ΟΖΙ: Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ (2024)
(OZI: VOICE OF THE FOREST)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τιμ Χάρπερ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 87'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TANWEER
Μικρός θηλυκός ουρακοτάγκος γίνεται… influencer των μέσων κοινωνικών δικτύωσης, στοχεύοντας ν’ αφυπνίσει το κοινό έναντι της για οικονομικούς λόγους ανεξέλεγκτης καταστροφή των δασών.
Σε περιοχές όπως το Βόρνεο της Νοτιοανατολικής Ασίας συντελείται εδώ και χρόνια ένα άνευ προηγουμένου οικολογικό έγκλημα. Προκειμένου ν’ αυξηθεί η παραγωγή του πολύτιμου φοινικέλαιου, αμέτρητα στρέμματα παρθένων τροπικών δασών παραδίδονται στις φλόγες, με αποτέλεσμα να τίθενται σε κίνδυνο οι ζωές χιλιάδων ουρακοτάγκων, ελεφάντων και πολλών άλλων ειδών του ζωικού βασιλείου. Ο γνωστός για τις οικολογικές του ανησυχίες Λεονάρντο Ντι Κάπριο θεώρησε (ορθώς) πως το γεγονός τούτο χρήζει μιας οικογενειακού τύπου animated προσέγγισης (ωσάν καμπανάκι κινδύνου), αναλαμβάνοντας την παραγωγή τούτου του «Όζι». Χάρη, μάλιστα, στο υψηλότατο status του ονόματός του, υποθέτω δεν δυσκολεύτηκε να κλείσει γνωστά χολιγουντιανά ονόματα για να δανείσουν τις φωνές τους στα διάφορα άγρια ζώα του φιλμ, μεταξύ των οποίων φιγουράρει εκείνο του Ντόναλντ Σάδερλαντ στον τελευταίο κινηματογραφικό «ρόλο» της καριέρας του (στη χώρα μας το φιλμ θα προβληθεί, ως είθισται, αποκλειστικά μεταγλωττισμένο). Με τούτα τα απλά και εγκυκλοπαιδικά, τα καλά για το «Όζι»… τελειώνουν μαχαίρι!
Έπειτα από μεγάλη πυρκαγιά που την χωρίζει από τους γονείς της, η Όζι περισυλλέγεται από ζευγάρι εργαζομένων στην προστασία ζώων και μεταφέρεται σε καταφύγιο άγριας ζωής. Εκεί εφοδιάζεται με μαραφέτι τεχνητής νοημοσύνης, χάρη στο οποίο μπορεί να επικοινωνεί αβίαστα με τους ανθρώπους, αλλά και μ’ ένα tablet (!), προκειμένου να εκθέσει τους προβληματισμούς της περί της καταστροφής των δασών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Έχοντας εξελιχθεί, πια, σε σπουδαία… influencer, μπαίνει στο μάτι του μοχθηρού οικονομικού κολοσσού που κρύβεται πίσω από τις ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, ο οποίος ρίχνοντας τυρί στη φάκα προσπαθεί να την παγιδεύσει. Η αθώα ουρακοτάγκος καταπίνει το τυράκι αμάσητο, βαυκαλιζόμενη πως θα επανασυνδεθεί όπως παλιά με τη μαμά και τον μπαμπά. Η GreenZar, όμως, δεν ξέρει από παιδιά και οικογένειες, παρά κοιτά μονάχα το κέρδος και… το φοινικέλαιο.
Πρόκειται περί κλασικής περίπτωσης στην οποία το μήνυμα μιας ταινίας είναι αξιέπαινο, εν τούτοις, ο τρόπος με τον οποίο επιλέγεται να μεταδοθεί δεν είναι μόνο απλοϊκός (όσο δεν πάει), αλλά και αντιπαιδαγωγικός. Κατά τη γνώμη μου, είναι σαν να μεταφέρεται διά του «Όζι» στα μικρά παιδιά πως μ’ ένα tablet, μερικούς χιλιάδες followers και κάποια εκατομμύρια likes ή καρδούλες γίνεται η (όποια) δουλειά άκοπα και αποτελεσματικά. Στην προκειμένη, ο σκοπός είναι η συνειδητοποίηση του προβλήματος της καταστροφής της Φύσης, κάτι που από πολύ νωρίς στο φιλμ (από τη σκηνή της… τηλεοπτικής συνέντευξης της Όζι σε περιπαικτικό δημοσιογράφο) ολισθαίνει άθελά του προς τη φάρσα. Το ανεγκέφαλο της όλης έμπνευσης χτυπάει κόκκινο με την ιδέα (;) της «reality» φυλακής στην καρδιά του δάσους (κάτι σαν το «The Truman Show» με φίδια, ρινόκερους και λοιπά ζωντανά), ενώ όταν κάπου λίγο πριν το φινάλε και την (#spoiler alert!) επικράτηση του Καλού ακούστηκε η συμπερασματική φράση «ο ουρακοτάγκος έγινε viral», εξομολογούμαι πως πρώτα σάστισα κι έπειτα γέλασα με την καρδιά μου. Ομολογουμένως, τέτοια ατάκα δεν περίμενα ποτέ ν’ ακούσω στη ζωή μου!