ΜΗΝ ΣΕ ΑΓΓΙΞΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ (2024)
(NEVER LET GO)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Θρίλερ Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλεξάντρ Αζά
- ΚΑΣΤ: Χάλι Μπέρι, Άντονι Μπ. Τζένκινς, Πέρσι Νταγκς ο Τέταρτος, Γουίλιαμ Κάτλετ, Στέφανι Λαβίν, Μάθιου Κέβιν Άντερσον, Μίλα Μόργκαν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ
Σ’ ένα δάσος που λες και βγήκε από παραμύθι των αδελφών Γκριμ, μια μάνα προσπαθεί να κρατήσει τους δύο ανήλικους γιους της μακριά από μια άγνωστη και δαιμονική δύναμη, την ύπαρξη της οποίας τα παιδιά αρχίζουν να αμφισβητούν, με το σκεπτικό ότι η προστάτιδά τους έχει σαλέψει επικίνδυνα. Τι από τα δύο συμβαίνει στην πραγματικότητα;
Ένας από τους καλούς «υπηρέτες» του σινεμά τρόμου, αν και δίχως απόλυτα προσωπική σφραγίδα στις ταινίες του, ο Αλεξάντρ Αζά εδώ δείχνει τη διάθεση να βουτήξει στα νερά της φιλμογραφίας του… Μ. Νάιτ Σιάμαλαν (!), παίζοντας μ’ ένα ευρηματικό σενάριο διχασμού της πίστης του θεατή ως προς τα τεκταινόμενα. Το «Μην σε Αγγίξει το Κακό» διαθέτει ύπουλα στοιχεία χειραγώγησης του μυαλού και του συναισθήματος, όμως, η ιστορία δεν σταματά ποτέ να τα «στρετσάρει», αδύναμη να υποστηρίξει με σθένος μία από τις δύο προοπτικές λύσης του μυστηρίου.
Σ’ ένα σπίτι που λες κι έχει ξεχάσει ο χρόνος, χαμένο μέσα σ’ ένα έρημο δάσος, μια μάνα αγωνίζεται να καταπολεμήσει την πείνα και τους δαίμονες που φλερτάρουν να μπουν στο εσωτερικό του και ν’ αρπάξουν τις ψυχές των δύο ανήλικων παιδιών της. Με μία υποψία πως παρακολουθούμε post-apocalyptic σκηνικό, με πρωταγωνιστές τους τελευταίους επιζώντες της ανθρωπότητας σε τούτη τη Γη, ο Αζά αναπτύσσει ένα μακάβρια τρομακτικό σύμπαν αντιξοοτήτων και δυσκολίας επιβίωσης, προσθέτοντας ανθρωπόμορφα τέρατα τα οποία ξεπροβάλουν από το «πουθενά» κάθε φορά που οι τρεις κεντρικοί ήρωες της ταινίας δεν προστατεύονται (;) από ένα σκοινί που τους συνδέει σαν ομφάλιος λώρος με το σπιτικό τους. Διόλου συμπτωματικά, τα «τέρατα» ταυτοποιούνται σταδιακά (είναι ο πατέρας και η γιαγιά των παιδιών), προκαλώντας ακόμη περισσότερα ερωτηματικά για το τι έχει προηγηθεί της πλοκής του έργου.
Στην πορεία, τα παιδιά (όπως και ο θεατής) θα βρεθούν να αμφισβητούν το αν η μάνα έχεις σώας τας φρένας της, αν πρόκειται για ένα σαλεμένο μυαλό που έχει παραδοθεί πλήρως στην υστερία μιας κάποιας παραθρησκευτικής αίρεσης, αν τα «τέρατα» αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας της ή ακόμη και θύματα δολοφονικών της ενεργειών. Το δισυπόστατο της ερμηνείας της δράσης του «Μην σε Αγγίξει το Κακό» βγάζει μια πρωτοτυπία στη δραματουργία της ταινίας, όμως, ο Αζά πέφτει θύμα ενός εμμονικού πείσματος, να μην πάρει κάποια σαφή στάση απέναντι στο τι παρακολουθούμε, με αποτέλεσμα να παίζει άσκοπα και παρατεταμένα με τα νεύρα του θεατή, σε βαθμό εξάντλησης που αδικεί το όλο εγχείρημα.
Υπάρχουν στιγμές τρόμου ικανές να παρασύρουν, υπάρχει (επί μέρους) έντονο σασπένς, κάποια jump scare που θα τινάξουν καθίσματα και μια σκηνή που θα κάνει τους φιλόζωους να έρθουν στα όρια της… τσιρίδας, όμως, η ιστορία κάπου χάνει το μέτρο της λογικής, σνομπάρει την όποια εξήγηση (σχεδόν έως και το τελευταίο της λεπτό!) και, καθώς πέφτουν οι τίτλοι τέλους, σ’ αφήνει να πάρεις τον δρόμο του γυρισμού από τούτο το δάσος δίχως καμία αίσθηση προσανατολισμού.