στο ομότιτλο της ταινίας βιβλίο. Ευρισκόμενος εν πλω, ο Πεταλούδας (παρατσούκλι που απέκτησε από το χαρακτηριστικό tattoo που είχε χτυπήσει στο στήθος του), πιάνει φιλία με τον διάσημο παραχαράκτη Λουί Ντεγκά, στον οποίο προσφέρει προστασία έναντι των άκρως απαραίτητων για το σχέδιο απόδρασης που έχει στο μυαλό του χρημάτων. Η πρώτη αποτυχημένη προσπάθεια τού «χαρίζει» δύο χρόνια σε σκληρή απομόνωση, όπου αναγκάζεται να τρώει ακόμα και κατσαρίδες για να τη βγάλει καθαρή, με τη δεύτερη του ρίχνουν άλλα πέντε στο κεφάλι, αυτός όμως όχι μόνο δεν πτοείται, αλλά κι επουδενί δείχνει διατεθειμένος να παρατήσει τις προσπάθειες να αποδράσει από εκεί όπου δεν τα κατάφερε ποτέ κανείς.

Η εκ νέου παρακολούθηση (μετά από πάρα πολλά χρόνια) του φιλμ για τις ανάγκες του κειμένου αυτού με έφερε μπροστά σε μια πραγματικότητα που με την πάροδο των ετών είχε εν πολλοίς σβήσει από τη μνήμη μου. Θυμόμουν τον «Πεταλούδα» σαν κάτι ανάλογο της «Απόδρασης από το Αλκατράζ» (1979), μια καλοκουρδισμένη δηλαδή ιστορία διαφυγής από μια φυλακή – φρούριο, οι αργοί όμως σκηνοθετικοί ρυθμοί που ακολουθεί ο Σάφνερ, συνεπικουρούμενοι από τον λανθάνοντα ποιητικό συμβολισμό του σεναρίου που (συν)έγραψε ο μέγας Ντάλτον Τράμπο (με την άτυπη «έγκριση» του παθόντα Σαριέρ, οι εξιστορήσεις τού οποίου ελέγχονται για το ποσοστό της αλήθειάς τους…), ελάχιστα παραπέμπουν εκεί. Ναι μεν οι συνθήκες διαβίωσης της φυλακής είναι απάνθρωπα άθλιες, με τον Διευθυντή της να αντιμετωπίζει σαν σκουπίδια τους κρατούμενούς του, το ζουμί όμως βρίσκεται σε στιγμές όπως εκείνη με τις καλόγριες στην Κολομβία, όπου αποκαλύπτεται το πιο αδυσώπητο κατηγορώ της περιπέτειας του Πεταλούδα. Η προδοσία της Ηγουμένης, συνοδεία της επεξήγησης για την πράξη της, βρίθει τέτοιου κυνισμού που κάνει τη θρησκεία να μοιάζει με μια πλάνη που μπροστά της ακόμη και τούτο το κατ’ ευφημισμόν σωφρονιστικό ίδρυμα φαίνεται να γίνεται εύκολα αποδεχτό ως κάτι περίπου… φυσιολογικό.

Η απουσία γοργού τέμπο, η ένθεση «επεισοδίων» που φαινομενικά αποπροσανατολίζουν από τον κεντρικό στόχο της απόδρασης (με πιο τρανά παραδείγματα εκείνα με τους λεπρούς και τους ιθαγενείς), αλλά και η μεγάλη διάρκεια (ως εύλογη συνέπεια όλων αυτών), ουδόλως εμπόδισε την ταινία του Σάφνερ να σημειώσει εμπορικό θρίαμβο στα ταμεία της εποχής και να παραμένει μια από τις πιο αγαπημένες της δεκαετίας του ’70. Η συνύπαρξη των Στιβ ΜακΚουίν και Ντάστιν Χόφμαν σε δύο από τους πιο χαρακτηριστικούς ρόλους της ένδοξης καριέρας τους ασφαλώς κι έπαιξε ρόλο στην απήχηση του φιλμ, όπως ίσως και το όνομα του Αμερικανού σκηνοθέτη Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ. Μπορεί αυτός στις μέρες μας να μην είναι τόσο αναγνωρίσιμος από το ευρύ κοινό σε σχέση με άλλους συναδέλφους του εκείνης της περιόδου, η προηγηθείσα όμως του «Πεταλούδα» φιλμογραφία του περιλαμβάνει την ταινία – σημείο αναφοράς για το σινεμά επιστημονικής φαντασίας (αλλά και την pop κουλτούρα γενικότερα, πλέον) «Ο Πλανήτης των Πιθήκων» (1968), καθώς και τον οσκαρικό θρίαμβο της αψεγάδιαστης βιογραφίας «Πάττον, ο Θρύλος της Νορμανδίας» (1970). Σαν τροφή για σκέψη, απλά να σημειώσουμε πως μοιάζει δυστυχώς με sci-fi εφάμιλλο εκείνου των «Πιθήκων» το να πετύχει ανάλογη εισπρακτική επιτυχία ένας σκηνοθέτης στις μέρες μας ακολουθώντας έναν αφηγηματικό ρυθμό παραπλήσιο του «Πεταλούδα», μιας και η μοντέρνα εποχή κάτι τέτοια μακρόσυρτα τα βρίσκει τουλάχιστον βαρετά. Το remake τούτου, πάντως, που… κατά διαβολική σύμπτωση βγαίνει στους ελληνικούς κινηματογράφους ταυτόχρονα με την επανέκδοση του original, υπόσχεται κάτι πέραν των συνηθισμένων. Άραγε, μπορεί στ’ αλήθεια να τα καταφέρει;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Τίτλος – θρύλος που κουβαλάει τη γοητεία μιας εποχής που, φευ, σιγά-σιγά χάνεται. Δύο μεγάλα ονόματα στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, «χειροποίητη» παραγωγή παλαιάς κοπής, ένα φινάλε ανθολογίας κι ένας υπέροχος λυρισμός υπογραμμισμένος από το θαυμάσιο score του Τζέρι Γκόλντσμιθ. Ελάχιστες ταινίες έχουν αναδείξει με πιο πειστικό τρόπο το μεγαλείο της ανθρώπινης επιμονής. Τα μικρά προβλήματα που προκύπτουν (κυρίως από τη διάρκειά της) ελάχιστα θα ενοχλήσουν αυτούς που έχουν μάθει το σινεμά αλλιώς. Οι πιο μικροί ας το δοκιμάσουν, καθώς έχουν την ευκαιρία να δουν ένα κλασικό φιλμ του παρελθόντος, που έχει ένα πιασάρικο (αν μη τι άλλο) στόρι. Με άλλα λόγια, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι, που λέει και το κλασικό motto.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.